Δευτέρα, Μαΐου 28

Πώς ρίχνουν τη χυλόπιτα οι άντρες!




«Δε σε βλέπω ερωτικά» ή «σε βλέπω σα φίλη»!
Μετάφραση: «Δε με ελκύεις καθόλου, δεν πρόκειται ποτέ να κοιμηθώ μαζί σου!».
Είναι ένας ευγενικός τρόπος για να σε μεταθέσει στη … φιλική ζώνη, αποκλείοντας οποιαδήποτε άλλη σχέση…

«Αξίζεις κάποιον καλύτερο»!
Μετάφραση: «Εγώ αξίζω κάποια καλύτερη»!
Ο άνθρωπος θέλει να απεμπλακεί από σας αλλά δεν θέλει να σας κάνει να νιώσετε άσχημα. Είναι ένα γενναίο είδος απόρριψης αφού ρίχνει την ευθύνη στον εαυτό του και ταυτόχρονα σας ανεβάζει. Είναι όμως και πολύ έξυπνο εκ μέρους του! Πώς εσείς να διαφωνήσετε με το επιχείρημα ότι είστε καλύτερες από εκείνον;

«Η ζωή μου είναι πολύ μπερδεμένη αυτόν τον καιρό»!
Μετάφραση: «Είμαι πολύ απασχολημένος κάνοντας σεξ με άλλες γυναίκες»!
Στην περίπτωση αυτή είτε παίρνετε σειρά προτεραιότητας είτε την κάνετε με ελαφρά πηδηματάκια…

«Θέλω να προχωρήσουμε χαλαρά»!
Μετάφραση: «Θέλω να περιμένω μπας και βρω καμιά καλύτερη»!
Δεν είναι απόρριψη μια κι έξω, απλώς θέλει να σας συγκρίνει με άλλες που βγαίνει ταυτόχρονα! Θέλει ένα test drive μαζί σας ο κύριος…

«Δεν είμαι καλός στις σχέσεις»!
Μετάφραση: «Μην τυχόν και με κατηγορήσεις άμα το διαλύσω. Μείνε άμα γουστάρεις αλλά μην περιμένεις και πολλά-πολλά»!
Πρόκειται για το προαναγγελθέν τέλος μιας σχέσης! Τουλάχιστον προειδοποίησε, δεν μπορείτε να πείτε…

Τα κόλπα ενός Καζανόβα!




πρώτο κόλπο: γεμίζει το σπίτι με αρωματικά κεριά και τριαντάφυλλα. Σας στέλνει διαρκώς ερωτικά sms και e-mailς. Σας κάνει να πιστεύετε ότι είστε μοναδικές…

Δυστυχώς με κάτι τέτοια εσείς οι γυναίκες «πέφτετε»! Κάνετε το λάθος να νομίζετε ότι για να είναι κανείς τόσο ρομαντικός, δεν μπορεί να προσποιείται! Αμ δε! Πάντως αυτό δε σημαίνει ότι δεν πρέπει ν’ απολαμβάνετε ό,τι σας προσφέρει! Απλώς μην πιστεύετε τους όρκους αιώνιας αγάπης που σας ξεφουρνίζει από τα πρώτα ραντεβού…

δεύτερο κόλπο: ένας γνήσιος Καζανόβας ποτέ δεν εγκαταλείπει τη μάχη! Μια ενδεχόμενη άρνηση τον κάνει να θέλει να σας κατακτήσει ακόμη περισσότερο… κυρίως λόγω εγωισμού!

Κι όσο αυτός επιμένει άλλο τόσο εσείς γοητεύεστε και νομίζετε ότι δεν μπορεί να ζήσει χωρίς εσάς! Δυστυχώς, όμως, μόλις εκείνος πετύχει το σκοπό του, θ’ αρχίσει να ψάχνει για νέες περιπέτειες! Φροντίστε, λοιπόν, να κρατάτε συνέχεια σε εγρήγορση το ενδιαφέρον του ώστε να θέλει να σας ανακαλύπτει κάθε φορά απ’ την αρχή…

τρίτο κόλπο: με τον άντρα αυτόν το σίγουρο είναι ότι δεν πρόκειται να βαρεθείτε ποτέ! Ό,τι κάνει το κάνει με πάθος! Μιλάει έντονα, ζηλεύει, φωνάζει… Γενικά φροντίζει να είναι πάντα στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος, όπως αρμόζει σ’ έναν γνήσιο Καζανόβα…

