Τετάρτη, Δεκεμβρίου 28

Το «πρόσωπο» της χρονιάς!

Ασυζητητί το ευρώ!
Αυτό το νόμισμα που μπήκε εντελώς ξαφνικά και απρογραμμάτιστα στη ζωή μας, χωρίς να υπάρχουν οι προϋποθέσεις και η ανάλογη πολιτική ηγεσία.
Που καταρρέει απ’ τα χρέη, τα ελλείμματα και τις ανισορροπίες των ευρωπαϊκών οικονομιών.
Κι αποτελεί πλέον την πιο επικίνδυνη ωρολογιακή βόμβα στον κόσμο...
Υ.Γ.: το τραγουδάκι το αφιερώνω σε σένα κοριτσάκι, που χθες βράδυ δεν έμπαινες στην πλατεία Αβησσυνίας γιατί σκιαζόσουνα, έλεγες, κι ας ήμουν δίπλα σου κι ας σου έσφιγγα δυνατά το σβέρκο...

Τρίτη, Δεκεμβρίου 27

Λάου-λάου το παγαίνεις να ξαναγενώ εργένης!

Λένε πως τα Χριστούγεννα και η Πρωτοχρονιά είναι γιορτές για τα παιδιά.
Εγώ παιδιά-σκυλιά δεν έχω, ακόμα τουλάχιστον, αλλά καμιά φορά φαντάζομαι τον εαυτό μου μπαμπά...
Βλέπω γύρω τους φίλους μου που ’χουν γιους να τους τρώει η αγωνία μην τυχόν και γίνουν ομοφυλόφιλοι, κομμουνιστές, ρατσιστές, μασόνοι, διάφορα...
Εμένα, αντιθέτως, όσο το βιολογικό μου ρολόι πλησιάζει τα μεσάνυχτα, άλλο σαράκι με τρώει.
Τρέμω την πιο σκληρή κι οδυνηρή απόρριψη που μπορεί ένας πατέρας να βιώσει: τι θα κάνω αν ο γιος μου, κει γύρω στα επτά, σκεφτεί πως ο μπαμπάκας του είναι τρελός και πως ο Θρύλος είναι ομάδα μπανάλ, λαϊκατζούρα ή κατεστημένο;
Και μου ξεφουρνίσει μια ωραία πρωία πως υποστηρίζει το ΑΕΚάκι, το ΠΑΟΚάκι ή το Πανιωνάκι;
(Το άλλο ενδεχόμενο ούτε να το συζητάμε, ντάξ;)
Άραγε θα έχω τη δύναμη να κάνω αυτό που θα έκανε κάθε λογικός πατέρας;
Να αποδεχτώ, δηλαδή, ότι οι μέρες μου στο Καραϊσκάκη έφτασαν στο τέλος τους και πως θα πρέπει να επισκέπτομαι τις διάφορες ξενέρωτες συνοικίες της Αθήνας;
Ήδη νιώθω πολύ παιδί για να υποκύψω στις ιδιοτροπίες ενός παιδιού!
Νομίζω πως βρήκα την πιο πολιτισμένη και φιλελεύθερη λύση!
Θα του εξηγήσω πως σέβομαι απόλυτα τις όποιες επιλογές του, αλλά αν θέλει να δει την ομάδα του θα πρέπει να πάει μόνος του, με δικά του λεφτά και χωρίς τη δική μου βοήθεια!
Αυτό νομίζω πως θα είναι αρκετό για να βάλει τα πράγματα στη θέση τους...

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 26

Επίλογος Χριστουγέννων («Βηθλεεμίτες»!)

Ο Οκταβιανός Αύγουστος έδωσε εντολή να απογραφούν όλοι οι κάτοικοι της αχανούς ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, ο καθένας στον τόπο της γέννησής του.
Κίνησε κι ο Ιωσήφ (που σήμερα τον εορτάζει η Εκκλησία μας) με τη Μαρία να πάνε στη Βηθλεέμ.
Το κοριτσάκι ήταν σε προχωρημένη κατάσταση, με την κοιλιά στο στόμα που λένε, αλλά κανείς δεν τους άνοιγε το σπίτι του να τους φιλοξενήσει για μια βραδιά.
Αν οι τσέπες του Ιωσήφ ήταν γεμάτες χρυσάφι όλοι θα σκοτώνονταν να τον εξυπηρετήσουν...
Δυστυχώς, όμως, οι μάγοι με τα δώρα τους ήρθαν αργότερα κι ο καημένος ο μαραγκός δεν είχε μία.
Ευτυχώς, την παρτίδα την έσωσαν τα γαϊδούρια και τα γελάδια της σπηλιάς!
Το φαντάζεστε να γεννιόταν σήμερα ο Χριστός στην Αθήνα που δεν έχουμε όνους και βοοειδή;
Γιατί τα δίποδα, είμαστε σαν τους Βηθλεεμίτες κι ακόμα χειρότεροι...
Κάπου η Παλαιά Διαθήκη γράφει πως ο Θεός έδωσε εντολή στον Μωυσή να του χτίσει ένα θυσιαστήριο, αλλά με πέτρες όχι πελεκημένες!
Το εδάφιο αυτό προβλημάτισε πολλούς ερμηνευτές.
Κατά την άποψή μας η εξήγηση είναι πολλή απλή: ο Θεός θέλει τους τόπους λατρείας του απλούς, απέριτους και φυσικούς.
Όχι εξεζητημένα αρχιτεκτονήματα, φαραωνικά κτίρια, τίγκα στο χρυσάφι και στη χλιδή...

Κυριακή, Δεκεμβρίου 25

Με κόλασε (πάλι) Χριστουγεννιάτικα ο «τριπλόκαμος όφις»!

Εντάξει, το καταλαβαίνω, οι γυναίκες στις εκκλησίες είναι περισσότερες απ’ τους άντρες, αλλ’ αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει και να καταλαμβάνουν το πέταλο των αντρών! Σόρυ, μπερδεύτηκα απ’ το ποδόσφαιρο, το κλίτος των αντρών ήθελα να πω!
Πας το πρωί στην εκκλησία γεμάτος κατάνυξη και ιερό ζήλο, πιάνεις το στασιδάκι σου, πας να κάνεις μια μετάνοια και πέφτεις στις αγαλμάτινες γάμπες της κυρίας με το διχτυωτό!
Θα μου πεις και τι να κάνουν οι καημένες οι κυρίες.
Όσες έρχονται καθυστερημένα, να κάτσουν όρθιες στο αριστερό μέρος που τους ανήκει. Όπως στη Ρωσία.
Πέρυσι τα Χριστούγεννα κάποιος φίλος μου είχε πάει στη Μόσχα. Εκεί οι εκκλησίες δεν έχουν καθόλου καθίσματα και η χριστουγεννιάτικη ακολουθία ξεκινάει στις 12 τα μεσάνυχτα και τελειώνει στις 9 το πρωί! Ο καημενούλης έλιωσε σαν το κεράκι απ’ την ορθοστασία!
Δεν ξέρω, αλλ’ αυτό το κακό με τους «τριπλόκαμους όφεις» που έρχονται στην εκκλησία ντυμένες λες και μόλις βγήκαν από σεξ-σοπ, πρέπει να αντιμετωπιστεί ριζικά.
Πριν 1600 χρόνια, ο Άγιος Χρυσόστομος, αρχιεπίσκοπος Κων/πολης, είχε βάλει πλέγμα στο γυναικωνίτη της Αγια-Σοφιάς γιατί ένας νεαρός διάκονος είχε κοιτάξει από μεγάλη απόσταση (τότε οι άνθρωποι είχαν καλύτερη όραση) μια ωραιότατη κυρία και σκανδαλίστηκε...
Υ.Γ. 1: Σαν σήμερα, Χριστούγεννα, πριν πολλά χρόνια, είχα εκκλησιαστεί στο ναό που λειτουργούσε ένας κολλητός μου ιερέας, βράχος ηθικής και ογκόλιθος πίστεως. Τον περιμένα στο τέλος να ξεντυθεί κλπ και φύγαμε μαζί. Δεν είχαμε κάνει ούτε 100 μέτρα και μας προφταίνει μια μεσόκοπη κυρία φωνάζοντας «πάτερ, ελάτε γρήγορα πίσω στο ναό, έγινε μεγάλο θαύμα, ο ... και...»!
Ο δικός μου την κοίταξε με συμπάθεια και της είπε: «κυρία μου, σήμερα έγινε το πιο μεγάλο θαύμα της ιστορίας, ο Θεός γεννήθηκε ως άνθρωπος, κι εσύ μου μιλάς για τόσο ασήμαντα πράγματα;»!
Και συνεχίσαμε το δρόμο μας ατάραχοι...
Υ.Γ.2: Αν ήμουν ιερέας μετά τον ύμνο των Χριστουγέννων θα έβαζα σήμερα το τραγούδι του Τερζή «στα υπόγεια είν’ η θέα»!
Πράγματι, ο Θεός αναπαύεται στα απλά και ταπεινά πράγματα!
Για να γεννηθεί ο Υιός του η ανθρωπότητα του πρόσφερε τη γαστέρα μιας φτωχής, άσημης, αμόρφωτης και ορφανής κοπελίτσας, ενώ η φύση του πρόσφερε μια σκοτεινή και παγωμένη σπηλιά...

