Ικετευτικά με παρακαλούσε
Γιώργο να τον ονομάζω στο εξής
κι όχι άλλο Αγκίμ.
Αγκίμης, λέει, πάει, πέθανε
στης Αλβανίας τις άνυδρες οροσειρές.
Τώρα εδώ
για πάντα Γιώργος έγινε.
Εγώ, για λόγους όποιους,
επέμενα στο αντίθετο, και τούλεγα:
δεν πειράζει, άστο το Γιώργος
καλά είναι και Αγκίμ.
Εκείνος, πάλι, φοβισμένος
όλο με σταύρωνε και μου ζητούσε
Γιώργο να τον φωνάζω.
Οπότε,
για να εξηγηθώ στη μόνη γλώσσα που θα καταλάβαινε
του λέω:
εγώ σε λέω Αγκίμ
γιατί ο Θεός έτσι το θέλησε.
Ήταν απόγευμα κι ο ήλιος έγερνε
μονάχοι μας είχαμε βρεθεί
χωρίς κανέναν μάρτυρα
σ’ ένα άγριο χωράφι
κι η φύση στεκόταν ανάμεσά μας τελετουργική.
Αχ, για μια ακόμη φορά
η φύση ήταν ατέλειωτα ωραία
...... εννοώ ότι η φύση ήταν μια φύση θεολογική....
Κυριακή, Σεπτεμβρίου 10
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
2 σχόλια:
Πολύ καλό συνέχισε. Το τέλος μόνο θέλει λίγο δούλεμα, να μην φαίνεται τόσο "διακυρρηκτικό"
Κοίτα φίλε... δεν είναι σωστό να αυτοαγιοποιήσαι!
Δημοσίευση σχολίου