Ο τύπος αυτός θα σας έχει πάντα στην πρίζα! Δεν θα μπορείτε να χαλαρώσετε ούτε στιγμή προσπαθώντας να προλάβετε τα σκαμπανεβάσματά του! Για να μην χαθείτε μέσα σ’ αυτό το συναισθηματικό χάος, αλλάξτε κι εσείς συμπεριφορά. Εκεί που είστε ήρεμες αρχίστε να μουρμουράτε, για να δει κι εκείνος πόσο ψυχοφθόρο είναι να είσαι μαζί με κάποιον τόσο άστατο χαρακτήρα…

Παρασκευή, Μαΐου 25

Θεέ μου, ας μην τελειώσει η αλητεία...



Το αγαπούσε πολύ αυτό το λιμάνι! Και λάτρευε την ομάδα του! Κάθε φορά που «έδεναν» στο Λίβερπουλ ένιωθε ευτυχισμένος κι ας τον περίμενε δουλειά εξοντωτική… Θα του έφευγε η ψυχή κουβαλώντας ατέλειωτα κιβώτια με ό,τι μπορεί να φανταστεί ο νους του ανθρώπου… Όταν τα χαρτόνια τρίβονται τόσες ώρες στα χέρια σου, χάνεις την αίσθηση της αφής! Οι κινήσεις σου γίνονται μηχανικές και το μυαλό σου μουδιάζει…
Αργά το απόγευμα πήγαινε πάντα στο ίδιο μπαρ. Από ένα μικρό παραθυράκι έβλεπες το γήπεδο του Άνφιλντ. Και μέσα οι θαμώνες έπιναν ασταμάτητα και μιλούσαν για ποδόσφαιρο και γκόμενες…
Μόλις πέρναγε τη στενή πορτούλα, όλο και κάποιος θα φώναζε … «Αααα, μας ήρθε ο Έλληνας!». Οι περισσότεροι θα σήκωναν το κεφάλι τους, θα τον «έκοβαν» και θα επέστρεφαν στη μοναξιά του ποτού ή της παρέας τους…
Συνήθως κάποιος βρίσκονταν να τον κεράσει την πρώτη μπύρα! Ο «Έλληνας» είχε «φάση» κι έκανε καλή παρέα. Άσε που ήταν φανατικότερος οπαδός κι απ’ αυτούς ακόμη που είχαν γεννηθεί στο λιμάνι με τα σκουροπράσινα νερά…
Το Σάββατο έπαιζαν με την Τσέλσι στο Λονδίνο. Ο «Έλληνας» θα πήγαινε μαζί τους στην πρωτεύουσα! Ήταν αποφασισμένοι να τους τσακίσουν τους «φλώρους» μέσα στη φωλιά τους, στο Δυτικό Λονδίνο! Είχαν δώσει ραντεβού μαζί τους τρεις ώρες μετά τον αγώνα, στο πάρκινγκ του μεγάλου σούπερ μάρκετ! Μακριά από τις κάμερες του γηπέδου και την έφιππη αστυνομία…
Ο «Έλληνας» ήταν «ωραίος τυπάς» και γούσταρε τους τσακωμούς! Το φιλοσοφούσε κι από πάνω: «Οι τσαμπουκάδες δεν πρόκειται να σταματήσουν, η ανθρώπινη φύση δεν αλλάζει! Όσο υπάρχουν άντρες, πάντα θα πλακώνει ο ένας τον άλλον κι ύστερα θα πηγαίνουν να γαμάνε γκόμενες! Έτσι είναι η ζωή…».
Οι κάτοικοι του Λίβερπουλ και οι οπαδοί της ομάδας δεν είχαν καθόλου καλή φήμη. Οι αντίπαλοι τους θεωρούσαν συμμορίες από φτωχομπινέδες μαχαιροβγάλτες! Που περνούσαν τις ώρες τους παίζονταν βελάκια στα ημιυπόγεια μπαρ και πετώντας τσιμεντόπλακες στα τρένα που πήγαιναν για Λονδίνο…
Έκατσε στο τραπέζι του Άλεξ. Ήταν μοναχικός τύπος αλλά απόψε κάθονταν με δυο ρεμάλια που ο «Έλληνας» τα έβλεπε για πρώτη φορά. Ο ένας έπινε συνεχώς κι αράδιαζε τις συνηθισμένες γκομενοϊστορίες! Περιέγραφε πώς τον πήγε σπίτι της και τον άφησε να βλέπει τηλεόραση όσο εκείνη ξυριζόταν. Μόλις τέλειωσε του έφερε ένα μεγάλο κουτάκι μπύρα. Γονάτισε μπροστά του και του τον πέταξε έξω! Στην τηλεόραση μιλούσε ένας καράφλας τηλεπαρουσιαστής με μια ψηλομύτα καριόλα! Ο καράφλας στο χαζοκούτι κουνούσε το κεφάλι του στο ρυθμό της γκόμενας που του έπαιρνε τσιμπούκι! Καραφλό κεφάλι, καραφλό μουνί, κι εκείνος αραχτός στον καναπέ με τη χάινεκεν ακουμπησμένη στον ώμο της… Το μοναδικό ξενέρωμα ήταν πως τον δάγκωνε πού και πού…