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 23

Όσιος Νικόλαος «ο από στρατιωτών» (Πώς να σωθούμε απ’ τους «τρίπλοκους όφεις»!

Παραμονή Χριστουγέννων αύριο Σάββατο, και δεν είναι τυχαίο που η Εκκλησία μας γιορτάζει τον συγκεκριμένο Άγιο με το παράξενο βιογραφικό!
Αλλά ας δούμε την ιστορία του συνοπτικά:
Ο Νικόλαος ήταν απλός στρατιώτης του βυζαντινού στρατού και συμμετείχε στην εκστρατεία κατά των Βουλγάρων το 802, στην οποία ηγήθηκε προσωπικά ο τότε αυτοκράτορας Νικηφόρος.
Κατά τη διάρκεια της οδοιπορίας διανυκτέρευσε σε ένα πανδοχείο.
Το βράδυ, αφού δείπνισε και έκανε την προσευχή του έπεσε να κοιμηθεί.
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα, η ωραιότατη κόρη του πανδοχέα, τρωθείσα από σατανικό έρωτα, μπούκαρε στο δωμάτιο που κοιμόταν και τον κεντούσε παρακινώντας τον στην αισχρή πράξη!
Ο Άγιος την επιτίμησε με σκληρά λόγια: «Παύσαι, ω γύναι, τον σατανικόν και αθέμιτον έρωτα, μη θελήσεις κι εσύ να μολύνεις την παρθενίαν σου, κι εμέ τον ταλαίπωρον να καταβιβάσεις εις Άδην»!
Τώρα, εύλογα θα αναρωτηθείτε πόσο αφελής ήταν ο άνθρωπος να πιστεύει πως αυτή η μαινάδα ήταν όντως παρθένα. Αλλά έτσι είναι όλοι οι άγιοι, αγαθοί μέχρι αφελείας...
Τρεις φορές την έδιωξε ο Άγιος και τρεις φορές αυτή επέστρεψε δριμύτερη, χωρίς τελικά να δυνηθεί να τον διαφθείρει.
Λίγο πριν το ξημέρωμα ο Νικόλαος είδε σε όραμα όλα όσα θα επακολουθούσαν: τη συντριβή του βυζαντινού στρατού στη μάχη της Κλεισούρας, το θάνατο του Βασιλιά και τη δική του σωτηρία.
Συγκεκριμένα είδε ένα κρεβάτι σε τόπο πράσινο κι ωραίο. Και κάποια φωνή του είπε: «σε αυτή την κλίνη ήταν προορισμένο να πεθάνεις στη μάχη, αλλά σώζεζαι γιατί τη νύχτα τούτη ενίκησες τον τρίπλοκο όφι, δηλαδή τη γυναίκα που τρεις φορές σε πολέμησε παρακινώντας σε στην αισχρή πράξη»...
Κι ερχόμαστε τώρα σε δύο προσωπικά συμπεράσματα:
Πρώτον: πολύ φοβάμαι πως δεν πρόκειται ποτέ ν’ αγιάσω! Για τον απλούστατο λόγο πως δεν μου την πέφτει όχι μόνο κόρη ξενοδόχου αλλά ούτε καν θηλυκό κουνούπι!
Δεύτερον: ας γίνω πιο αισιόδοξος κι ας δω το ποτήρι μισογεμάτο. Κάνω τούτη τη σκέψη: μήπως με αγαπάει πολύ ο Θεός και εισακούει την προσευχή μου «μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν», γι’ αυτό και δεν επιτρέπει σε κανέναν τρίπλοκο όφι να με κεντρίσει;


Πέμπτη, Δεκεμβρίου 22

Το Άστρο της Βηθλεέμ...

Τα δικά μου, λίγο-πολύ, τα ξέρετε: βρίσκομαι σε μια φάση (και ηλικία) που οι γυναίκες είναι ένα φορτίο που, απ’ τη μια μεριά, δεν μπορώ να κουβαλήσω, κι απ’ την άλλη δεν θα μπορέσω ποτέ να ξεφορτωθώ!
Το ξέρω πως στον κόσμο γύρω μου συμβαίνουν (ή μπορεί να συμβούν) πολύ χειρότερα πράγματα: πλοία βουλιάζουν με εκατοντάδες πνιγμένους, παιδάκια στην Αφρική πεθαίνουν της πείνας, σε λίγους μήνες μπορεί να συμβεί ένα πυρηνικό ολοκαύτωμα, ακόμα κι ο Θρύλος ενδέχεται να χάσει το πρωτάθλημα...
Το ξέρω, όλ’ αυτά είναι πολύ τραγικά, αλλά, ντρέπομαι που το λέω, καθόλου δεν με παρηγορούν ούτε ανακουφίζουν το προβληματάκι που έχω με τις γυναίκες...
Αλλά, μέρες που ’ναι, ας γυρίσω σελίδα, κι ας πάψω να σκέφτομαι μόνο ως άντρας: τι θα φάμε, τι θα πιούμε, τι θα χουφτώσουμε και τι θα κλωτσήσουμε! Κι ας μπω λίγο στο πνεύμα των Χριστουγέννων.
Λοιπόν, ακόμα δεν μπόρεσα να εξηγήσω για ποιο λόγο μπήκε στα Ευαγγέλια ο μύθος του Άστρου της Βηθλεέμ. Το πράγμα «μπάζει» από παντού:
- Η σύνδεση της γέννησης του Χριστού με κάποιο αστρικό φαινόμενο, ουσιαστικά δικαιώνει την αστρολογία και, κατ’ επέκταση, τη μαντεία και τη μαγεία.
- Είναι αδιανόητο η γέννηση του Χριστού να συνδέεται με τη σφαγή χιλιάδων αθώων νηπίων απ’ τον Ηρώδη.
- Παραμένει ανερμήνευτο πώς η υποτιθέμενη αυτή γενοκτονία (γιατί μόνο έτσι μπορεί να χαρακτηριστεί η γενική σφαγή χιλιάδων νηπίων) δεν διασώθηκε από κανέναν ιστορικό, ούτε καν απ’ την εβραϊκή παράδοση.
Παρ’ όλα αυτά, στο άστρο της Βηθλεέμ διακρίνω έναν πολύ ισχυρό συμβολισμό:
Σύμφωνα μα τα Ευαγγέλια, οι τρεις μάγοι ακολουθούν τον δρόμο που τους δείχνει το αστέρι. Αλλά καθώς μπαίνουν στην Ιουδαία το αστέρι εξαφανίζεται. Κι οι μάγοι χάνονται, μένουν μετέωροι, απελπίζονται.
Έτσι συμβαίνει και με μας.
Στην αρχή της πνευματικής μας προσπάθειες τα σημάδια της παρουσίας του Θεού είναι έντονα. Μας δείχνουν σταθερά το δρόμο.
Έρχεται όμως κι η ώρα που πρέπει ν’ απογαλακτισθούμε. Να αποδείξουμε την πνευματική
μας ωριμότητα. Και τότε το «αστέρι» χάνεται απ’ τον ορίζοντά μας. Ο Θεός μοιάζει να κρύβεται. Κι εμείς, χωρίς πυξίδα, βολοδέρνουμε στα άγρια κύματα της αμφιβολίας και της δυσπιστίας...

Τρίτη, Δεκεμβρίου 20

Καλά Χριστούγεννα μ’ ένα καλό βιβλίο!

Τα βιβλία που αγάπησα με βρήκαν τυχαία.
Συνήθως σ’ έναν περίπατο, σε κάποιον πάγκο με προσφορές, φτηνιάρικα, τ’ αγοράζω με τα ρέστα του καφέ...
Τα βιβλία π’ αγαπώ είναι μικρών αξιώσεων, μεθενθύνουν τη στιγμή, μιλάνε για γειτονιές που δεν γνώρισα, για πουτάνες που δεν πήδηξα, για ταξίδια που δεν έκανα.
Για ένα περιθώριο που δεν μπορώ και δεν μου επιτρέπεται να ζήσω...
Υπάρχει και μια ακόμα κατηγορία βιβλίων που αγάπησα: Τα ’γραψαν συγγραφείς που γούσταραν οι γκόμενές μου: Νίτσε, Γιάλομ, Μπρυκνέρ, Χίσλοπ...

Κυριακή, Δεκεμβρίου 18

Μου φαίνεται πως στις μέρες μας κανείς δεν πηδεί!

