Τετάρτη, Αυγούστου 31

Σελίδες απ’ τα ρημαγμένα καλοκαίρια της ζωής μου Η‘ (Κως - Η «καβάτζα»)

Κείνο το καλοκαίρι, μόλις είχα χωρίσει.
Δεν χάθηκε κι ο κόσμος!
Θα πήγαινα διακοπές με την «καβάτζα»!
Μετά από τόσες «ήττες», είχα αποκτήσει πλέον μια αξιοζήλευτη σοφία.
Μόνο που η Σοφία, η «καβάτζα», ήταν ακόμη έφηβη. Και μόλις άρχιζε να ψάχνεται με τον εαυτό της, τους άλλους, τα βιβλία, τον κομμουνισμό...
Συχνά ξυπνούσε μέσα της το σιωπηλό κύμα της εφηβείας. Κι έμπηγε τα κλάματα έτσι, στο ξεκούδουνο.
Άλλοτε σιωπούσε πεισματικά, κι άλλοτε μιλούσε ακατάπαυστα...
Απ’ τη στιγμή που της πρότεινα να φύγουμε για Δωδεκάνησα, δεν περπατούσε, πετούσε!
Σ΄όλο το ταξίδι με έπρηξε!
«Τι ωραίος που είναι ο Πειραιάς», «τι μεγάλο πλοίο», «τι τέλειος καφές», «τι γαλάζια που είναι η θάλασσα»...
Γαμώ το, θα την πακετάρω και θα τη στείλω με κούριερ πίσω στη μάνα της!
Όταν φτάσαμε στο νησί, κάτι με χάλασε απ’ την πρώτη στιγμή.
Ο τόπος γεμάτος ζευγάρια.
Αλλά κανείς δεν αγαπούσε τον άλλον. Όλοι αγαπούσαν τον έρωτα. Ή, μάλλον, την ιδέα να είσαι ερωτευμένος!
Το άλλο πρωί, αξημέρωτα, μ’ ένα μπουκάλι ουίσκι αγκαλιά, περπάτησα καμιά ωρίτσα και κούρνιασα σ΄έναν βράχο, μπροστά στ’ απέραντο γαλάζιο.
Ο ήλιος σιγά-σιγά ξεμύταγε, και μαζί του τ’ αγρίμι του κορμιού μου.
Θεριεμένο κι ακράτητο, έσβηνε καντήλια, φεγγάρια κι ήλιους!
Όλα τα σαρώνει ο δαίμονας της σάρκας...
Έτσι όπως καθόμουν ζαλισμένος, άρχισα να πλάθω στο νου μου μια γυναίκα ιδανική.
Θα βάδιζε αθόρυβα. Σα μέλισσα θα ’ρχόταν. Ούτε που θα την άκουγα.
Θα φορούσε ένα λινό, διάφανο φόρεμα, που θ’ αντιφέγγιζε από μέσα το κορμί της.
Δεν θα μιλούσε. Μόνο θα με κοιτούσε...
Κι ο σκοτεινός ουρανός θα φώτιζε!
Θα γεμίζανε μέλι τα κόκαλά μου...

Κυριακή, Αυγούστου 28

Σελίδες απ’ τα ρημαγμένα καλοκαίρια της ζωής μου Ζ’ (Ρόδος - Η «κυρία Πούτσου»!)

Αντικειμενικά ήμουν πάντα αυτό που οι γκόμενες λένε «το καλό παιδί»!
Περιζήτητος γαμπρός, αλλά αζήτητος γκόμενος...
Το ’χουμε ξαναπεί νομίζω αυτό.
Εγώ, όμως, δεν ήμουν αυτό που έδειχνα.
Ή, έστω, δεν ήθελα να είμαι αυτό που έδειχνα...
Λάτρευα όλα τα «καθίκια» της παγκόσμιας λογοτεχνίας!
Και θεωρούσα τον έρωτα απλά μια ασήμαντη αφορμή για τις απολαύσεις μας! Ποτέ την αιτία τους...
Θα με χαρακτήριζα μάλλον παραδοσιακό τύπο.
Αναπολώ το παλιό συντριβάνι της Ομόνοιας, το παλιό Μινιόν (με τα καναρίνια στον έβδομο όροφο), το παλιό Καραΐσκάκη, τις δαντέλες και τα ομπρελίνια, και τα χύμα όσπρια στο μπακάλικο της γειτονιάς...
Η Μ. ήταν απ’ την Αλβανία, πρώην μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος και παρθένα!
Το Κ.Κ. Αλβανίας εκτιμούσε ιδιαίτερα την παρθενιά. Κι ας οργίαζαν οι φήμες πως το κομματικό ιδεώδες «όλοι μαζί» δεν ίσχυε μόνο στους αγώνες αλλά και στο κρεβάτι...
Δε λέω. Ήμασταν ταιριαστό ζευγαράκι. Εγώ το «καλό παιδί» κι εκείνη το «καλό κορίτσι».
Είχα και δυο επιπλέον πλεονεκτήματα. Πρώτον, η μακρινή μου καταγωγή είναι απ’ τ’ Αργυρόκαστρο. Και, δεύτερον, όσο υπηρετούσα στην Ελευσίνα είχα μάθει φαρσί τ’ αρβανίτικα, οπότε μπορούσα στοιχειωδώς να συνεννοηθώ και στ’ αλβανικά!
Όλ’ αυτά έκαναν πιο «σφιχτό» το σιρόπι!
Δεν σας κρύβω, όμως, πως μου έκανε μεγάλη εντύπωση το επώνυμό της. «Λόκε» στ’ αλβανικά σημαίνει «πούτσος» ή κάτι τέτοιο...
Εκείνη την εποχή ήμουν περικυκλωμένος από ανθρώπους που έκαναν σχέδια για λογαριασμό μου, που εκπροσωπούσαν τα όνειρά μου, και προάσπιζαν για πάρτη μου τις προσδοκίες μου!
Στο πρόσωπο της Μ. βρήκα το συνηθισμένο καθημερινό κορίτσι της διπλανής πόρτας, που δεν ζητούσε τίποτα περισσότερο από έναν απλό, συνηθισμένο, καθημερινό γάμο...
Κείνο το καλοκαίρι πήγαμε «οικογενειακώς» διακοπές στη Ρόδο.
Κι όταν λέω «οικογενειακώς», εννοώ εμένα, τη Μ. και τη μάνα της! Μια γυναίκα καπάτσα, που έβλεπε το νεκρό πριν να γίνει ο φόνος! Το μόνο που ήθελε ήταν ν’ αποκαταστήσει την κοράκλα της και την τιμή ολάκερης της φαμίλιας...
Τρόμαζε με την ιδέα πως μπορεί να χάσει όλ’ αυτά που φαντασιωνόταν πως είχε, και που στην πραγματικότητα δεν τα είχε ποτέ!
Με τη Μ. τα είχαμε φτιάξει κανονικά και με το νόμο! Και είχαμε ανταλλάξει και βέρες, όπως προέβλεπε το καταστατικό της!
Αλλά κείνο το βράδυ ήμουν αποφασισμένος να τα βροντήξω!
Βγήκα απ’ το ντους τυλιγμένος σε ένα μπουρνούζι που ’χα αγοράσει το «βρώμικο ’89».
Είδα τον εαυτό μου στον καθρέφτη, και δεν μου άρεσα!
Παρηγορήθηκα, όμως, με την ιδέα πως κι ο Μάρλον Μπράντο είχε κυτταρίτιδα!