Πέμπτη, Μαΐου 24

Στην Αλίσια...

Τις πρώτες μέρες μετρούσες την απουσία του.
Την άκουγες σαν τις σταγόνες της βροχής
σε τσίγκινη δεξαμενή...
Ύστερα, πλήθυνε, λες, το νερό
πέφτουν άηχα οι σταγόνες
η απουσία του έγινε άχρονη.
Ξεχνάς... ξεχνιέσαι...
Θέ μου, δεν είναι δυνατόν!
Δε χάνετε έτσι ένας άνθρωπος...

Τετάρτη, Μαΐου 23

να 'ταν το μέγεθος λίγο πιο... μεγάλο, πιο παχύ...μόνο! κατά τ' άλλα μούρλια όνειρο είναι. Προτιμότερο από ένα και μόνο "μόριο"...

...επανήλθα και μάλιστα δριμύτερη, όπως βλέπετε!!!
αν και κουρασμένη από τις δουλειές στο εξωτερικό που ήμουν, δε μπορούσα να αντισταθώ στην αντιπρόταση του Άσκαρ!

την καλημέρα μου σε όλους σας και τα φιλιά μου επίσης

Δευτέρα, Μαΐου 21

Το όνειρο κάθε άντρα....


Το όνειρο ενός άντρα
είναι μια πόρνη με ζαρτιέρες
αρωματισμένη
με ψεύτικες βλεφαρίδες
μάσκαρα,
σκουλαρίκια
ροζ παντελόνι
κάλτσες ψιλές
(η αριστερή λίγο σχισμένη από πίσω)
κάπως παχουλούλα
λίγο χαζούλα,
λίγο τρελιάρα
να χει τρεις ελίτσες στην πλάτη
να ακούει κλασική μουσική
και να μένει, πάνω-κάτω, μια βδομάδα
μόνο μία.
Θα πλένει τα πιάτα
θα μαγειρεύει
θα πηδιέται
και δεν θα δείχνει φωτογραφίες των παιδιών της
και δεν θα μιλάει για τον πρώην άντρα της
ούτε για τον τωρινό της,
πού πήγε σχολείο, πού γεννήθηκε
πού έκανε φυλακή τελευταία
με ποιον είναι ερωτευμένη.
Μα θα μείνει μια βδομάδα
μόνο μία
και θα κάνει τη δουλειά της
και δεν θα γυρίσει ποτέ
ούτε για κάποιο σκουλαρίκι
που ξέχασε, τάχα, στην τουαλέτα...

Πέμπτη, Μαΐου 17

Η φιλοσοφία θέλει το ... κωλοβαριλίκι της!

(Από το blog "Φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας")