Τούτο το μπλογκί δεν ανεβάζει ανέκδοτα!
Αλλά μετά το εφιαλτικό 2011 και το κολασμένο 2012 που αναμένεται, θεωρούμε καλό να πούμε κανένα καλαμπουράκι μπας και γελάσει λίγο το χειλάκι μας.
Λοιπόν... ένα αεροπλάνο πέφτει (ως γνωστόν) στην Αφρική και γλιτώνουν (πάλι ως γνωστόν) ένας Γερμανός ένας Ιταλός κι ένας Έλληνας.
Τους πιάνουν οι Μάο-Μάο και τους παγαίνουν στο Βασιλιά τους.
Τους βλέπει εκείνος έτσι ασπρουλιάρηδες, τους συμπάθησε κι όχι μόνο τους χάρισε τη ζωή αλλά αποφασίζει να τους παντρέψει με τρία τρυφερούδια του χαρεμιού του.
Κι όχι μόνο αυτό, αλλά στο καπάκι τους λέει: «όποιος κάνει τη γυναίκα του να φωνάξει περισσότερο την πρώτη νύχτα του γάμου θα του δώσω το μισό μου βασίλειο!»
Γίνονται οι γάμοι και την άλλη μέρα οι τρεις Ευρωπαίοι παρουσιάζονται στο Βασιλιά.
«Χθες έδωσα στη γυναίκα μου ένα μπακιρένιο δαχτυλιδάκι», λέει ο Γερμανός, κι εκείνη έμπηξε τις τσιρίδες και την άκουσε όλη η καλύβα».
«Εγώ της υποσχέθηκα ένα ταξιδάκι στη Νάπολη», λέει ο Ιταλός, «και οι φωνές της ακούστηκαν σε όλο το τετράγωνο».
«Ρε α πω δω», λέει ο Έλλην. «Εγώ έβγαλα τη μηχανή του αεροπλάνου, της άλλαξα λάδια και μετά σκούπισα τα χέρια μου στο σεντόνι της! Ε, ακόμα ουρλιάζει»!
Ηθικό δίδαγμα: πηδάει σήμερα κανείς;


Σάββατο, Δεκεμβρίου 17

Ο Άσκαρ ιεροκήρυκας ΙΕ‘ (Ο Θεός ξέρει τι τα κάνω τα λεφτά μου!)

Το ξέρω, είναι χιλιοειπωμένο αλλά εγώ θα το επαναλαμβάνω μέχρι να το εμπεδώσουμε:
Πού γεννήθηκε ο Χριστός;
Μήπως στο πολυτελές ΙΑΣΩ;
Μήπως στις ειδικά διαμορφωμένες αίθουσες των ανακτόρων, που γεννιόντουσαν οι άλλοτε πορφυρογέννητοι βασιλείς μας;
Όχι βέβαια!
Γεννήθηκε σ’ ένα στάβλο, χωρίς θέρμανση, νερό, μαίες και γιατρούς.
Και ποιος τον φρόντιζε σαν πατέρας του;
Μήπως κανένας Βασιλιάς, μεγιστάνας, στρατηγός, υπουργός, μεγαλέμπορος;
Όχι βέβαια!
Ένας κακομοίρης μαραγκός.
Και η μάνα του ποια ήταν;
Μήπως κανένα υψηλόβαθμο στέλεχος επιχειρήσεων ή καμιά σουφρατζέτα φεμινίστρια;
Όχι βέβαια!
Μια ορφανή, πάμφτωχη και άσημη κοπελίτσα ήταν. Σεμνή κι υπάκουη («γένοιτο κατά το ρήμα σου!).
Πάμε παρακάτω...
Πολλοί από μας ζητάμε απ’ το Θεό διάφορα κουφά: να μας δώσει πλούτο, αξιώματα, καλές δουλειές, γαμπρούς και νύφες με κομπόδεμα...
Κι αγανακτούμε που δεν βρίσκουμε ανταπόκριση.
Κατ’ αρχήν, ας δούμε τη ζωή του ίδιου του Χριστού και της οικογενείας του: του Ιωσήφ, της Μαρίας, του ετεροθαλή αδελφού του Ιακώβου. Και καπάκι ας μελετήσουμε τη ζωή των περισσότερων αγίων της Εκκλησίας μας.
Τι βλέπουμε; Ότι οι άνθρωποι αυτοί έζησαν μέσα στη φτώχεια, στην ορφάνια, στον κατατρεγμό, στην εξορία. Και οι περισσότεροι είχαν πολύ σκληρό τέλος.
Μ’ άλλα λόγια, δεν είδαν άσπρη μέρα στη ζωή τους!
Πώς, λοιπόν, εμείς έχουμε το θράσος να ζητάμε πλούτια και δόξες και πολυτέλειες και γκομενάρες;
Κι εδώ μπαίνει ο μεγάλος πειρασμός:
Όσοι πιστεύουν στο Θεό είναι καταδικασμένοι να χάσουν την παρούσα ζωή;
Θα περάσουν απ’ τον κόσμο τούτο χωρίς να γευτούν τις χαρές του;
Κατ’ αρχήν, θέλω να σας καθησυχάσω: κανείς από μας δεν πρόκειται να ζήσει τόσα βάσανα όσα οι άγιοι εκείνοι άνθρωποι. Για τον απλούστατο λόγο ότι δεν έχουμε τις πνευματικές προϋποθέσεις για να τα αντέξουμε.
Απλά, θα τους έχουμε ως πρότυπα υπομονής και εγκαρτέρησης.
Απ’ την άλλη, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε κάνα-δυό πραγματάκια: εκτός από ανάξιοι των ευεργεσιών του Θεού, είμαστε και ανίκανοι διαχειριστές τους!
Υπάρχει περίπτωση κάποιος από μας να αποκτήσει πλούτη και αξιώματα, και να τα χρησιμοποιήσει για το κοινό καλό;
Ο Θεός ξέρει και τι είμαστε και μέχρι πού μπορούμε να φτάσουμε!
Ας αρκεστούμε, λοιπόν, στη σοφία του και σ’ όσα εκείνος μας επιτρέψει να απολαύσουμε.
Προσωπικά, το ’χω πάρει απόφαση πως δεν πρόκειται να δω γεμάτο πορτοφόλι στην τσέπη μου!
Γιατί ξέρω πολύ καλά πως θα τα ξοδέψω μέχρι τελευταίου σεντ στις πουτάνες!
Και, δυστυχώς για μένα, το ξέρει κι ο Θεός...

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 16

Αυτοψυχανάλυση Ζ’ (Είμαι σαρανταφεύγα και ξέρω πολύ καλά τι επιδιώκουν οι γυναίκες!)

Την παρακάτω ιστορία δεν ξέρω αν την έζησα ή απλά τη φαντάστηκα ή την ονειρεύτηκα.
Δεν ξέρω καν αν την άκουσα κάπου ή τη διάβασα.
Το μόνο που ξέρω είναι πως την ώρα που τη γράφω έχω μπροστά μου ολοζώντανες τις εικόνες...
Είμαστε, λέει, σε μια μικρή αγγλική πόλη, όχι μακριά απ’ το Λονδίνο.
Η τοπική ποδοσφαιρική ομάδα, Δ’ Κατηγορίας, δίνει τον πιο κρίσιμο αγώνα της χρονιάς. Με νίκη ανεβαίνει κατηγορία.
Πάω γήπεδο με τη γκομενίτσα μου και την κολλητή της.
Δέκα λεπτά πριν λήξει ο αγώνας οι αντίπαλοι βάζουν γκολάκι.
Η δικιά μου κάνει ακριβώς αυτό που θα περίμενες από μια γυναίκα να κάνει την κρίσιμη στιγμή: λιποθυμάει ή προσποιείται πως λιποθυμάει!
Εγώ δεν κάνω τίποτα απολύτως. Μόνο προσεύχομαι να ισοφαρίσουμε!
Η κολλητή της την τραβάει στα σκαλάκια της κερκίδας για να τη δουν οι τραυματιοφορείς του γηπέδου.
Δεκατρία χρόνια μετά νιώθω ακόμα ντροπή για την απροθυμία μου, για την ανικανότητά μου να βοηθήσω τον άνθρωπο που υποτίθεται πως αγαπούσα.
Και νιώθω ακόμα μεγαλύτερη ντροπή όσο συνειδητοποιώ πως δεν έχει αλλάξει κάτι πάνω μου...
Με φαντάζομαι στο Καραϊσκάκη, να παίζουμε έναν κρίσιμο νοκ-άουτ αγώνα. Το αντίπαλο εξτρεμάκι βγαίνει μόνο του από θέση έξω δεξιά κι η κοπέλα μου δίπλα αποφασίζει ξαφνικά να τα παίζει!
Τι κάνω;
Στους αγώνες δεν θέλω να έχω το νου μου σε κανέναν!
Οπότε; Θα έχω τη στοιχειώδη ευπρέπεια, ωριμότητα και κοινή λογική να σιγουρευτώ ότι κάποιοι θα τη φροντίσουν;
Ή θα σπρώξω πιο πέρα το πεσμένο της σώμα, ελπίζοντας πως θα συνεχίσει να αναπνέει μετά από ενενήντα λεπτά, και πάντα με την επιφύλαξη πως δεν θα υπάρξει παράταση και πέναλτι;
Πολύ με προβληματίζει αυτή η σκοτεινή πτυχή του χαρακτήρα μου.
Κατ’ αρχήν την απέδωσα στο μικρό αγόρι που κρύβεται μέσα μου! Στο παιδί που αποχαλινώνεται μόλις βρεθεί στο γήπεδο, που αισθάνεται πως οι γυναίκες είναι αδύναμες και πάντα θα λιποθυμάνε στο γήπεδο...
Τώρα, όμως, που έγινα σαρανταφεύγα, και τις έφαγα τις γυναίκες με το κουταλάκι, ξέρω πολύ καλά γιατί το ένστικτό μου φωνάζει «χέστες!»!
Γιατί το μόνο που επιδιώκουν οι γυναίκες είναι να τραβήξουν την προσοχή μου, να μου τη σπάσουν στο καλύτερο, να μου καταστρέψουν τη βραδιά, να μου γαμήσουν την ψυχολογία, να φέρουν την καταστροφή...