Οι Καμπάνες της Κυριακής Β’ (Θεία Δικαιοσύνη και ... Ιεροκατηγορία)

Απ’ το ιστολόγιο Θεολογικού Προβληματισμού «Συ είπας».
http://sueipas।blogspot.com/

Η σημερινή Ευαγγελική περικοπή μιλάει για την ευσπλαχνία του Θεού.
Που μοιάζει με τον Βασιλιά, ο οποίος με συνοπτικές διαδικασίες διαγράφει το τεράστιο χρέος του δούλου του.
Το γεγονός προκαλεί ιερή αγανάκτηση στους «θεούσους»!
«Αυτό δεν είναι δικαιοσύνη!», ισχυρίζονται. «Δεν μπορεί να μπαίνουμε στο ίδιο τσουβάλι εμείς οι συνετοί, που βγάλαμε όλη τη ζωή μας χωρίς κανένα χρέος, μ’ αυτόν τον γλεντοκόπο, που σπατάλησε τα ξένα λεφτά, και λίγο πριν τιμωρηθεί έδειξε μετάνοια και το ’ριξε στο παρακαλετό, κι ο Βασιλιάς μας του τα χάρισε όλα».
Όσοι αγανακτούν, απλά αγνοούν πως ο Χριστιανισμός είναι αναρχικός! Αντιστροφή της κοσμικής λογικής.
«Ο τελευταίος θα γίνει πρώτος», λέει ο Χριστός!
Ο πατέρας σφάζει το εκλεκτό μοσχάρι όχι στη γιορτή του υπάκουου γιού, αλλά του άσωτου!
Σε μια άλλη παραβολή, ο Χριστός λέει πως κι ο εργάτης που δούλεψε τα τελευταία πέντε λεπτά της βάρδιας, θα πληρωθεί το ίδιο μ’ εκείνον που δούλεψε όλα το οχτάωρο!
Και θυμάστε ποιος μπήκε πρώτος στον Παράδεισο; Ο λήσταρχος που σταυρώθηκε δίπλα στο Χριστό!
Ο Θεός, λοιπόν, είναι πάνω απ’ όλα σπλαγχνικός και συγχωρητικός.
Αλλά δεν παύει να είναι και δίκαιος.
Μόλις ο ευεργετηθείς δούλος βγαίνει απ’ το Παλάτι, συναντάει έναν άλλο δούλο, που του χρωστούσε ένα ευτελές ποσό.
Και τον πιάνει απ’ το λαιμό, και τον στέλνει φυλακή, γιατί δεν είχε να τον ξοφλήσει. Ούτε καν πέρασε απ’ το μυαλό του να δείξει την ίδια μεγαλοθυμία που πριν λίγο είχε εισπράξει απ’ το Βασιλιά.
Ε, τότε, τα πήρε στο κρανίο κι ο Βασιλιάς! Και τον άκαρδο δούλο, τον έστειλε συστημένο στο κολαστήριο...
Κι ερχόμαστε στο Αποστολικό ανάγνωσμα.
Το να σε κατηγορούν οι εχθροί σου, το χωνεύεις.
Αλλά όταν σε κατηγορούν οι δικοί μου, είναι μεγάλη πίκρα.
Και τον Απόστολο Παύλο, τον κατηγορούν οι ίδιοι οι Χριστιανοί της Κορίνθου.
Αυτοί που βαπτίσθηκαν απ’ τα χέρια του.
Και του λένε πως δεν είναι κανονικός Απόστολος, γιατί δεν υπήρξε μαθητής του Ιησού και ποτέ δεν τον αντάμωσε στη ζωή του!
Κι ο Παύλος τους απαντάει κατάλληλα.
Εμείς θα εστιάσουμε σε δύο μόνο σημεία:
α) Λένε αρκετοί κληρικοί πως «είναι μεγάλο αμάρτημα να κατηγορούμε τους ιερείς»! Και πώς όσοι από μας τους λαϊκούς το κάνουμε, θα μας τιμωρήσει ο Θεός.
Ο Παύλος, όμως, τους διαψεύδει!
Στις εναντίον του κατηγορίες, δεν λέει «θα σας κάψει ο Θεός, παλιοϋβριστές!»!
Αλλά τους απαντάει με συγκροτημένη επιχειρηματολογία...
β) Πολλοί κληρικοί επικαλούνται τα λόγια του Παύλου για να αποδείξουν πως πρέπει εμείς οι λαϊκοί να τους συντηρούμε οικονομικά, καλύπτοντας τις υλικές τους ανάγκες.
Ο Παύλος, πράγματι, λέει πως οι μαθητές πρέπει να τρέφουν τους διδασκάλους τους. Όμως:
α) Εννοεί την κάλυψη των βασικών και στοιχειωδών υλικών τους αναγκών, δηλαδή τροφή, ενδυμασία, στέγη. Όχι τα γνωστά «τυχερά», που σε ορισμένες «καλές ενορίες» είναι τριπλάσια του μισθού τους!
β) Ο Παύλος αναφέρεται στους Αποστόλους εκείνης της εποχής, που στερούνταν τα πάντα, αφιέρωναν όλο το χρόνο τους στην ιεραποστολή, και έθεταν σε άμεσο κίνδυνο τη ζωή τους!
Όχι σε γραφειοκράτες ιερείς, που ξέρουν μόνο να χτυπάν την καμπάνα, και να περιμένουν στα γραφεία τους τους πιστούς για να διαπραγματευτούν τα των... μνημοσύνων, γάμων και βαπτίσεων.
γ) Ο ίδιος ο Παύλος ανεβάζει πολύ ψηλά τον πήχη! Και λέει: όσοι έχουν κληθεί απ’ το Θεό να τον υπηρετούν, δεν πρέπει να δέχονται καμία υλική ενίσχυση απ’ τους πιστούς! Αλλά να βγάζουν τα προς το ζειν από την ίδια την εργασία τους.
Γι’ αυτό και ο Παύλος ποτέ δεν εγκατέλειψε το επάγγελμα του σκηνοποιού...