Αρχαία Αθήνα δεν ήταν μόνο η Ακρόπολη, ο Περικλής, ο μεγάλος εμπορικός και πολεμικός στόλος! Πάνω απ' όλα ήταν ένας συγκεκριμένος τρόπος να περνά κανείς τη ζωή του! Στην αρχαία ελληνική γλώσσα υπάρχει μια λεξούλα που δεν τη συναντάμε σε καμιά άλλη γλώσσα του κόσμου: "Αγοράζειν"...
Η λέξη αυτή θα μπορούσε να αποδωθεί στη νεοελληνική ως "κωλοβαριλίκι"! Όταν οι πρόγονοί μας έλεγαν "αγοράζω", εννοούσαν ότι πηγαίνουν στην αγορά για να "κόψουν κίνηση", να δουν τι λέει ο κόσμος, να συναντήσουν φίλους, να μιλήσουν μαζί τους κι αν τους "καθόταν"... ν' αγοράσουν ή να πουλήσουν κάτι...
Έβγαιναν από το σπίτι χωρίς συγκεκριμένο σκοπό και σουλάτσαραν στον ήλιο περιμένοντας νά ρθει η ώρα για το μεσημεριανό φαγητό. Η τροπική μετοχή "αγοράζων" περιγράφει τον τρόπο που βαδίζει όποιος "αγοράζει", δηλαδή το αργόσχολο περπάτημα με τα χέρια πίσω από την πλάτη και σε μια σχεδόν ποτέ ευθύγραμμη διαδρομή.
Ο ξένος που έφθανε στην Αθήνα συχνά εκπλήσσονταν βλέποντας ένα τέτοιο πλήθος πολιτών να βαδίζουν πάνω-κάτω στους δρόμους, να σταματούν κάθε δυο βήματα, να συζητούν μεγαλόφωνα για το τι είναι καλό και κακό, να ξαναξεκινούν για να σταματήσουν και πάλι μετά από μερικά μέτρα!
Ε, λοιπόν, η παγκόσμια φιλοσοφία οφείλει πολλά σ' αυτή την περιπατητική συνήθεια των προγόνων μας!

Κυριακή, Μαΐου 13

Γεροντο-Χαρλεάδες!


Είναι μια παρέα από μάλλον βολεμένους μεσοαστούς. Που τα Σαββατοκύριακα παρατάει γραφεία και καλοποτισμένες γκαζόν προαστικές αυλές και ξαμολιέται να βρει τον εαυτό της στους δρόμους…
Ένα τσούρμο από παχάκια ταϊσμένα καριέρες που φλερτάρουν με χρώμια και εξατμίσεις και αναστενάζουν απέναντι σε σέλες που –λόγω μεσογειακού γονότυπου- δεν φτάνουν…
Είναι σαραντάρηδες με ροπή προς τον παλιμπαιδισμό και μια μεγάλη κούτα απωθημένα στο ψυχολογικό τους πατάρι…
Εκπροσωπώντας αυθαίρετα το ανδρικό φύλο μπορώ να το ομολογήσω άφοβα: Αν είναι να τη φας τη φρίκη, λόγω γεροντόπαχου και προκλιμακτηρίου, καλύτερα να την ξεπεράσεις ανώριμα και εφηβικά. Κάνοντας τον γαϊδουροέφηβο πάνω σε μια μοτοσυκλέτα παρά να μιξοκλαίς για όλα τα φροϋδικά κλισέ πάνω στο ψυχαναλοντίβανο! Πολύ πιο διασκεδαστικό και σίγουρα φθηνότερο. Και πολύ πιο υγιεινό απ’ τα ψυχοφάρμακα, αν εξαιρέσεις τον κίνδυνο να φας καμιά «σούπα»… Όμως, καμιά φορά, μια παραλίγο μετωπική με τον κυρ Χάρο είναι το καλύτερο αντίδοτο στο ψυχομπούκωμα…

Σάββατο, Μαΐου 12

Μια νύχτα στη Μαρσίγια...