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 14

Αυτοψυχανάλυση ΣΤ’ («Σούπερ-μάρκετ αντρισμού»)

Υπήρχαν ανησυχητικά μεγάλα διαστήματα της ζωής μου που ένιωθα άνθρωπος μειωμένης νοημοσύνης.
Στην πραγματικότητα, ποτέ δεν βίωσα τις συγκλονιστικές εκείνες εμπειρίες που υποτίθεται πως αλλάζουν τη ζωή σου: το πρώτο φιλί, την απώλεια της παρθενιάς, τον πρώτο καυγά, το πρώτο μεθύσι, τα πρώτα ναρκωτικά, την πρώτη νύχτα στο κρατητήριο...
Όλ’ αυτά σε μένα απλώς έμοιαζαν να έχουν συμβεί.
Δεν υπήρξε καμιά ουσιαστική εκ μέρους μου συμμετοχή. Καμιά διαδικασία επώδυνης απόφασης.
Όλες τις σχετικές αποφάσεις τις πήραν για λογαριασμό μου η πίεση των συνομηλίκων, ο κακός μου χαρακτήρας, η σεξουαλικά ωριμότερη συμμαθήτριά μου...
Το ποδόσφαιρο ήταν η παρηγοριά των παιδικών μου χρόνων. Η κουβέρτα που με προστάτευε τις νύχτες. Ένας τρόπος ν’ αντιμετωπίζω τα προβλήματα της ζωής μου...
Το Καραΐσκάκη ήταν το σούπερ-μάρκετ του αντρισμού μου, που πήγαινα κάθε δεύτερη Κυριακή να γεμίσω το άδειο μου καροτσάκι...
Μου άρεσε που μπορούσα να τρομάζω τους επιβάτες του ηλεκτρικού. Που στις επαρχιακές πόλεις, μόλις μας έβλεπαν οι καταστηματάρχες κατέβαζαν τα ρολά.
Η τελετουργία της βίας τηρούνταν με ιερή ευλάβεια: την πέφτουμε στον εχθρό, αυτός το βάζει στα πόδια, η αστυνομία επεμβαίνει...
Το «μ’ αρέσει το ποδόσφαιρο» για μένα ήταν ταυτόσημο με το «γουστάρω να πίνω μπύρες, να ρίχνω μπουνιές, να χουφτώνω βυζιά»
Βέβαια, δεν αγνοούσα και την πραγματικότητα: δεν υπήρχε περίπτωση να πεις σε καλλιεργημένη γυναίκα πως σου αρέσει το γήπεδο, και να μην εισπράξεις το πιο απαξιωτικό βλέμμα της ζωής σου!
Όμως το γήπεδο ήταν η καλύτερη λύση όταν τα σχολικά βιβλία άρχιζαν να ζορίζουν, και τα κορίτσια δεν αποτελούσαν ακόμα το σημείο αναφοράς της χαμοζωής μας...
Η ζωή μου άλλαξε όταν γνώρισα την Δ. Οι διαφορές μας ήταν τεράστιες, και τότε τις απέδιδα κυρίως στο φύλο μας.
Δέχθηκε να πάμε μια Κυριακή στο γήπεδο.
Όταν βάλαμε γκολ όλη η εξέδρα πετάχτηκε στον αέρα. Κοίταξα δίπλα μου και την είδα να κάθεται πίσω από ένα τείχος αντρικών οπισθίων σκασμένη στα γέλια!
Ποτέ ως τότε δεν μου είχε περάσει απ’ το μυαλό πως το ποδόσφαιρο μπορεί να είναι μια αστεία υπόθεση...
Παρατηρώντας τη Δ. διαπίστωσα πως οι γυναίκες είχαν προσωπικότητα!
Ήταν μια πληροφορία που με συγκλόνισε!
Εγώ ήμουν τόσο άχρωμος, σα γάργαρο νεράκι.
Τ΄αγόρια δεν είχαμε προσωπικότητα. Μόνο πάθη. Πάθη προβλέψιμα κι αδιάφορα...
Εκείνη τη στιγμή ένιωσα πως η παιδική μου ηλικία τελείωσε!
Και μαζί της ό,τι είχε να κάνει με το σκηνικό στο Καραΐσκάκη.
Ίσως κάποια μέρα να ξαναγύριζα, αλλά μόνο κρατώντας απ’ το χέρι το γιο μου...
Βέβαια, οι φανατικοί γαύροι κάπου κάποτε θα ξανανταμώσουν.
Τράκαρα τον «Λεχρίτη» σε μια τουαλέτα στην Εθνική Οδό.
Με είδε στα κυριλίκια μου, μάλλον ένιωσε αηδία, μου γύρισε την πλάτη κι άρχισε να κατουράει στον τοίχο δίπλα στην τουαλέτα...


Τρίτη, Δεκεμβρίου 13

Απ’ το κρυφό τετραδιάκι της Καντούλας (δυο χουνέρια σε μια μέρα είναι πολλά!)

Είχα πολύ καιρό να βρεθώ με τον Ασκάρ, στο μεταξύ στεφανώθηκα, κι είπαμε να τα πούμε από κοντά στον καφενέ του Χασάν στα Εξάρχεια.
Ο Άσκαρ δεν ήταν και στα πολύ καλά του, κι εκεί που άρχισα να ψιλοβαριέμαι, να ΄το απέναντι το ξανθό γκομενάκι, πράσινο μάτι, κορμί γαμάτο...
Το γκομενάκι με διπλοτσεκάρει από απόσταση, το βλέπω, τρελαίνομαι, «ωραία», λέω, «να που αποκτά ενδιαφέρον η έξοδος».
Κι έρχεται στο τραπέζι μας κι αρχίζει κάτι «εγώ δεν κάνω τέτοια», «δεν κάνω καμάκι στα καφέ», «πρώτη φορά μου συμβαίνει να μιλάω με άγνωστη και να νιώθω ζεστά».
Κι εκεί που έχει αρχίσει να μ’ απογειώνει τελείως, γιατί σημειωτέον μου τα ψιθυρίζει στ’ αυτί την ώρα που μου τρίβεται, δήθεν τυχαία, και μ’ έχει κάνει πύραυλο, μου σκάει την κεραμίδα στο δόξα πατρί!
Ότι είναι μπάι κι ότι ο λόγος που ήρθε στο τραπέζι μας ήταν πως γούσταρε τον Ασκάρ!
«Τι λες ρε μαλάκα, που με παίζεις τόση ώρα για να μου πετάξεις αυτή την παπαριά;».
Γυρνάω σπίτι ζοχαδιασμένη και παθαίνω το δεύτερο μπλακ άουτ!
Βρίσκω τον αγαπημένο αντρούλη μου να πηδάει την γκόμενα που μένει στο κάτω διαμέρισμα!
Κι όχι μόνο πηδιόντουσαν, αλλά κάνανε και σαν ζώα, λες και δεν είχαν ξαναπηδηχτεί ποτέ στη ζωή τους!
«Ρε μαλάκα, δυο χρόνια είμαστε μαζί, προχθές παντρευτήκαμε, σε μένα δεν έκανες ποτέ έτσι σεξ, ούτε καν τις πρώτες φορές, τότε που έλεγες πως με άγγιζες κι έτρεμες»...

Κυριακή, Δεκεμβρίου 11

Να γιατί μισώ τις γυναίκες!