Πέμπτη, Αυγούστου 25

Σελίδες απ’ τα ρημαγμένα καλοκαίρια της ζωής μου ΣΤ‘ (ΝΤΑΠΟΚΕΙΡΕ καριόλες!)

Για πρώτη φορά πήγα στο νησί καλοκαίρι, πριν από 20 ακριβώς χρόνια.
Με Χέρκουλες από Ελευσίνα.
Τότε το μέρος ήταν βαμμένο στο χακί. Γύρω σου έβλεπες παντού χοντρές λαμαρίνες, αρβύλες, εξατμίσεις που έβγαζαν μαύρο καπνό, πρόσωπα να μετράν το χρόνο με το υποδεκάμετρο...
Δίπλα στις αποχρώσεις του γαλάζιου της θάλασσας στήνονταν φαιοπράσινες στέγες.
Και σύριζα στη γαλήνη των αμπελιών περνούσαν ερπυστριοφόρα.
Παντού διέκρινες το μετέωρο βήμα των συνόρων...
Η γη του νησιού καρπερή, ανθεκτική, θηλυκιά. Μαθημένη να σηκώνει τα αντρικά όνειρα και τους ένστολους εφιάλτες της παραλλαγής...
Παρασκευή βραδάκι ήταν, και σιγόψηνα μια μπαργούμαν. Πτυχιούχα θεατρολόγα και άνεργη.
Παρήγγειλα ούζο.
Μου πρότεινε κοκτέιλ, «φετινή σπεσιαλιτέ» μου είπε.
Δεν θυμάμαι πώς τον έλεγαν το διάολο.
Την παρακολουθούσα που το έφτιαχνε.
Στο τέλος έριξε μέσα μια πρέζα πιπέρι και δυο σταγόνες απ’ την κολόνια της!
«Πολύ αρωματικό!», είπε.
Έμεινα μέχρι να κλείσει το μαγαζί.
«Πού θα πάμε τώρα;», με ρώτησε.
«Πουθενά!», της απάντησα.
Τ’ άλλο βράδυ, τα ΄πινα μόνος σ’ ένα λαϊκό καπηλειό.
Μόνο άντρες είχε το μαγαζί.
Στο τραπέζι δυο φέτες κασέρι σε λαδόκολλα. Κι ολόγυρα μπουκάλια μπύρας. Όλα άδεια εκτός από ένα.
Στο τζιούκ μποξ κάποιος έβαλε Καζαντζίδη. «Ό,τι απαπάω εγώ πεθαίνει»...
Ένας γεροντόμαγκας έκανε να το χορέψει.
Το οινόπνευμα μου ’χει ανέβει στο κεφάλι!
Χτυπάω με δύναμη το μπουκάλι στο τραπέζι και σηκώνομαι ορθός. Στέκομαι έτσι για λίγα δευτερόλεπτα, ώσπου να συμμαζέψω τη γλώσσα μου.
«ΝΤΑΠΟΚΕΙΡΕ!», φώναξα, «ΝΤΑΠΟΚΕΙ παλιοκαριόλες, που όλο γκρίνια είστε και βαμμένο νύχι!».
«ΝΤΑΠΟΚΕΙ ρε καριόλες», συμφώνησαν παραδίπλα δυο γεροντολεβέντες...

Τρίτη, Αυγούστου 23

Σελίδες απ’ τα ρημαγμένα καλοκαίρια της ζωής μου Ε‘ (Σάμος - Μια μέλισσα δαμάλω)

ΣύνδεσμοςΑπόψε θα ξεκινήσω κάπως δυναμικά, αλλά θα πω μια μεγάλη αλήθεια: Όλες οι γυναίκες γεννιούνται πουτάνες! Κάποιες απ’ αυτές γίνονται και πόρνες...
Η Δ. ήρθε για διακοπές στη Σάμο με τον άντρα της.
Ήταν απ’ τις γυναίκες που ανακάλυψαν το φεμινισμό με κάποιες δεκαετίες καθυστέρηση...
Αχ... πόσο θα ΄θελε να ήταν μαζί με τη Μαργαρίτα Παπανδρέου, τη μάνα του πρωθυπουργού μας, που κει γύρω στα 1975, μαζί με κάτι άλλες κάργιες, καίγανε τα σουτιέν τους στο Σύνταγμα...
Ας επιστρέψουμε, όμως, στη Δ. Που αν εξαιρέσεις την πουτανιά, σε όλα της ήταν κάτω του μετρίου!
Μπέρδευε τον Βελουχιώτη με τον Φλωρινιώτη, και στο χαλαρό σε ρωτούσε αν ο Παπαδιαμάντης έγραφε και στα ελληνικά...
Ξύπνησε, που λέτε, ένα πρωί, είδε μπροστά της τη θάλασσα, κι ένιωσε την ανάγκη να κάνει κάτι διαφορετικό. Κάτι ασυνήθιστο, πού ίσως να γινόταν η σπίθα που θα ’βαζε φωτιά στη μίζερη και πληκτική ζωή της.
Δεν ξέρω αν με πέτυχε σε φάση αγαμίας, ή έφταιγε που ακόμα δεν είχε καταρρεύσει το ανατολικό μπλοκ.
Πάντως, εκείνη την περίοδο, γαμίκουλα δεν θα με έλεγες...
Η τύπισσα, μετά από 10 χρόνια γάμου, είχε ξεχάσει ακόμα και πώς κουνιούνται οι γυναίκες!
Παρ’ όλ’ αυτά, έκατσε απέναντί μου στην καφετέρια, κι άρχισε να δαγκώνει το ριγωτό καλαμάκι του φραπέ, όλο νάζι κι υπονοούμενο!
Εντάξει, όλοι το ξέρουμε πως το απαγορευμένο μάς παρακινεί στην παρανομία.
Αλλά, ρε παιδί μου, πώς το λένε; Δεν άξιζε τον κόπο.
Δεν αργήσαμε να πιάσουμε κουβέντα.
Άρχισα να της αναλύω τις απόψεις του Γκράμσι και του Μπερλίγκουερ.
Κι εκείνη κουνούσε τους ώμους ναζιάρικα, έβγαζε συνεχώς χαριτωμένα επιφωνήματα, όπως «αχαααα», κι επέτρεπε στο μπολεράκι της να πέφτει διακριτικά, αφήνοντας μια μικρή υποψία βυζιού!
Ταυτόχρονα, μια δαμάλω μέλισσα, τουμπανιασμένη στη γύρη, όλο και γυρόφερνε το χαβανέζικο σορτσάκι μου.
«Να δεις που στο τέλος θα μου τη χώσει η παλιοπουτάνα!», σκέφτηκα.
Όταν πρότεινα στη Δ. να με συνοδέψει στο δωμάτιο που νοίκιαζα, δεν μου ’πε όχι!
Στο δρόμο, όμως, το σενάριο ανατράπηκε.
Ίσως ήταν οι ενοχές της, ίσως να ’δε κι εμένα ζαβλακωμένο απ’ το πιοτί και να ξενέρωσε η κοπέλα, πάντως της έφυγε η διάθεση.
Και με παρακάλεσε να τη γυρίσω στο ξενοδοχείο της...