Βρέθηκε πάλι σ’ αυτό το λιμάνι με την ανυπόφορη υγρασία και την αφόρητη μπόχα. Χωρίς να το πολυσκεφτεί κατευθύνθηκε προς τις γειτονιές των μεταναστών. Κι ας ήξερε πως ήταν πολύ επικίνδυνο για έναν ξένο να κυκλοφορεί στα στενοσόκακα τέτοια ώρα.
Πίσω από τα δυο εργοστάσια ήταν ο δρόμος με τα μπαρ. Τα κορίτσια κάθονταν στις πόρτες με τις φούστες σηκωμένες και κουνούσαν τον κώλο τους προκλητικά.
«Γλύκα, να σου πω!».
Επικέντρωσε την προσοχή του σε μια απ’ αυτές. Τα βυζιά της του φάνηκαν απρόσιτα για έναν κοινό θνητό. Μπορεί να έκαναν για βασιλιάδες, δικτάτορες, κυβερνήτες, αλλά όχι για έναν φτωχοδιάβολο που ήθελε απλά να κολυμπήσει σε ένα πηγάδι με ουίσκι.
Μπήκε στο τελευταίο μπαρ του δρόμου. Ήταν γεμάτο με άντρες κάθε φυλής. Στάθηκε στην άκρη του πάγκου κι άκουγε τις πιο παράξενες ιστορίες. Για τους Φιλιππινέζους που γουστάρουν τις λευκές και όλοι τους κουβαλούν κάτι περίεργα φονικά στιλέτα. Για τους Σενεγαλέζους που κρατούσαν στα χέρια τους και έπαιζαν χρυσές αλυσίδες. Έλεγαν πως το μάκρος της καθεμιάς έδειχνε το μήκος του πέους τους...
Ένας κοντός και μελαψός τύπος τον πλησίασε απρόσμενα.
- Φαίνεσαι ρέστος φιλαράκο!
- Τα χρήματα είναι όπως το σεξ! Φαίνονται πιο σπουδαία όταν δεν τα χεις...
Ο κοντός και μελαψός τύπος φαίνεται πως δεν είχε όρεξη για φιλοσοφίες. Έφυγε τόσο απρόσμενα όπως ήρθε...
Απέναντί του βρίσκονταν ένας μικρός καθρέφτης. Απέφευγε να τον κοιτάζει. Του άρεσε ο εαυτός του αλλά όχι στον καθρέφτη...
Τό ξερε πως δεν ήταν φτιαγμένος για τον κόσμο, ούτε ο κόσμος για κείνον. Βέβαια είχε βρει και μερικούς άλλους σαν κι αυτόν. Ως επί το πλείστον γυναίκες. Γυναίκες που οι περισσότεροι άντρες δεν θά θελαν να είναι μαζί τους στο ίδιο δωμάτιο! Αλλά εκείνος τις λάτρευε, τον ενέπνεαν, κορδώνονταν μπροστά τους φορώντας μόνο το σώβρακο και λέγοντας πόσο θαυμάσιος είναι, πράγμα που μόνο εκείνος πίστευε. Κι εκείνες του φώναζαν απλά: «Αϊ πηδήξου! Βάλε να πιούμε...»!
Αν και προτιμούσε το ουίσκι παρήγγελλε μπίρες που ήταν φθηνότερες. Κάποια στιγμή τράβηξε μια πολύ γερή γουλιά, τη στριφογύρισε στο στόμα του και στη συνέχεια την εκσφενδόνισε μέσα στο λαιμό του μπουκαλιού από απόσταση 15 πόντων. Ήταν ένα θαυμάσιο κόλπο που δεν το είχε ξανακάνει. Ούτε σταγόνα δεν χύθηκε έξω...
Το ήξερε ότι έπρεπε να αποφεύγει τέτοια μέρη. Κατά κανόνα, μετά από τρεις ώρες μπιροποσίας μπλέκονταν σε άγριους καβγάδες. Χωρίς ποτέ να μπορεί να θυμηθεί το λόγο. Συνήθως έπεφτε άγριο ξύλο. Και κατά κανόνα εκείνος ήταν το μόνιμο θύμα. Τα χέρια του ήταν μάλλον κοντά για πυγμαχία αλλά είχε ανεξήγητο θάρρος και άντεχε τα χτυπήματα. Την ώρα που παίζεις ξύλο δεν νιώθεις τον πόνο. Ο πόνος έρχεται την άλλη μέρα το πρωί και δεν τον λογαριάζεις αν έχεις καταφέρει να γυρίσεις στο δωμάτιό σου.
Στη ζωή του δεν πολυφοβόταν. Ακόμη και τότε που είχε πηδήξει χωρίς να το ξέρει την γκόμενα ενός σκληρού και αδίστακτου μπράβου. Τον πήρε στο κινητό του και του είπε πως έρχεται αμέσως για να τον σκοτώσει! Δεν το έκανε. Μάλλον θα σκοτώθηκε ο ίδιος σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα καθώς έρχονταν...
Τώρα όμως τα πράγματα ήταν κάπως πιο δύσκολα. Ένας ξένος στην κλούβα με τα λιοντάρια! Πρέπει να ήταν καλό θέαμα και μάλιστα δωρεάν. Το κακό με τους τύπους εκείνους ήταν ότι στο τέλος σε πετάν έξω στους σκουπιδοτενεκέδες με τα ποντίκια. Και είσαι τυχερός αν το πρωί οι σκουπιδιαρέοι σε αντιληφθούν και δεν σε πετάξουν στη σκουπιδιάρα να σε αλέσει με τα άλλα απόβλητα...

Πέμπτη, Μαΐου 10

Λακωνική κριτική ... των γαλλικών εκλογών!