Πήρα ένα κινητούλι να κάνω τη δουλίτσα μου και να μιλάω με τους κολλητούς, κι αυτή μ’ έπρηξε:
«Θέλω να μου γνωρίσεις αυτό το Θανάση που ’χεις στις επαφές σου»
«Γιατί άργησες να απαντήσεις;»
«Πού ήσουν και το ’χες απενεργοποιημένο;»
Έτσι μου ’ρχετε να το πετάξω απ’ το παράθυρο...
Ώρες-ώρες με πιάνουν οι ιπποσύνες μου και της παίρνω λουλούδια ή γλυκά.
Ε... μού τα βγάζει απ’ τη μύτη:
«Εσύ σίγουρα κάποια βρομοδουλειά έκανες χθες βράδυ!»
Αποφάσισα να ανθρωπιστώ λίγο και να πλένομαι κάθε μέρα. Και να ρίχνω και μια ξούρα μόλις βγαίνω απ’ το μπάνιο.
Με βλέπει σαν εγκληματία: «Πολύ ύποπτα μου φαίνοντα όλ’ αυτά», μου λέει. «Και το ξέρεις πως εγώ σε γουστάρω αξύριστο!»
Σκέφτηκα πρόσφατα να εκσυγχρονιστώ. Πήγα κι αγόρασα κάτι μοντέρνα ρουχάκια, βρήκα και κάτι καινούργια μυθιστορήματα -όχι όλο Ντοστογιέφσκι και Τολστόυ-, έπιασα και στο ράδιο κάτι τέκνο σταθμούς, κι αυτή έγινε μπαρούτι: «Κάποια πιτσιρίκα γνώρισες και θες να το παίξεις τζόβενο»!
Λες και δεν είμαι μεγάλος ... πιπινομαγνήτης! Πάντα ήμουν...
Χθες βράδυ ήταν τ’ αποκορύφωμα:
Είπα να δοκιμάσουμε καμιά νέα στάση, μπας και σπάσει η ρουτίνα.
Τι το ’θελα ο καψερός;
«Πού τα ’μαθες αυτά τα κόλπα εσύ; Πλέον είμαι σίγουρη πως με κερατώνεις!»

Σάββατο, Δεκεμβρίου 10

Ο Άσκαρ ιεροκήρυκας! ΙΔ’ (Ο Θεός μας ετοιμάζει τραπέζι κι εμείς «στρώνουμε» γκόμενες!)

Μεγάλο τραπέζι ετοίμασε για χάρη μας ο Θεός!
Και μας καλεί να δειπνήσουμε μαζί του.
Η πρόσκληση δεν είν’ ομαδική. Όχι «καλούνται οι κλάσεις...», ή «να προσέλθουν όλοι οι υποψήφιοι...».
Τον καθένα μας τον καλεί προσωπικά!
Στην Εκκλησία δεν υπάρχουν ούτε μαζικά προσκλητήρια ούτε συλλογικές ευθύνες.
Δεν είμαστε πρόβατα αλλά πρόσωπα.
Ατομική η πρόσκληση, ατομική η απόφαση κι ατομική η ευθύνη...
Πάμε τώρα παρακάτω...
Πιάνουμε στα χέρια μας τις ατομικές και τιμητικές προσκλήσεις, κι αντί να ενθουσιαστούμε αρχίζουμε τα σούξου-μούξου!
Εγώ, λέει ο ένας, αγόρασα καινούργιο σπίτι και θέλω να το χαρώ!
Εγώ, λέει ο άλλος, πήρα καινούργιο αμάξι και θα πάω μια βόλτα μέχρι τη Χαλκίδα να το στρώσω!
Κι εγώ, λέει ο τρίτος, έπιασα καινούργια γκόμενα κι είμαστε πάνω στα μέλια! Απ’ το κρεβάτι σηκωνόμαστε μόνο για τουαλέτα...
Ε, πώς να μην τα πάρει στο κρανίο κι ο Θεός;
Και καλεί στη θέση μας όλους τους αμαρτωλούς!
Που τρέχουν μ’ ευγνωμοσύνη στο παλάτι του.
Κι επειδή έμεινε ακόμη χώρος στην τραπεζαρία, καλεί και τους εγκληματίες!
Αυτοί, στην αρχή διστάζουν από συστολή, αλλά Εκείνος με τη βία τους καθίζει στο τραπέζι του!
Κι εμείς οι Χριστιανοί μένουμε στην απέξω. Να «στρώνουμε» τ’ αμάξια μας και τις γκόμενες...
Υ.Γ.: Είναι παρατηρημένο πως εκεί που προσεύχεσαι, νιώθεις καμιά φορά μια ανεξήγητη κατάνυξη. Μια ευφορία κι εσωτερική γαλήνη.
Το συζήτησα μ’ ένα κολλητό μου καλογέρι.
Εκείνος γέλασε και μου ’δωσε την κατάλληλη απάντηση:
«Αυτό που νιώθουμε είναι ένα σοκολατάκι που μας το δίνει ο Θεός για να καταλάβουμε τι μεγάλο ζαχαροπλαστείο μας περιμένει κει πάνω»...

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 7

Οι χωρισμένοι δεν γιορτάζουνε ποτέ!

Η Χριστίνα χώρισε πρόσφατα.
Πέρασε μια βδομάδα κλεισμένη στη γκαρσονιερούλα της, με τις πιτζάμες, ξαπλωμένη στα πατώματα.
Απόψε αποφάσισε να ξεμυτίσει, και μας κάλεσε «να πιούμε κάνα ποτάκι».
Εντάξει, τις δυο κολλητές της το καταλαβαίνω, αλλά εμένα τι με ήθελε;
Τέσπα, πήγαμε σ’ ένα μπαράκι της Ασκληπιού κι αναλάβαμε να τη συνεφέρουμε...
Οι δυο κολλητές ξεσάλωσαν εντελώς.
Δεν λέγεται το το έσερναν του τύπου που την παράτησε... του «εγωπαθή μαλάκα, που έχανε το χρόνο της μαζί του».
Εγώ δεν έβγαλα άχνα.
Δεν είμαι, άλλωστε, χθεσινός.
Εκτός του ότι τον πάω τον τύπο, ξέρω τι θα επακολουθήσει.
Η Χριστίνα θα τα ξαναφτιάξει μαζί του και πάνω στις τρυφερότητες και τα σιρόπια, θα τα ξεράσει όλα.
Χαράματα στο κρεβάτι, κάτω απ’ τα παπλώματα, θα του ξύνει ναζιάρικα το μπράτσο με το νυχάκι της και θα του λέει: «Ξέρεις τι μου έλεγε ο φίλος σου ο γαύρος για σένα; Πως είσαι μεγάλο καθίκι»!
Στην καλύτερη, θα βάλουν κι οι δυο τα γέλια.
Στη χειρότερη, θα μου κόψουν κι οι δυο για πάντα την καλημέρα...

Κυριακή, Δεκεμβρίου 4

Καντούλα: η Φρύνη των ορέων! (Απ’ το ημερολόγιο ενός θεολόγου)


Δαίμονας κακόβουλος και πονηρός συνήργησε κείνο το βράδυ, 17 Νοέμβρη, να τη συναντήσω στην «Ταβέρνα του Κουτσού».
Εγώ, σαραντάρης θεολόγος, πήγα με τα γεροντοπαλίκαρα να πιούμε κάνα ξύδι.
Εκείνη, δεκαεξάχρονη, όλο ζωή κι ενέργεια, την έβλεπες και ξεχνούσες χρέη, διαζύγια, διατροφές, θάνατο...
Καθόταν στο διπλανό τραπέζι, και το κρασί είχε απορυθμίσει κάθε τυπικότητα!
«Στην υγειά σου δάσκαλε», μου είπε, κι εγώ παρατηρούσα τα χείλη της και τα φανταζόμουν ν’ ανοίγουν και να κλείνουν, να σουφρώνουν, να τεντώνονται, ανάλογα με το μέρος του κορμιού μου που ’χαν ν’ αντιμετωπίσουν κα
ι να λατρέψουν ηδονικά...
Μια παρέα γύφτων μπαίνουν στο μαγαζί.
Η μικρή τούς παρήγγειλε να παίξουν τ’ αγαπημένο της τραγούδι. «Ό,τι αγαπάω εγώ πεθαίνει»...
Έκλεισε τα μάτια της κι έδειχνε να ονειροπολεί.
Μόλις τέλειωσαν οι γύφτοι, αρπάζω το μαχαίρι απ
’ τη μπριζόλα, και με μια γρήγορη σφάζω το νταούλι!
Δεν θα ’φηνα να ξανακούσουν άλλα αυτιά αυτό τον ήχο, που την έκανε να ταξιδέψει ποιος ξέρει πού...
Η Καντούλα δεν είχε τίποτα απ’ την ανούσια αναίδεια και την ανεμελιά της εφηβικής ηλικίας.
Η μάνα της είχε μικροπαντρευτεί. Και στα 25 της είχε ήδη 6 παιδιά. Είχε κερδίσει επάξια, με το μουνί της, το επίδομα πολυτέκνου!