Κυριακή, Αυγούστου 21

Σελίδες απ’ τα ρημαγμένα καλοκαίρια της ζωής μου Δ’ (Τζιά - Πώς το φτύνουν το φιστίκι;)

Δεν γουστάρω τις φωτογραφίες.
Προτιμάω να θυμάμαι τις καταστάσεις με τον δικό μου τρόπο.
Κι όχι απαραίτητα όπως συνέβησαν...
Δεν ξέρω αν είναι τυχαίο, αλλά εδώ στη Τζιά έφερα σχεδόν όλες τις γκόμενες της ζωής μου!
Έστω και για ένα διήμερο.
Δεν έχει σημασία αν οι περισσότερες ήταν ημίτρελες, υστερικές, μυθομανείς, καταθλιπτικές...
Βαρέθηκα ν’ ακούω συνέχεια τις ίδιες ιστορίες.
Πως απ’ τα δεκαεφτά τους ήταν ορφανές, βιασμένες, ναρκομανείς, αλκοολικές, χήρες και πόρνες!
Με κούρασαν οι γκόμενες των «τριών τζι»: ποτό τζιν, σορτσάκι τζιν και πρώην γκόμενος τζιτζιφιόγκος!
Για πολλά μπορώ να συγχωρήσω τους ανθρώπους. Αλλά ποτέ για την πλήξη που μου προκαλούν...
Δε λέω. Γουστάρω τις γκόμενες που ’χουν μάνες φαρμακομούνες!
Κι οι ίδιες να ’χουν περπατήσει το μονοπάτι το πονηρό.
Αλλά δεν γίνεται, κυρά μου, ακόμα να μην έχεις βγει απ’ τ’ αυγό, και να ’χεις ζήσει τα πάντα!
Η αληθινή ζωή αργεί πολύ να προσφέρει τις συμπυκνωμένες εμπειρίες του σινεμά...
Με θυμάμαι εκείνο το καλοκαίρι στη Τζιά.
Να συμμετέχω ενεργά σ’ ένα καλοστημένο πανηγύρι ματαιοδοξίας.
Ζούσα τη μεγαλύτερη ευτυχία: να διατηρείς το δικαίωμα να διαλέγεις και να σε διαλέγουν!
Φορούσα μαγιό δυο νούμερα μικρότερο, για να μη χάσουν οι θαυμάστριες καμιά λεπτομέρεια πάνω στη φούρια της κάψας!
Είχα την ατυχία να είμαι με τη Β. Μου την έδινε στα νεύρα. Ο τρόπος που μιλούσε ήταν σα να νιαούριζε γκαστρωμένη γάτα...
Στο πρώτο κι όλας ραντεβού μας, άρχισαν να με σκεπάζουν τα μαύρα σύννεφα της ανίας.
Άσε που μού ’δινε την εντύπωση πως δεν ήταν ερωτευμένη μαζί μου, αλλά με την ιδέα του γάμου!
Ή, καλύτερα, πως μέσα απ’ τη δήθεν καψούρα της για μένα, έψαχνε τονωτικές ενέσεις για τη χαμένη της αυτοπεποίθηση...
Εκείνο το αυγουστιάτικο βράδυ ήμουν αποφασισμένος: θα έπινα δυο καφάσια μπύρες, θα ’φτυνα στο πάτωμα το τελευταίο αράπικο φιστίκι, θα πέταγα τη βέρα στην πισίνα, και θα ’φευγα μόνος για Κύθνο...
Υ.Γ.: Όταν πεθάνω, αναθέτω από τώρα στα δύο Σποράκια απ΄τη Νέα Σμύρνη, να γράψουν στον τάφο μου δύο φράσεις:
«Ήθελε κάποια να τον αγαπάει κι όχι να τον κυβερνάει», και
«Υπήρξε καλός άνθρωπος, μα ήταν πολύ άτυχος».

Παρασκευή, Αυγούστου 19

Σελίδες απ’ τα ρημαγμένα καλοκαίρια της ζωής μου Γ‘ (Νίσυρος - Οι κωλοπολιτείες!)