Η αδυναμία της Δεξιάς είναι ότι έγινε πιο κυνική!
Η αδυναμία της Αριστεράς ότι έγινε πιο ουτοπική!
Οι Γάλλοι ψηφοφόροι έκριναν, προφανώς, ότι η δεύτερη αδυναμία είναι πιο σημαντική από την πρώτη...

Τετάρτη, Μαΐου 9

Ένας ξένος πού 'ρχεται τη νύχτα και αρπάζει από τη γη ό,τι έχει ανάγκη. . .

Όταν ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής Franklin Pierce ζήτησε το 1855 από τον Seathl, αρχηγό της ινδιάνικης φυλής Σουάμι, να πουλήσει στην κυβέρνηση τη γη του, εκείνος απάντησε με μια συγκλονιστική επιστολή, όπου μεταξύ άλλων γράφονται τα εξής: «Πώς μπορείτε να αγοράζετε ή να πουλάτε τον ουρανό, τη θέρμη της γης; Τούτη η ιδέα είναι παράξενη για μας. Μα η φρεσκάδα του αέρα και το σπινθηροβόλημα του νερού δεν είναι ιδιοκτησία μας. Πώς μπορείτε σεις να τα αγοράσετε από μας; Κάθε κομμάτι τούτης της γης είναι ιερό για το λαό μου. Κάθε πευκοβελόνα που τη χτυπάνε οι ακτίνες του ήλιου, κάθε αμμουδερή όχθη, το πούσι στα σκοτεινά δάση, κάθε ξέφωτο, κάθε έντομο που βουίζει, είναι άγιο στη μνήμη και την εμπειρία του λαού μου. Ξέρουμε ότι ο λευκός άνθρωπος δεν καταλαβαίνει τα φερσίματά μας. Τη μια μεριά της γης τη βλέπει ίδια με την άλλη, γιατί είναι ένας ξένος που ‘ρχεται τη νύχτα και αρπάζει από τη γη ό,τι έχει ανάγκη. Η γη δεν είν’ αδέρφι του, είναι εχθρός του, κι αφού την κατακτήσει, την αφήνει πίσω και προχωράει. Η αχορταγιά του θα καταβροχθίσει τη γη και θ’ αφήσει πίσω μονάχα μια έρημο. Η θέα των πόλεών σας πονάει τα μάτια του κόκκινου ανθρώπου. Όμως μπορεί να φταίει που ο κόκκινος άνθρωπος είναι ένας άγριος και δεν καταλαβαίνει».

Κυριακή, Μαΐου 6

Η πρώτη της φορά...