Μόλις πρωτόδα την Κάντυ, αποφάσισα να βάλω στο γκομενικό χρονοντούλαπο όλες τις καριόλες που μου ’χαν κάνει τη ζωή ρημαδιό...
Και σκέφτηκα την Π. που προχθές, πριν βροντήξει οριστικά την πόρτα πίσω της, μου ’κανε δώρο ένα κουκλάκι Πινόκιο, για να μου δείξει, μάλλον, πως τα ήξερε όλα!
Όμως, τούτη δω, την Καντούλα, την αγάπησα. Μ’ έ
ναν έρωτα αγνό. Σαν αυτόν που νιώθουν οι καλόγριες της Αγίας Ελεούσας για το Χριστό!
Ευτυχώς, είχα πιεί πολύ και δεν το πήρα κατάκαρδα όταν η Κάντυ με κάλεσε να τη συναντήσω το επόμενο βράδυ στα μπουρδέλα του Καρπενησίου, πάνω στα Ρόβλια.
Τοίχο-τοίχο ανέβηκα την ανηφόρα.

Δεν ήθελα να με αναγνωρίσει κανείς.
Κάθισα στην αίθουσα αναμονής, σ’ έναν ξεφτισμένο καναπέ.
Κάποια στιγμή εμφανίστηκε κι η τσατσά, με κοίταξε με οίκτο (ή έτσι μου φάνηκε) και μου ’πε: «η σειρά σου τσαχπίνη μου»!
Η Καντούλα, που θα μπορούσε άνετα να ’ναι κόρη μου, με υπ
οδέχτηκε με επαγγελματικό τρόπο.
Τα μαλλιά της μύριζαν σπέρμα κι η ανάσα της υγρό αποπλύματος.
Κι όμως, εγώ έψαχνα τα χείλη της, να γευτώ το μύρο της εφηβικής της αγάπης...
Μάταιος κόπος.
Εκείνη είχε συνεχώς το βλέμμα της στο πλάι. Τα μάτια της ήταν
καρφωμένα στο ρολόι.
Μήπως και ξεπεράσω την ώρα που μου αναλογούσε...
Δεν ένιωθε το πάθος μου που θάμπωνε τη ματιά μου κι έκοβε τ
ην ανάσα μου.


Πέμπτη, Δεκεμβρίου 1

Μπαρόβιες ιστορίες... (Α’)

Τα πίνω σ’ ένα μπαρ στο κέντρο.
Πίνω σεμνά.
Πίνω αργά.
Αλλά κυρίως πίνω μόνος.
Μ’ αρέσει να ρεμβάζω και να πίνω μόνος.
Η γκαρσόνα θα ’ρθει πάλι να με ρωτήσει «έχεις όρεξη για κουβέντα, ή είσαι πάλι στην καρακοσμάρα σου;».
Δεν θα της απαντήσω. Προτιμάω να μιλάω σε σκιές...
Όταν πίνω δεν θέλω δυνατές μουσικές αλλά ούτε και χαμηλό φωτισμό. Δεν είμαστε και σε αγρυπνία στην Πετράκη...
Γουστάρω να στέκομαι όρθιος στην μπάρα και να κουνιέμαι λες και κάνω οχτάρια... σα να χορεύω.
Οι σωστοί πότες είναι φιλόσοφοι...
Κατά τις 11 το βράδυ γυρίζω σπίτι.
Όταν έχω ζαλιστεί απ’ το ποτό και δυσκολεύομαι να οδηγήσω, κλείνω το αριστερό μου μάτι.
Για έναν ανεξήγητο λόγο, όταν είμαι μεθυσμένος βλέπω καλύτερα με το ένα μάτι...

Δευτέρα, Νοεμβρίου 28

Σελίδες απ’ τη ρημαγμένη μου ζωή! ΙΣΤ’ (Μάνα, θα σε πάω στο γήπεδο της Ντέρμπι!)

Ερωτεύτηκα το ποδόσφαιρο όπως θα ερωτευόμουν αργότερα τις γυναίκες.
Χωρίς πώς και γιατί, χωρίς να σκεφτώ τις χαρές, τις πίκρες και την αναστάτωση που θα έφερνε στη ζωή μου.
Πρωτοπήγα γήπεδο με τον πατέρα μου στη Νέα Σμύρνη.
Οι οπαδοί της τοπικής ομάδας είχαν τη φήμη των «ψαγμένων», και δεν άργησαν να το επιβεβαιώσουν
Εμείς πανηγυρίζαμε τα γκολ, κι εκείνοι τραγουδούσαν:
«Έτσι όπως πάμε
σε λίγα χρόνια
θα γαμάμε
με κουπόνια»...
Τις μέρες των αγώνων ξυπνούσα με ένα νευρικό σφίξιμο στο στομάχι. Κάτι που εντείνονταν μέχρι ο Θρύλος να πάρει το προβάδισμα με δύο γκολάκια! Μόνο τότε άρχιζα να ηρεμώ...
Στην αρχή πήγαινα γήπεδο μόνο με τον πατέρα μου.
Αλλά εκείνος είχε το χούι να φοράει γραβάτα κι απ’ έξω πουλοβεράκι κόκκινο με βε.
Ειλικρινά, ντρεπόμουν να τον κυκλοφοράω έτσι ντυμένο στη θύρα 7.
Με τη μάνα μου τα πράγματα ήταν ακόμα πιο μπερδεμένα.
Ενώ έβλεπε παντού κινδύνους, και με απέτρεπε από χίλια δυο πραγματάκια, στο γήπεδο με ενθάρρυνε να πηγαίνω!
Πολλές φορές μου πλήρωνε και το εισιτήριο. Μου έκανε ακόμα και τα έξοδα για να ταξιδεύω με τους γαύρους στην επαρχία. Με τρένο, με πούλμαν, με πλοίο...
Σήμερα, μπορώ πλέον να εξηγήσω τη συμπεριφορά της: νόμιζε πως πηγαίνοντας στο γήπεδο δεν θα γινόμουν «αδελφή»!
Τις Κυριακές ζούσαμε μια μικρή παρωδία.
Παίρναμε μεζί τον ηλεκτρικό από Ομόνοια, κι εγώ κατέβαινα στο Καραϊσκάκη. Με σταύρωνε και με αποχαιρετούσε.
Και συνέχιζε μέχρι Περαία, όπου έμενε μια μακρινή ξαδέλφη της...
Κάθε Σάββατο πρωί μου έπλενε το ερυθρόλευκο κασκολάκι, το άπλωνε στην ταράτσα με τα ασπρόρουχα να στεγνώσει και το βράδυ το σιδέρωνε.
Έτσι, το μεσημέρι της Κυριακής, πάντα με περίμενε στο κομωδίνο διπλωμένο ένα φρεσκοπλυμένο και φρεσκοσιδερωμένο μυρωδάτο κασκόλ...
Η μάνα μου ποτέ δεν μπήκε σε γήπεδο. Αλλά πάντα έχω κατά νου να της κάνω μια μεγάλη έκπληξη!
Να την βάλω ένα Σαββάτο πρωί στο αεροπλάνο, να πάμε Λονδίνο, να μπούμε στο τρένο με τους φανατικούς οπαδούς της Ουέστ Χαμ, και να πεταχτούμε μέχρι το γήπεδο της Ντέρμπι Κάουντι!
Μιλάμε γι’ αυτά τα υπέροχα τρένα, τα Football Specials, με τις σπασμένες λάμπες στα βαγόνια και τους αστυνόμους να περιπολούν με τα σκυλιά στους διαδρόμους...

Κυριακή, Νοεμβρίου 27

Σελίδες απ' τη ρημαγμένη μου ζωή... (ΙΕ') - Το ξέρω, θα ΄ρθεις!

Το καφέ-μπαρ της γωνίας ήταν κακόφημο.
Γυναίκες δεν τολμούσαν να μπουν.
Ή, μάλλον, όσες έμπαιναν το έκαναν με δική τους ευθύνη!
Το μαγαζί άνοιγε στις 7 κάθε πρωί.
Ο μπάρμαν πήγαινε απ’ τις 5. Για σφουγγάρισμα, προμήθειες και τα σχετικά...
Κάθε μέρα, αξημέρωτα, πέντε και τέταρτο τζαστ, χτυπούσα την πόρτα του μαγαζιού.
Ο μπάρμαν μου ’κανε τη χάρη να μου ανοίγει και να μ’ αφήνει να κάθομαι σε ένα σκαμπό.
Ό,τι έπινα μέχρι τις 7 ήταν κερασμένο απ’ το μαγαζί.
Ακριβώς στις 7 μου έλεγε «Λοιπόν, ανοίγω, από δω και πέρα ό,τι πιεις το πληρώνεις»!
Είχα πάντα μερικά κέρματα στην τσέπη.
Ίσα που έφταναν για το πρώτο ποτό.
Πάντα είχα την ελπίδα πως μετά όλο και κάποιος θα βρίσκονταν να με κεράσει...
Στην πραγματικότητα ήμουν απλά ένα «αγοράκι», την ώρα που όλοι οι άλλοι προσπαθούσαν να βρούνε δουλειά, να κάνουν λεφτά και τα ρέστα...
Εγώ, όμως, έμενα καθημερινά κρυμμένος στο σκοτεινό μπαρ.
Έτσι, δεν έπρεπε να δουλεύω οχτώ ώρες τη μέρα, να χτυπάω κάρτα, να οδηγώ αμάξι, να παρακολουθώ τα πολιτικά...
Ήταν μια καλή κρυψώνα!
Το μόνο που έπρεπε να κάνω ήταν να κάθομαι και να περιμένω...
Πίστευα πως όλο και κάτι συναρπαστικό θα γινόταν εκεί μέσα.
Αλλά δεν συνέβη ποτέ τίποτα. Ήταν όλα πολύ συνηθισμένα...
Στις δύο το πρωί το μαγαζί έκλεινε.
Πήγαινα στο υπόγειο διαμερισματάκι να κοιμηθώ λιγάκι.
Γιατί στις 5 έπρεπε να σηκωθώ...