Ήταν Αμερικάνα, κι εγώ περνούσα την κάργα αριστερή φάση της ζωής μου!
Έβλεπα τα κοριτσίστικα κοτσίδια της και το ηφαίστειο ανάμεσα στα μπούτια μου κόντευε να εκραγεί!
«Θα στις σκίσω τις κωλοπολιτείες σου, κι ας είναι ενωμένες»...
Μπορεί να ήταν λίγο στρουμπούλω, αλλά κι εγώ είχα μια τουρκόσπορη κλίση προς τις παχουλές.
Η γκόμενα πρέπει να σου δίνεται αβίαστα, κι όχι σαν έπαθλο.
Η σχέση πρέπει να είναι επακόλουθο μιας μοιραίας έλξης, κι όχι ενός στυγνού υπολογισμού.
Κι εδώ υπερέχουν οι Αμερικάνες απ’ τις Ελληνίδες.
Σου χαρίζουν εύκολα το ονοματάκι τους και το χαμόγελό τους, και δεν περιφρονούν το κέρασμά σου, όπως οι Ελληνίδες, που το εκλαμβάνουν ως σεξουαλική λιγούρα...
Άσε που η Ελληνίδα όταν λέει πως «αυτό το καλοκαίρι θέλω να γνωρίσω αυτόν που θα ερωτευτώ», εννοεί «αυτόν που θα παντρευτώ»!
Την Αμερικάνα τη γνώρισα κάπως επεισοδιακά.
Δεν ξέρω αν ήταν η καύλα ή η κάβα...
Αλλά μόλις την είδα, πήγα και της κόλλησα το παγωμένο ποτήρι της μπύρας μου στη γυμνή πλάτη της!
Ανατρίχιασε, τσίριξε, αλλά μόλις της έχωσα το ποτήρι στο στόμα, το κατέβασε μονορούφι!
«Απ’ το Τέξας είσαι», της είπα.
«Πού το κατάλαβες;», με ρώτησε.
Εν πάση περιπτώσει...
Η ουσία είναι πως ο πρώτος μεγάλος έρωτας της ζωής σου είναι σατανικός.
Σε προετοιμάζει για κάθε αθλιότητα.
Και μια ζωή θ’ αναζητάς την απομίμηση εκείνου του μοναδικού έρωτα...
Θυμάμαι μετά από χρόνια, εκείνο το βράδυ, που με δυο κολλητούς είχαμε πάει σ’ ένα στριπτιζάδικο της Συγγρού.
Καλούσαμε να ’ρθουν να χορέψουν στα γόνατά μας κορίτσια που έμοιαζαν με τις πρώτες καψούρες της ζωής μας...
Κοκκινομάλλες με κοτσίδια, κοκκαλιάρες με πλάκα το στήθος, μελαχρινές με κωλομέρια κρέμα καραμελέ...
Το θυμάστε ρε μαλάκες;
Δε λέω. Η χριστιανική διδασκαλία με συνεπαίρνει.
Αλλά η καψούρα είναι μοναδική!
Η συμπόνια, η φιλανθρωπία και η αγάπη είναι ισχυρά συναισθήματα.
Αλλά δεν μπορούν να σε κάνουν να χάσεις τον ύπνο σου...


Τρίτη, Αυγούστου 16

Σελίδες απ’ τα ρημαγμένα καλοκαίρια της ζωής μου Β’ (Κως - Η ζωή μας είναι σουγιαδιές)

Τους εισαγγελείς ποτέ δεν τους πάγαινα!
Πάντα τους θεωρούσα ανέραστους, απροσάρμοστους, κομπλεξικούς!
Με την καμία δεν μπορώ να τους φανταστώ να κάνουν έρωτα ουρλιάζοντας...
Τη Μ. τη γνώρισα όταν ακόμα σπούδαζα Νομική.
Μου έριχνε 7 χρονάκια! (Τόσα ακριβώς «μου ’ριξε» αργότερα!).
Τότε ήμουν ακόμα στην ΚΝΕ. Φορούσα αμπέχονα, αρβύλες, άκουγα Τσιτσάνη και απ' την κωλότσεπη εξείχε ο ¨Ρίζος της Δευτέρας".
Εκείνη ήταν βασιλόφρων, λάτρευε το κονιάκ, τον Βάγκνερ, τα ακριβά πούρα και την ¨τελική λύση" του Χίτλερ...
Τα 'χαμε πάνω από έναν χρόνο.
Ήταν παράξενη κοπέλα...
Δεν θυμάμαι ποτέ να κάναμε ¨φυσιολογικό σεξ". Ήθελε μόνο πρωκτικά...
Καθόλου δεν με χάλαγε...
Κάποιο βράδυ τα πίναμε στο υπόγειο μπαράκι της Μασσαλίας. Στο τραπεζάκι κάτω απ΄την αφίσα του Τσε με την πουράκλα. (Ο φίλος μου ο Παύλος, ο ¨Τρότσκας", κι η Αστερόεσσα, το ξέρουν).
Θέμα συζήτησης η Δίκη της Νυρεμβέργης.
Τσακωθήκαμε άγρια...
Δεν θυμάμαι αν με σιχτίρησε ή τη συχτίρησα, αλλά, πάντως, χωρίσαμε οριστικά!
Το καλοκαίρι του 1994 βρέθηκα στην Κω.
Κάτι η ζέστη, κάτι το οινόπνευμα ... δεν αργεί το κακό να γίνει!
Το άλλο πρωί, να 'μαστε στο αυτόφωρο, αξύριστοι και ξενυχτησμένοι. Καθόμασταν σα βρεγμένες γάτες...
Στην εισαγγελική έδρα, να 'σου και στρογγυλοκάθεται η Μ.
Το ήξερα πως θα με ξέσκιζε!
Μου το χρώσταγε άλλωστε...


Δευτέρα, Αυγούστου 15

Σελίδες απ’ τα ρημαγμένα καλοκαίρια της ζωής μου! Α‘ (Νάξος - το κλαμεράκι)

Γνωριστήκαμε σ’ ένα σουβλατζίδικο στο Μοναστηράκι.
Ήταν Μάης κι είχε ψυχρούλα.
«Οι άνθρωποι δεν ερωτεύονται στα νησιά», σου είπα, «εδώ ερωτεύονται, στις μεγαλουπόλεις, στο Μοσχάτο, στον Κεραμικό, στου Ψειρή..».
Μου πρότεινες να κάνουμε μαζί διακοπές το καλοκαίρι.
«Να ερωτευθούμε τα νησιά», μου είπες.
«Ναι, να ερωτευθούμε τη Νάξο», σου είπα.
«Μα η Νάξος είναι νησί, δεν είναι νησιά», μου είπες.
«Η Νάξος, όπως κι η αλήθεια, δεν έχει πληθυντικό», σου απάντησα, «υπάρχουν πολλές αλήθειες; Δεν υπάρχουν!»
Αν δεν κάνω λάθος, φτάσαμε Νάξο Παρασκευή βράδυ.
Το μεσημέρι του Σαββάτου πήγαμε για το πρώτο μας μπάνιο.
Δεν ξέρω πως μπόρεσα να το κάνω, αλλά το ’κανα:
«Χωρίζουμε», σου είπα, «έχω ερωτευτεί την αδελφή σου και Τετάρτη φεύγω μαζί της για Χαλκιδική»
Και σηκώθηκα για μια βουτιά...
Εσύ έπαιζες νευρικά με το κλαμεράκι σου.
Έτσι όπως το ανοιγόκλεινες, έμοιαζε με τα σαγόνια του καρχαρία!
Αυτού που ευχόσουν να κολυμπάει στη θάλασσα, να με πάρει από πίσω, και να μου κόψει τα πόδια, τον κώλο και τα γεννητικά μου όργανα...