Τον αγκάλιασε απ΄ το λαιμό κι εκείνος την τράβηξε πάνω του.
Τύλιξε τα πόδια της γύρω απ’ τη μέση του κι αυτός άρχισε να περπατά αμίλητος κουβαλώντας την κρεμασμένη πάνω του.
Βγήκαν στο διάδρομο. Σ΄ έναν μακρύ σκοτεινό διάδρομο ενός παλιού σπιτιού. Υπήρχαν κάμποσες πόρτες, η μία δίπλα στην άλλη. Η τελευταία ήταν μισάνοιχτη. Την έσπρωξε, άναψε το φως χωρίς να την αφήσει απ’ τα χέρια του κι ύστερα την απόθεσε στην άκρη ενός μεγάλου κρεβατιού.
Της έβγαλε τη φούστα χαμογελώντας!
Πέταξε το πουκάμισο και το παντελόνι του, τα μοναδικά ρούχα που φορούσε, δεν είχε καν εσώρουχα! Γλίστρησε στο πλευρό της κάτω απ’ το σεντόνι…
Τη χτένιζε με τα δάχτυλα τραβώντας πίσω τα μαλλιά της και κάθε τόσο σταματούσε για να την κοιτάξει.
Άγγιζε τη σφιχτή λεία σάρκα του, το γυμνό στήθος του και για πρώτη φορά καταλάβαινε ότι όλ’ αυτά δεν ήταν παρά το προοίμιο μιας αδιάκοπης παντοτινής κατοχής…
… Ο πόνος δεν έσβηνε, άρχισε όμως να τον δέχεται! Εξωτερικά ήταν ανυπόφορος. Μέσα, όμως, στο βάθος, ήταν διαφορετικά. Εκεί ο πόνος διαχέονταν και καταλάγιαζε όσο περισσότερο κολλούσε πάνω του, όσο ακολουθούσε τις κινήσεις και το ρυθμό του… ωστόσο δεν έσβησε καμιά στιγμή ώσπου η ηδονή τον νίκησε. Τώρα ένιωθε τους τελευταίους σπασμούς του … την αγκάλιασε τρυφερά κι αισθάνθηκε το καυτό κορμί του στην πλάτη της…
Σε λίγο έκρυψε το πρόσωπό του στο λαιμό της, της κρατούσε τα στήθη κι ανάσαινε βαριά.
Ήταν ευτυχισμένη… Την άφησε και σηκώθηκε. Άκουσε τα βήματά του στο δωμάτιο. Κουνήθηκε κι ένιωσε πόνους σ’ όλο της το κορμί!
- Μάτωσα πολύ;
- Δεν μάτωσες καθόλου…
- Είσαι σίγουρος;
- Ναι!
- Γαμώ το…
Δεν είχε ματώσει καθόλου! Αυτό κι αν ήταν τρομερό! Είχε συμβεί κάτι πολύ σημαντικό, κάτι που δεν θα επαναλαμβάνονταν πια, και το κορμί της δεν είχε αξιωθεί να το γιορτάσει ούτε καν με δύο σταγόνες αίμα! Είχε φανταστεί μιαν ακατάσχετη αιμορραγία, μια λιποθυμία, κι είχε νιώσει μόνο τη χαρά ενός οργασμού, ενός οργασμού επώδυνου κατά κάποιον τρόπο…
Εκείνος άπλωσε το χέρι και πήρε απ’ το πάτωμα ένα πακέτο τσιγάρα. Κι άρχισε να μιλάει για πολλή ώρα. Δεν τολμούσε να τον διακόψει, πάσχιζε όμως να συγκρατήσει κάθε του λέξη, ήθελε να κρατήσει αυτόν τον ίδιο μέσα στο μυαλό της καθώς μιλούσε για έρωτα, για ποίηση, για φιλοσοφία, για τη ζωή και το θάνατο, για τις ιδεολογίες, για τον ισπανικό εμφύλιο, για το σεξ, για τις ηλικίες, την ηδονή, τον πόνο, τη μοναξιά…
Την ξεσκέπασε κι άρχισε να τη χαϊδεύει. Την άγγιζε παντού κι εκείνη παρακολουθούσε το χέρι του, κοιτούσε το κορμί του… Ήταν ωραίος, τον έβρισκε πολύ ωραίο, πολύ σπουδαίο και σοφό για κείνη. Ήθελε να τον χαϊδέψει, να τον φιλήσει, να τον δαγκώσει, να τον γρατσουνίσει! Χωρίς να ξέρει γιατί, ήθελε να τον πονέσει, να τον σακατέψει, αλλά φοβόταν να τον αγγίξει…

Σάββατο, Μαΐου 5

Ωδή σε έναν φίλο...