Πέμπτη, Νοεμβρίου 24

Μ’ αρέσει να επιστρέφω στο παρελθόν...

Τέτοια πάνω-κάτω εποχή, πριν από 50 χρόνια, το Νοέμβρη του 1962, τέθηκε σε ισχύ η Συμφωνία Σύνδεσης της Ελλάδας με την ΕΟΚ.
Η Συμφωνία προέβλεπε τη σταδιακή άρση των τελωνειακών τειχών και τη χορήγηση στη χώρα μας ενός ποσού 125 εκατ. δολαρίων τα επόμενα πέντε χρόνια.
Μιλάμε για τεράστιο ποσό!
Από τότε άρχισε το ... «ροκάνισμα»!
Με αφορμή την υπογραφή της Συμφωνίας, ο ανταποκριτής των Τάιμς του Λονδίνου στην Αθήνα, έγραφε σχετικά:
«Οι Έλληνες κεφαλαιούχοι θα πρέπει να αφήσουν τη νοοτροπία του ταχέος και ασφαλούς πλουτισμού. Σήμερον κάνουν τοποθετήσεις εις ακίνητα με ασφαλή πρόσοδον 12%. Αν δεν μεταβάλλουν την τακτικήν των αυτή θα χάσουν την ευκαιρίαν δια παραγωγικάς επιχειρήσεις και θα εκτοπιστούν από ξένους επιχειρηματίες»!
Μάλιστα...
Ας πάμε τώρα και στο 1823, που ψηφίστηκε ο πρώτος και μόνος ελληνικός προϋπολογισμός κατά τη διάρκεια της επανάστασης και μέχρι την έλευση του Καποδίστρια.
Στην Επιτροπή Σύνταξής του συμμετείχαν 6 πολιτικοί κι 6 στρατιωτικοί, μεταξύ των οποίων κι ο Δυσσέας Ανδρούτσος, για τον οποίο η λαϊκή μούσα αποφάνθηκε τελεσίδικα:
«και τα πλατιά τα στήθια σου
τείχος χορταριασμένο»!
Η έκθεση της Επιτροπής ήταν μνημείο ολιγόλογης σοφίας: «τα έσοδα δεν θέλει εξισωθώσιν ποτέ με τα έξοδα»!
Στα έσοδα περιλαμβάνονταν οι προσφορές των επαρχιών σε λάδι, κρασί, σταφίδες, φρούτα και ... χαρούπια!
Στα έξοδα υπολογίζονταν οι δαπάνες για τα τσαρούχια των αγωνιστών, 300 δράμια ψωμί ημερησίως για τον καθένα, καθώς και η αναλογούσα ποσότητα κρασιού και ... ρακής!

Τρίτη, Νοεμβρίου 22

Την ώρα που γεννιόντουσαν σχολάγανε οι μοίρες....

Στον ηλεκτρικό για Καλλιθέα.
Δυο γυναικείες φωνές. Ψιλοκουβεντούλα.
Εγώ γυρισμένη την πλάτη, δεν βλέπω φάτσες.
Συζητούν για τιμές προϊόντων στα σούπερ-μάρκετ. Τα αγαπημένα τους δημητριακά, υγρό πλυντηρίου, τυρί διαίτης, χαρτί υγείας...
Τεντώνω αυτιά. Χρήσιμες πληροφορίες...
Κάποια στιγμή γυρίζω να τις δω.
Ξαφνιάστηκα. Δυο ωραία κορίτσια, το πολύ 20 χρονών, με τ’ ακουστικά iRhone κρεμασμένα στο λαιμό...
Εικόνα που δεν κόλλαγε στις κουβέντες τους.
Στην ηλικία τους εμείς συζητούσαμε για έρωτα, βιβλία, σινεμά, μαρξισμό...
Όχι για τιμές γκούντα!
Αυτές, επαρχιωτοπούλες φοιτήτριες, τα λεφτά των γονιών μετρημένα, το βάρος της πραγματικότητας μοιάζει ασήκωτο.
Γι’ αυτό και γαντζώνονται στο σουπερμαρκετικό σύμπαν τους...
Το όνειρο γι’ αυτές άρχισε γρήγορα να ξεφτίζει.
Αντί να μετρούν τηλέφωνα επίδοξων εραστών, σε μικρά χαρτάκια χωμένα κρυφά στις τσέπες τους απ’ την τσάρκα της προηγούμενης νύχτας, μετράνε τα ευρουδάκια του μπαμπά...
Άγριες εποχές!
Τους είπα κάτι αστείο που μου ’ρθε στο μυαλό.
Τώρα που το ξανασκέφτομαι, μου φαίνεται χοντράδα.
Σκάσαν στα γέλια.
Γέμισε το βαγόνι δροσιά...

Κυριακή, Νοεμβρίου 20

Τ’ αγαπάω το σαραβαλάκι μου...

Το παραδέχομαι!
Είναι παλιό, λίγο σαραβαλιασμένο, αλλά τ’ αγαπάω στο φουλ.
Καμιά φορά αρνείται ν’ ανάψει τα φωτάκια του.
Ουδέν πρόβλημα.
Έξω από το σπίτι μου ο δρόμος έχει ένα σαμαράκι. Περνάω από πάνω με ταχύτητα και... τσουφ, τα φώτα πορείας ανάβουν!
Είναι πολύ ευγενικό μαζί μου!
Όταν χαλάει, χαλάει πάντα μπροστά σε κάποιο συνεργείο.
Δεν μου έδωσε ποτέ πίκρες...
Κάθομαι και του μιλάω.
Του λέω «να είσαι ευγενικό κι αυτή τη φορά».
Του μιλάω λες κι είναι γατάκι.
Το νιώθω σα ζωντανό...

Παρασκευή, Νοεμβρίου 18

Τι κατάλαβα 35 χρόνια που παρακολουθώ τις πολιτικές εξελίξεις...

Από μικρό παιδάκι θυμάμαι τον εαυτό μου να παρακολουθεί στενά τις πολιτικές εξελίξεις και να διαβάζει φανατικά εφημερίδες.
Πέρασαν πια πολλά χρόνια, ψιλοωριμάσαμε, και μπορούμε να βγάλουμε κάποια ασφαλέστερα συμπεράσματα.
Τα οποία συνοψίζονται όλα σε μια ιστορία του Ναστραντίν Χότζα, που κάποτε διορίστηκε κατής (δικαστής) κι άρχισε να δικάζει την πρώτη του υπόθεση.
Εμφανίζεται ο πρώτος κατηγορούμενος κι αρχίζει να λέει την ιστορία του.
Κουνάει το κεφάλι ο Χότζας και του λέει «δίκιο έχεις».
Αμέσως μετά παίρνει το λόγο ο αντίδικος, και λέει τα ακριβώς αντίθετα πράγματα.
Ξανακουνάει το κεφάλι του ο Χότζας και του λέει «δίκιο έχεις».
Οπότε, πετάγεται απ’ το ακροατήριο κάποιος και διαμαρτύρεται: «Μα πώς είναι δυνατόν να έχουν και οι δύο δίκιο;».
«Κι εσύ δίκιο έχεις», του λέει ο Χότζας!

Τετάρτη, Νοεμβρίου 16

Απ’ το κρυφό ημερολόγιο της Αθανασίας Α’ («Μορταλάκο, θέλω να σου μιλήσω μα τρέμει η φωνή μου!»)