Σάββατο, Αυγούστου 13

Λυκαβηττός: «το όρος Θαβώρ της Αθήνας»!


Σχεδόν αξημέρωτα κόψαμε τον ανήφορο για Λυκαβηττό, το «Θαβώρ της Αθήνας».
Μετά τις νυχτερινές ρακές, νιώσαμε την ανάγκη να προσευχηθούμε.
Στη «σκούφια» του Λυκαβηττού, στον Άι-Γιώργη...
Χρειαζόμασταν περισυλλογή, απενοχοποίηση, έπρεπε να ξεριζώσουμε από μέσα μας κάποιες αστικές νευρώσεις...
Εμείς κι εμείς ήμασταν στο μικρό εκκλησάκι. Με τον παπά, τον ψάλτη και το νεωκόρο.
Μετά τις εννιά, πού και πού, όλο και κάποιος τουρίστας ξεπρόβαλε στην πόρτα, μας φωτογράφιζε κι έφευγε...
Μόλις τέλειωσε η λειτουργία, βγήκαμε στο προαύλιο. Κάτσαμε στη σκιά της ελιάς που βλέπετε στο φώτο.
Φτιάξαμε καφέ. Χτυπητό στο χέρι...
Για κάνα τέταρτο διάβασε ο καθένας το βιβλίο του.
Μετά πιάσαμε ψιλοκουβέντα.
Για ό,τι διάβασε ο καθένας, ό,τι σκεφτόταν, ό,τι τον απασχολούσε.
Μετά άρχισα να της λέω για το «θαβώριο άκτιστο φως» κι εκείνη για το «φωτισμό» του βουδιστικού Ζεν.
Τελικά, όλες οι θρησκείες ένα κουβάρι είναι. Τα ονόματα μόνο αλλάζουν...
Καθόμασταν αντικριστά και σταυροπόδι.
Μόνο τα γόνατά μας ακουμπούσαν. Δεν είχαμε διάθεση για σαλιαρίσματα...
Σταματήσαμε την κουβεντούλα, και πιάσαμε ν’ αγναντεύουμε την Αθήνα.
Στο βάθος, η θάλασσα ήταν λάδι. Βλέπαμε καθαρά τη Σαλαμίνα και την Αίγινα.
«Ξέρεις κάτι;», της είπα, «η Αθήνα είναι η πιο παλαβή πόλη του κόσμου! Δεν υπάρχει άλλο μέρος που ο ήλιος ν’ ανατέλλει στον τρελό και να δύει στο Δαφνί!»!
Με κοίταξε όλο έκπληξη κι απορία.
Ουπς, σόρυ, ξέχασα πως είσαι απ’ τη χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου!
«Τρε λονγκ, γιού νόου;», της είπα και της έδειξα τον Υμηττό!


Τετάρτη, Αυγούστου 10

Πόσο «ψεύτικος» είναι ο Ασκαρδαμυκτί;

Εδώ και καιρό λαμβάνω πολλά μέιλ.
Από γνωστούς και αγνώστους.
Επώνυμους κι ανώνυμους.
«Δε γίνεται, ρε φιλάρα», μου λένε, «να τα έζησες όλ’ αυτά που γράφεις! Δεν μπορεί να είσαι και ναυτικός, κι αλάνι του Περαία, και φυλακόβιος, και στη Λεγεώνα των Ξένων, και να μπουρδελιάζεις στη Μπομπάσα, και να προσεύχεσαι στο Άγιο Όρος, στα μοναστήρια της Ρωσίας και στους Αγίους Τόπους! Είσαι πολύ ψεύτικος»...
Για να μην απαντάω στο καθένα χωριστά, είπα ν’ ανεβάσω τούτο το ποστάκι.
Λοιπόν, παίδες, έχουμε και λέμε...
Το θέμα δεν είν’ τι έζησες αλλά τι επινοείς πως έζησες!
Ακούω μερικές γκόμενες να λένε: «θέλω μια σχέση να στηρίζεται στην αλήθεια και στην ειλικρίνεια»!
Μα τι λες τώρα κοριτσάκι μου;
Ποια σχέση στέριωσε στην ειλικρίνεια και στην αλήθεια;
Άσε που με «αλήθεια και ειλικρίνεια» δεν ξεκινάει καν μια σχέση...
Πάμε παρακάτω τώρα.
Με το να είσαι ειλικρινής δεν γίνεσαι αυτόματα και αληθινός!
Διηγούμενος ιστορίες που δεν έζησες ποτέ, ή γαρνίροντας όσες έζησες με φανταχτερά μπιχλιμπίδια, στην πραγματικότητα αποκαλύπτεις όσα θες να κρύψεις!
Μέσα απ΄τις «φανταστικές» ιστορίες γίνεσαι περισσότερο αληθινός!
Γιατί λες όσα δεν θα πρόδιδες ποτέ αν αφηγούσουν μια εντελώς αληθινή ιστορία...

Κυριακή, Αυγούστου 7

Αύριο επιστρέφω Αθήνα, κάνω Παναγία, και φεύγω για τα νησιά, να συγκεντρώσω τα κομμάτια της ρημαγμένης μου ζωής!