(Από το blog "Φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας", με τίτλο "Διογένη εσύ σούπερ σταρ!")
Ήρθε κι αυτός στην Αθήνα
απ' τη Σινώπη του Εύξεινου Πόντου.
Λέγαν πως ήταν "μεγάλη λέρα"!
Πως παραχάραξε το νόμισμα της πόλης του...
Είχε όμως και κάποιο ελαφρυντικό:
πριν κάνει τη λαμογιά συμβουλεύτηκε τους παπάδες!
Ρώτησε το Μαντείο των Δελφών αν έπρεπε να την κάνει...
Ο χρησμός τον προέτρεψε "ν' αλλάξει το πολιτικό νόμισμα"...
αλλά εκείνος -νέος κι άπειρος καθώς ήταν- δεν τον κατάλαβε,
κι αντί για πολιτικές αλλαγές,
έκοψε κάλπικη μονέδα!
Τού φυγε η "καλή" μές απ' τα χέρια
και να τώρα, μ' άδειες τσέπες, φθάνει διωγμένος στην Αθήνα.
Εδώ σύχναζε τότε κάθε κυνηγημένος, ξέμπαρκος, τυχοδιώκτης...
όλα τα καθάρματα κι οι φιλόσοφοι εδώ κατέφευγαν,
να βρουν την τύχη τους ή να τη χάσουν,
ν' αναπνεύσουν Δημοκρατία, να πιούν και να γλεντήσουν,
να ξεδώσουν στις πουτάνες
κι ύστερα να γραφτούν σε καμιά σχολή, για να σπουδάσουν κάτι!
Τι δηλαδή; Το τίποτα: Φιλοσοφία!
Δίδακτρα να πληρώσει ο φίλος μας δεν είχε,
πήγε σε μια σχολή στο Κυνοσάργους, στη χειρότερη των χειροτέρων,
που τη διεύθυνε ένας αναρχικός, ο Αντισθένης!
Ο δάσκαλος τον είδε τεμπέλη τζαμπατζή και τον απόδιωχνε...
μα ο φίλος μας επέμενε...
Κάποια μέρα που τον είδε νά χει τρουπώσει ανάμεσα στους μαθητές του,
σήκωσε τη μαγκούρα του να τον χτυπήσει!
Αλλά ο Διογένης δεν τά χασε: "όσες μαγκούρες κι αν σπάσεις πάνω μου
εγώ θά ρχομαι να σ' ακούω!"...
Κοντοστάθηκε ο δάσκαλος... "τι λέει τούτος δω; τέτοιες απαντήσεις δίνουν
τα στουρνάρια μου μετά από δέκα χρόνια!". "Μείνε!" του είπε...
Ο Διογένης δε δυσκολεύτηκε να εφαρμόσει τις χίπικες ιδέες του δασκάλου!
Μήτε περιουσία είχε μήτε σπίτι μήτε ανέσεις! Σιγά τη θυσία που θά κανε...
Άφησε γρήγορα τη σχολή και πήρε τους δρόμους.
Για να φάει, ζητούσε. Κι αν τού διναν έτρωγε...
Αν δεν τού διναν δεν έτρωγε! Ένας φιλόσοφος δεν πεινάει...
Οι πλούσιοι τρώνε όποτε θέλουν! Οι φτωχοί όποτε έχουν...
"Θα σας μάθω εγώ" έλεγε
"να έχετε λεφτά και νά στε φτωχοί,
να μην έχετε δεκάρα και νά στε πλούσιοι!"...
Πήγαινε συχνά στην Αγορά,
αγόραζε κουταμάρες και πουλούσε εξυπνάδες!
Ώρες-ώρες η Αθήνα τον στένευε...
για να ξεσκάσει έκανε εκδρομούλες
πήγαινε και στην Αίγινα σε φίλους πού χαν εξοχικά..
Σ' ένα ταξιδάκι έπεσε στα χέρια πειρατών...
τον πήγαν οι δουλέμποροι στην Κρήτη...
αλλά ποιος ν' αγοράσει έναν τέτοιο κακομοίρη!
"Μπορεί να μην κάνω για δούλος" έλεγε
"κάνω όμως γι' αφεντικό!"
Τελικά τον πήρε κοψοχρονιά ένας Κορίνθιος, ο Ξενίδης
και του ανέθεσε να διδάσκει τα παιδιά του.
Φαίνεται πως έμεινε ικανοποιημένος απ' τον φίλο μας...
"αγαθό πνεύμα έχει μπει στο σπίτι μου!" έλεγε...
Το χειμώνα ο Διογένης πήγαινε στην Αθήνα.
Γυρολόγος ήτανε, περιπλανόμενος φιλόσοφος,
σχολείο κινητό, σήμερα εδώ αύριο παραπέρα!
Πέθανε εκεί γύρω στα ενενήντα!
Άλλοι λεν πως έφαγε χταπόδι ωμό,
το καταβρόχθησε όπως ήταν!
Δόντια δεν είχε, τού κατσε πέτρα στο γεροντικό στομάχι,
τον πιάσαν οι κοιλόπονοι, δεν άντεξε και πέθανε...
Άλλοι λέγαν πως ένα κοπάδι σκύλων έτρωγε ένα χταπόδι,
απαίτησε κι αυτός το μερτικό του
μα ένα αγριόσκυλο του δάγκωσε το πόδι,
αφόρμησε η πληγή και πέθανε!
Άλλοι, τέλος, λένε πως πέθανε πιο φιλοσοφικά...
Κράτησε μόνος του την αναπνοή του και πήγε από ασφυξία!

Τετάρτη, Μαΐου 2

Mόνο τότε...

Θα με γυρέψεις,
όταν βαρύνουν τα ψώνια τα χέρια σου...
όταν βουλώσει ο νιπτήρας...
όταν καεί η ασφάλεια...
Όταν αδειάσουν οι μπαταρίες σου...