«Το 24χρονο που γνώρισα στις διακοπές το σχόλασα!
Δε λέω, καλά πέρασα, μπόλικο σεξ, αρκούντως απολαυστικό, με σπουδαία διάρκεια κι επαναληψιμότητα!
Αλλά ο χρόνος περνούσε, κι εκείνος άρχιζε να φτιάχνει σχέση στο μυαλό του...
Βρε καλέ μου, εγώ μόνο σεξ... του έλεγα.
Ναι, εντάξει, απαντούσε, και συνέχιζε να μου αραδιάζει πώς πέρασε τη μέρα του, τι έκανε στη δουλειά του.
Καταλαβαίνετε τώρα... μικρό παιδί.
Ε, τι τα θέλετε, το έληξα και βουρ για το επόμενο κορμί!
Το οποίο έσκασε λίγες μέρες αργότερα...
Λίγο μεγαλύτερο βέβαια, αλλά, (τι να κάνω;) θυσίασα το γραμμωμένο κορμί για χάρη της εμπειρίας και της τεχνικής.
Κι επειδή έχει και πολλές υποχρεώσεις, γυναίκα, παιδιά κι εγγόνια, η επικοινωνία μας είναι αραιή και περιεκτική!
Δίνουμε σημείο και ώρα συνάντησης και τέλος!
Λαμπρά...»

Δευτέρα, Νοεμβρίου 14

Καλορίζικη η νέα κυβέρνηση, αλλά ας μη γελιόμαστε...

... μάλλον θα κάνει τη «βρώμικη δουλειά»!
Δηλαδή θα πάρει εκείνα τα μέτρα που δεν μπορεί μια μονοκομματική κυβέρνηση.
Ας θυμηθούμε, με την ευκαιρία, όλες τις μέχρι τώρα «υπερκομματικές» κυβερνήσεις μας:


Το Μάιο του 1877 έχουμε την πρώτη κυβέρνηση εθνικής ενότητας με πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Κανάρη.
Έχει ήδη ξεσπάσει ο ρωσοτουρκικός πόλεμος, και ο λαός απαιτεί να ταχθεί η Ελλάδα στο πλευρό των «ομόδοξων αδελφών μας»!
Σκοπός της κυβέρνησης ήταν, υποτίθεται, η πολεμική προετοιμασία της χώρας για να συμμετάσχει στον πόλεμο.
Τελικά, και κάτω απ’ τις πιέσεις της Αγγλίας, κάτσαμε στ’ αυγούλια μας, και η οικουμενική κυβέρνηση τερμάτισε το βίο της τον Γενάρη του 1887.


Ακολουθεί η κυβέρνηση συνεργασίας υπό τον Αλέξανδρο Ζαΐμη, το 1926. Δυο χρόνια πριν η Ελλάδα είχε λάβει το λεγόμενο «προσφυγικό δάνειο», για την αποκατάσταση των μικρασιατών προσφύγων.
Μεταξύ των μέτρων λιτότητας που της επέβαλαν οι δανειστές της ήταν και η απόλυση 10.000 δημοσίων υπαλλήλων (τότε την έλεγαν «διαθεσιμότητα κι όχι «εφεδρεία»).
Οι κυβερνήσεις ανεβοκατέβαιναν, ο λαός ήταν εξοργισμένος, και επεχείρησε, μάλιστα, να εισβάλει στα Ανάκτορα στις 9 Σεπτεμβρίου!
Σαν πολλές ομοιότητες, δεν νομίζετε;


Το 1944, μετά την αποχώρηση των Γερμανών, σχηματίζεται κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» με πρωθυπουργό τον Γεώργιο Παπανδρέου, με τη συμμετοχή και του ΕΑΜ.
Στην Ελλάδα καταφθάνουν και οι Άγγλοι, ως εγγυητές της ομαλής πορείας της χώρας, ως νέες δυνάμεις κατοχής... ποιος ξέρει; Οι υπουργοί του ΕΑΜ αποχωρούν, και τα Δεκεμβριανά αρχίζουν...

Τον Ιούλιο του 1974, μετά την πτώση της Χούντας, έχουμε νέα κυβέρνηση εθνικής ενότητας, με επικεφαλής τον Καραμανλή και μέλη της στελέχη της παλιάς ΕΡΕ, Ένωσις Κέντρου και στελεχών του αντιδικτατορικού αγώνα.
Βρέθηκε, όμως, αντιμέτωπη με τον Αττίλα ΙΙ, κι ο τότε πρωθυπουργός αποφάσισε να αποχωρήσουμε απ’ το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ.

Τον Ιούνιο του 1989 έχουμε την κυβέρνηση συνεργασίας Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΝασπισμού της Αριστεράς με πρωθυπουργό τον Τζαννή Τζανετάκη, και βασική αποστολή την παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο.
Το Νοέμβριο γίνονται νέες εκλογές, κανένα κόμμα δεν κερδίζει αυτοδυναμία, και συγκροτείται η «οικουμενική» κυβέρνηση του Ξενοφώντα Ζολώτα.
Οι κυβερνήσεις συνεργασίας Τζανετάκη-Ζολώτα παραλίγο να αποτελέσουν την ταφόπλακα του ΚΚΕ. Το καημένο το κόμμα τρεις μήνες συμμετείχε στη διακυβέρνηση της χώρας και πληγώθηκε για πολλές δεκαετίες...


Κυριακή, Νοεμβρίου 13

Απίστευτο (τριπλό) όραμα!

Πολύ επεισοδιακή η αποψινή νύχτα!
Αλλά, ας πάρουμε τα πράγματα απ’ την αρχή:
Τη βδομάδα που πέρασε, η τύχη τα ’φερε, και «θεολόγησα» αρκετά! Γραπτά και προφορικά...
Δως του αναλύσεις για τον «καλό Σαμαρείτη», έβαζα και μερικές γερές δόσεις ταπεινολογίας, αγαπολογίας, φιλανθρωπίας... ξέρετε τώρα... τις αρλούμπες που τσαμπουνάνε όλοι οι θεολόγοι, αλλά που κανένας δεν τηρεί!
Ικανοποιημένο το ακροατήριο, ενθουσιασμένοι οι αναγνώστες, εεε... δεν θέλει και πολύ να την ψωνίσεις.
Κι ερχόμαστε στη χθεσινή νύχτα, με τα τρία διαδοχικά (αληθινά) όνειρα, που τράβηξαν το χαλάκι και φάνηκε η σαβούρα:
Όνειρο πρώτο: Ήμουν, λέει, κάπου στον Ελαιώνα κι έπαιζα ποδόσφαιρο με κάτι Πακιστανούς. Κλίμα πολύ φιλικό, γεμάτο αλληλοκατανόηση, αγάπη και αμοιβαία συμπάθεια. Ξαφνικά, εκεί που παίζαμε, μας την πέφτει μια ομάδα ακροδεξιών με αλυσοπρίονα(!). Οι Πακιστανοί το βάζουν στα πόδια να σωθούν, κι εγώ, αντί να βοηθήσω (ως «καλός Σαμαρείτης» υποτίθεται) τους φίλους μου, άρχισα να φωνάζω στους επιδρομείς «παιδιά, κι εγώ Έλληνας είμαι, δεν έχω καμιά σχέση με τα πακιστανά»!
Ξυπνάω, ξανακοιμάμαι, και να ’σου το δεύτερο όνειρο:
Παρακολουθούσα τη θεία λειτουργία στην εκκλησούλα που συχνάζω. Ξαφνικά, η νεωκόρισσα με πλησιάζει και με κατηγορεί με κάποια ασήμαντη αφορμή. Εμένα θίγεται ο εγωισμός μου, τα «παίρνω στο κρανίο», αρχίζω να κατεβάζω καντήλια, τα χώνω φωναχτά σε όλους, τα βροντάω και φεύγω! Εγώ, που υποτίθεται όλη τη βδομάδα έλεγα πως πρέπει να δεχόμαστε με υπομονή της δοκιμασίες, να μην οργιζόμαστε κλπ κλπ...
Ξαναξυπνάω, ξανακοιμάμαι, και να το τρίτο όνειρο:
Παίζαμε πάλι ποδόσφαιρο σε μια αλάνα στο Γουδή. Εγώ, ο κολλητός μου, ένα πιτσιρικάκι που δεν το έχω ξαναδεί, και οι υπόλοιποι εντελώς άγνωστοι. Αρχίζει να σουρουπώνει, όλοι φεύγουν, και μένω εγώ με τον κολλητό και το πιτσιρικάκι. Κάνω έτσι και βλέπω τα παιδιά που έφυγαν να έχουν ξεχάσει τα πολιτικά τους ρούχα. Οι άλλοι δυο προτείνουν να τα φυλάξουμε και να τους τα δώσουμε όταν ξαναβρεθούμε. Εγώ, αντίθετα, άρχισα να ψαχουλεύω τα ξένα παντελόνια, όπου έβρισκα πακέτα με εκατόευρα, και τα ’χωνα στις τσέπες μου! Μέσα μου με έλεγχε η συνείδηση, κάπου ντρεπόμουν τα άλλα δύο παιδιά, αλλά δεν σταματούσα και να σουφρώνω το ξένο παραδάκι...
Τελικά, αυτά τα τρία όνειρα ήταν πολύ αληθινά!
Έδειξαν πως είμαι, απλά, ένα μάτσο σκατά...