Η Βηθλεέμ είναι στην παλαιστινιακή Δυτική Όχθη.
Εδώ, το να πεθάνεις είναι εξίσου εύκολο με το να γεννηθείς!
Όσους περισσότερους θάβουν, τόσο περισσότεροι γεννιούνται!
Είναι παρατηρημένο: σε κάθε κορύφωση της ισραηλινής επιθετικότητας ακολουθεί, εννιά μήνες μετά, μια έξαρση γεννήσεων...
Οι Παλαιστίνιοι, κλεισμένοι όλη μέρα σπίτια τους, λόγω απαγόρευσης της κυκλοφορίας, σκοτώνουν την ώρα βλέποντας Αλ Τζαζίρα και κάνοντας παιδιά!
Το ένστικτο της επιβίωσης, το στρες και ο κίνδυνος, αυξάνουν τον ήδη υψηλό δείκτη γονιμότητας της περιοχής...
Η στρατιωτική νίκη των Ισραηλινών προετοιμάζει τη δημογραφική τους ήττα!
Κατεβαίνουμε νοτιότερα, στην έρημο της Ιουδαίας και στη Νεκρά Θάλασσα.
Τούτη δω δεν είναι λίμνη. Μια ρευστή έρημος είναι. Ούτε ψάρια, ούτε πανιά, ούτε λιμάνια...
Είμαστε στην έρημο του Κουμράν. Δω κι εκεί πέτρινα τοιχάκια, στεγνές δεξαμενές, μικρές σκάλες.
Είναι το μοναστήρι των Εσσαίων! Των εκτός ελέγχου αγνών. Των μανιακών με τους τελετουργικούς καθαρμούς!
Αποσπάστηκαν απ’ τον επίσημο ιουδαϊσμό του Ναού και ίδρυσαν τη δική τους αίρεση. Ζώντας με εγκράτεια, φτώχεια κι ασκητικότητα.
Μέλη της κοινότητάς τους ήταν σίγουρα ο Ιωάννης ο Πρόδρομος κι ο Ιωάννης ο Ευαγγελιστής!
Λένε πως ο Χριστιανισμός είναι «ο εσσαϊσμός που πέτυχε»! Ποιος ξέρει...
Οι Μουσουλμάνοι εκπλήσσονται με την περιέργειά μου και το ενδιαφέρον μου για το παρελθόν!
Το θεωρούν διαταραχή της προσωπικότητάς μου!
Γι’ αυτούς, ό,τι υπήρξε πριν τον Μωάμεθ είναι άγνοια και αμαρτία.
Και το μέλλον ανήκει μόνο στο Θεό.
Αυτοί ζουν μακάρια σε ένα αέναο και ήρεμο παρόν!
Στην παράνοια της διαρκούς αμφισβήτησης αντιτάσσουν την τρέλα της αμετακίνητης σταθερότητας...
Λοιπόν, το όλο κλίμα με καταθλίβει! Κούρασα και κουράστηκα.
Μου λείπει η Ελλάδα, ο Απόλλωνας κι η Αφροδίτη!
Θέλω να ξαναπεράσω μια βόλτα απ’ τις γωνιές του Αιγαίου. Εκεί που άφησα κάποια κομμάτια της ρημαγμένης μου ζωής. Θέλω να ξαναπροσπαθήσω να συναρμολογήσω το παζλ του διαλυμένου εαυτού μου...
Στο διάολο και οι Εσσαίοι και οι ... μπουχεσαίοι!

Παρασκευή, Αυγούστου 5

Τα Ιεροσόλυμα άρχισαν να με καταθλίβουν...

Ο Πανάγιος Τάφος (Ναός της Αναστάσεως) είναι το πιο ταλαιπωρημένο οικοδόμημα της ιστορίας!
Εχθρικοί εισβολείς τον ισοπέδωσαν, ισχυροί σεισμοί τον κατέστρεψαν, βομβαρδισμοί του άνοιξαν μεγάλες πληγές...
Ειδωλολάτρες, χριστιανοί, Έλληνες, σταυροφόροι, καθολικοί, Αρμένηδες, Ρώσοι, Άραβες, Ισραηλινοί, Πέρσες... οι πάντες έχουν αναμειχθεί στην ιστορία του Ναού!
Άλλοι έχτιζαν, άλλοι κατέστρεφαν, άλλοι διεκδικούσαν...
Η ιστορία γράφει πως το 70 μ.Χ. ο Τίτος κατέστρεψε τα Ιεροσόλυμα. Λίγο αργότερα ο Αδριανός ξαναχτίζει την πόλη, και στη θέση του Γολγοθά ανεγείρει ναό της Αφροδίτης!
Στο σημείο εκείνο ο Μ. Κωνσταντίνος χτίζει τον πρώτο Ναό της Αναστάσεως. Η νέα θρησκεία έχει ανάγκη ενός χώρου θεοφάνιας, που με την κατάλληλη αρχιτεκτονική ανάδειξή του, θα έδινε στους πιστούς την αίσθηση της παρουσίας του Θεού.
Οι πρώτοι που κατέστρεψαν το Ναό ήταν οι Πέρσες, όταν το 614 κατέλαβαν την Παλαιστίνη.
Δεύτερη καταστροφή το 1009, απ΄τον χαλίφη Αλ Χακίμ, που είχε μάνα χριστιανή κι ο θείος του ήταν Πατριάρχης Ιεροσολύμων!
Το 1808 ο Ναός παθαίνει μεγάλες καταστροφές από φωτιά.
Αλλά είχε ήδη προηγηθεί, το 1099, η κατάληψη της πόλης απ΄τους Σταυροφόρους, που ανακαίνισαν το Ναό με βάση τη γοτθική και ρομανική αρχιτεκτονική. Του έδωσαν το σκοτεινό μυστήριο και το ιερό δέος που χαρακτήριζε τη Δύση...
Να μην ξεχάσουμε να αναφέρουμε πως το 1948, στη διάρκεια του Ιορδανοϊσραηλινού πολέμου, ο Ναός βομβαρδίστηκε αγρίως!
Σήμερα ο Πανάγιος Τάφος αποτελεί ένα στυλιστικό συνονθύλευμα!
Ουσιαστικά, δεν πρόκειται για έναν Ναό, αλλά για δεκαπέντε, ο ένας πάνω στον άλλο...

Τετάρτη, Αυγούστου 3

Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια (επετειακό)

Το 1938 ήταν μια πολύ κρίσιμη χρονιά για τα εκκλησιαστικά μας πράγματα.
Στις 9 Οκτωβρίου, ο τότε αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος (όνομα κι αυτό, ε;), παρευρέθηκε στα αποκαλυπτήρια του ανδριάντα του Βασιλέως Κωνσταντίνου, στο Πεδίον του Άρεως, έκατσε πολλές ώρες στον ήλιο, έπαθε υπερκόπωση και καρδιακή ανεπάρκεια, και σε λίγες μέρες πέθανε.
Πριν ακόμα πεθάνει, όπως γίνεται συνήθως, έπεφταν κορμιά στον αγώνα της διαδοχής.
Δύο ήταν οι βασικοί υποψήφιοι: Ο μητροπολίτης Κορινθίας Δαμασκηνός, ο μετέπειτα αντιβασιλέας, και ο Χρύσανθος, πρώην μητροπολίτης Τραπεζούντος, που ζούσε στην Αθήνα μετά την ανταλλαγή πληθυσμών.
Το Παλάτι υποστήριζε τον Δαμασκηνό, που ήταν αγγλόφιλος, ενώ η αγγλική πρεσβεία τον Χρύσανθο, που ήταν φιλοβασιλικός και οπαδός της Μεγάλης Ιδέας! Ακούγεται αντιφατικό, αλλά υπάρχει μια εξήγηση: την ίδια περίοδο ήταν κενός κι ο αρχιεπισκοπικός θρόνος της Κύπρου, και οι Εγγλέζοι, φοβούμενοι μην μπλέξουν με τον ξεροκέφαλο Χρύσανθο, προτιμούσαν να τον «φορτώσουν» στους Έλληνες...
Τέλος πάντων, ο ίδιος ο Μεταξάς αρχικά αποφάσισε να μείνει ουδέτερος. Πολλά, όμως, στελέχη της κυβέρνησής του, και κυρίως ο Υπουργός Παιδείας Γεωργακόπουλος, υποστήριξαν ανοιχτά τον Δαμασκηνό! Ήταν μια σαφής εκ των ένδω αμφισβήτηση του Μεταξά...
Στον πρώτο γύρο της εκλογικής αναμέτρησης, επικράτησε ο Δαμασκηνός με ψήφους 31 - 30.
Ο Μεταξάς συνειδητοποιεί τον πολιτικό κίνδυνο που διέτρεχε το ίδιο το καθεστώς του, κι αποφασίζει να επέμβει ανοιχτά στα θέματα της Εκκλησίας.
Εκμεταλλεύεται κυρίως το γεγονός πως η ψήφος που έκρινε την αναμέτρηση, ήταν του μητροπολίτη Δριυνουπόλεως Ιωάννη, που είχε ήδη καταδικαστεί από πρωτοβάθμιο συνοδικό δικαστήριο γιατί είχε πάρει «φακελάκι» για να κάνει παράνομες χειροτονίες και μεταθέσεις κληρικών! (Ω, ναι! Γίνονται κι αυτά στην έρμη την Εκκλησία μας!).
Ο Μεταξάς βάζει τον Μανιαδάκη να παρακολουθεί τα τηλέφωνα του Υπουργού Παιδείας και των άλλων «Δαμασκηνιτών» υπουργών του, και προσφεύγει στο Συμβούλιο Επικρατείας που ακυρώνει την εκλογή Δαμασκηνού με ψήφους 8 - 7.
Και ολοκληρώνει το εκκλησιαστικό του πραξικόπημα, συγκαλώντας, βάσει ειδικού αναγκαστικού νόμου, «Μικρή Σύνοδο» 12 Αρχιερέων, που τελικά εκλέγουν τον «εκλεκτό του» Χρύσανθο!
Μερικές ενδιαφέρουσες ιστορικές λεπτομέρειες:
α) Στο πλευρό του Δαμασκηνού ήταν τότε ο νεαρός ιεροδιάκονος της Μονής Πεντέλης, Σεραφείμ Τίκκας, μετέπειτα εκλεκτός του δικτάτορα Ιωαννίδη και αρχιεπίσκοπος Αθηνών!
β) Στο πλευρό του Χρύσανθου ήταν ένας άλλος νεαρός ιεροδιάκονος, με λαμπρές σπουδές στη Γερμανία, και μετέπειτα εκλεκτός ενός άλλου δικτάτορα, του Παπαδόπουλου, και αρχιεπίσκοπος Αθηνών μέχρι που τον εκδίωξε ο Ιωαννίδης... (τον Ιερώνυμο Κοτσώνη, εννοώ!).
γ) Όταν οι Γερμανοί μπαίνουν στην Αθήνα, τον Απρίλη του 1941, αρχιεπίσκοπος ήταν ο Χρύσανθος. Ο οποίος αρνείται ηρωικά να ορκίσει τον κατοχικό πρωθυπουργό Τσολάκογλου! Οπότε, με νέο «νομοθετικό διάταγμα», συνέρχεται «Μείζων Σύνοδος» της ιεραρχίας από 23 μέλη, που αποφασίζει να κηρύξει άκυρη την εκλογή του Χρύσανθου και να επαναφέρει στο θρόνο τον Δαμασκηνό!
Οι Αρχιερείς ψήφισαν «κατά συνείδησιν», με τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων να γράφουν ... «οι Γερμανοί είναι λίγο έξω απ’ τη Μόσχα»!

Δευτέρα, Αυγούστου 1

Ήταν γκομενάρα η Μαγδαληνή;

Μελετώντας τη Βίβλο βρίσκεις του κόσμου τις αντιθέσεις: καλό-κακό, φως-σκότος, ηθικό-ανήθικο, ευσέβεια-ασέβεια, αλήθεια-ψεύδος...
Πουθενά όμως δεν υπάρχει κάτι για το όμορφο και το άσχημο!
Πώς να ήταν, αλήθεια, η Σαμαρείτιδα;
Ήταν μοιραία γυναίκα η Μαγδαληνή;
Την κουνούσαν την ουρίτσα τους οι «δέκα παρθένες»;
Να ήταν, άραγε, κουκλάρες οι Μυροφόρες;
Δεν μας διαφωτίζουν οι Γραφές...
Άλλωστε, για έναν «καλό» χριστιανό, τι είναι οι γυναίκες;
Στα νιάτα του «επικίνδυνες», στην ωριμότητά του «κάργιες», στα γεροντάματα «άξιες περιφρόνησης»!
Για ένα κλασικό μουσουλμάνο είναι και κάτι παραπάνω: ανταλλακτική αξία μεταξύ οικογενειών...
Περνάω κι απ’ τις εβραϊκές συνοικίες. Όλες οι γυναίκες ντυμένες με ομοιόμορφα γκρίζα ρούχα, ίσα μακριά φούστα, σκούφος μέχρι τ’ αφτιά, ολοφάνερη προσπάθεια να ξορκίσουν κάθε ίχνος θηλυκότητας...
Το ποτάμι στην κοιλάδα των Κέδρων στέρεψε!
Ξεράθηκε κι η ποτίστρα των προβάτων! Η Γραφική «προβατική κολυμβήθρα», όπου ο Ιησούς θεράπευσε τον παραλυτικό.
Στην Αγία Πόλη δεν υπάρχουν πλέον ούτε πηγές ούτε θέρμες.
Η ξηρασία ταιριάζει σ’ ένα Θεό ανέραστο, τραχύ, εργένη. Κατ’ εικόνα και ομοίωσίν τους...
Πόσο λείπουν οι καμπύλες και οι πτυχώσεις; Και το γυναικείο χαμόγελο...
Πόσο λείπει η Αφροδίτη!