Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 27

Ιταλοί αντιφασίστες στον "κόκκινο Βύρωνα"!

Όταν η οικογένειά μου ήρθε απ' το Καρπενήσι στην Αθήνα, πιάσαμε ένα διαμερισματάκι στην οδό Κορυτσάς, δίπλα στην Αγιά Τριάδα του Βύρωνα.
Ο πατέρας μου με έγραψε στο 1ο Γυμνάσιο Βύρωνα, πίσω απ' το λόφο της Ανάληψης, το επονομαζόμενο και "κόκκινο σχολειό"! Και δεν ήταν υπερβολή. Δεν υπήρχε θρανίο που να μην είχε πάνω του χαραγμένο το σφυροδρέπανο. Ήταν η εποχή, σύντομη είν' αλήθεια, που οργανώθηκα στην ΚΝΕ...
Θυμάμαι πως όταν δεν είχα διαβάσματα είτε θα παρακολουθούσα τις προπονήσεις της Δόξας Βύρωνα είτε θα παίζαμε μπάλα στο γήπεδο του Εθνικού Αστέρα είτε θα πήγαινα σ' ένα γειτονικό καφενέ -εγώ το ενδεκάχρονο- όπου σύχναζαν γεροντίδια και διηγούνταν ιστορίες απ' την Κατοχή και τα Δεκεμβριανά.
Μπορεί να μην πολυκαταλάβαινα, αλλά τους άκουγα με το στόμα ανοιχτό. Ανάμεσα στις άπειρες ιστορίες τους είχα ακούσει και για τρεις στρατιώτες Ιταλούς που λιποτάκτησαν τον Φθινόπωρο του 1943 και κατατάχθηκαν εθελοντικά στον ΕΛΑΣ του Βύρωνα.
Το είχα ξεχάσει εντελώς μέχρι που έπεσε στα χέρια μου το βιβλίο του Ξενοφώντα Φιλέρη (που ως στιχουργός έγραψε μερικά απ' τα ωραιότερα τραγούδια του Κώστα Χατζή) "Οι σαλταδόροι του Βύρωνα". Στο βιβλίο αυτό με μεγάλη μου έκπληξη είδα ότι αναφέρονται οι τρεις Ιταλοί που από κατακτητές έγιναν αντιστασιακοί. Κι αφού συμπλήρωσα τα κομμάτια του παζλ που μου έλειπαν, λέω να καταγράψω με συντομία την ιστορία τους:
Ο Αρμάντο έλεγε πως ήταν βιομήχανος από τη Νάπολη. Κι όπως αποδείχθηκε μάλλον δεν ήταν ψέμα. Ήταν πολύ γκομενιάρης. Όσο υπηρετούσε στον φασιστικό στρατό, μαζί με τον οπλισμό του, είχε κι ένα τσουβάλι γόβες. Μ' αυτά έριχνε τα κοριτσόπουλα. Την έστηνε στο Σύνταγμα και τους χάριζε τη μία γόβα τη μια μέρα και τη δεύτερη την επόμενη. Έτσι διπλοπηδούσε!
Δεν ήταν καλός πολεμιστής και οι Βυρωνιώτες είχαν να λεν για την πολυλογία του.
Ο Αρμάντο τη γλύτωσε παρατρίχα στο μεγάλο μπλόκο των Γερμανών στο Βύρωνα, στις 7 Αυγούστου 1944, τότε που εκτελέστηκαν 11 πατριώτες.
Λίγο πριν την απελευθέρωση ο Αρμάντο ερωτεύτηκε μια κοπελιά στη Νέα Ελβετία του Βύρωνα. Την πήρε στην Ιταλία και παντρεύτηκαν. Δυστυχώς, η νύφη πέθανε πολύ νέα το 1947. Ο Αρμάντο την έφερε στην Ελλάδα και την ενταφίασε στο κοιμητήριο του Βύρωνα...
Ο Μάριο ήταν όμορφος, ψηλός κι αδύνατος. Προτιμούσε να παίζει το ακορντεόν του παρά να πυροβολάει. Σκοτώθηκε σε μια μάχη με τους Γερμανούς έξω ακριβώς απ' την Ανάληψη. Τον θάψανε μαζί με άλλους ΕΛΑΣίτες στο παρκάκι της Αγια-Τριάδας. Εκεί που ο Δήμος έχει φτιάξει κούνιες και παγκάκια. Σ' ένα απ' αυτά φίλησα και για πρώτη φορά στη ζωή μου το 1980...
Ο Αλεσάντρο ήταν κουλτουριάρης. Σιωπηλός και στοχαστικός. Διάβαζε συνεχώς.
Σε μια μάχη ανέβηκε στο καμπανιαριό του Προφήτη Ηλία στη Γούβα ως ελεύθερος σκοπευτής. Όταν οι ΕΛΑΣίτες του Βύρωνα υποχώρησαν προς τον Αϊ-Αρτέμη, κάτω απ' την πίεση των Γερμανών που ανέβαιναν απ' το Άλσος Παγκρατίου, ο Αλεσάντρο δεν πρόλαβε να τους ακολουθήσει.
Τον πυροβόλησαν και τον συνέλαβαν αιμόφυρτο. Κανείς δεν έμαθε τι απέγινε...


Κυριακή, Σεπτεμβρίου 26

Νίκος Γόδας: ο ερυθρόλευκος ήρωας (Φυλακές Κέρκυρας - 19 Νοεμβρίου 1948)

Η μεγάλη καταστροφή τον βρήκε γεννισαρούδι στο βυζί της μάνας του. Εγκατέλειψαν τα πάντα στ΄Αϊβαλί και μέσα σε μια νύχτα βρέθηκαν πρόσφυγες στη Μυτιλήνη. Από κει στην Κρήτη και σε λίγο στην Κοκκινιά.
Εκεί έριξε την πρώτη κλοτσιά σε τόπι ο Νίκος. Έπαιξε για λίγο στην τοπική ομάδα μέχρι που τον πήραν χαμπάρι στον Ολυμπιακό και ντύθηκε στα ερυθρόλευκα.
Στο ισόγειο του σπιτιού του, λίγο έξω απ' τον προσφυγικό παραγκομαχαλά, άνοιξε και μια ταβερνούλα. Έρχονταν τα βράδια οι ρεμπέτες και βάραγαν τους μπαγλαμάδες - "χελώνες" τους έλεγαν. Πολλοί φουμέρναν και τσιγάρες στουμπωμένες με "μαύρο". Υπήρχαν κι άλλοι που τράβαγαν και μυτιές ή έριχναν και βελόνι.
Ο Νίκος έμεινε μακριά απ' όλ' αυτά. Ήθελε να πάρει πολλά πρωταθλήματα με τον Ολυμπιακό κι όχι να σέρνεται σαν κουρέλι στα πεζοδρόμια...
Ο πόλεμος κι η Κατοχή γύρισε τούμπα τη ζωή του Νίκου. Το πρωτάθλημα διακόπηκε κι η Αντίσταση φούντωσε. Ο Νίκος έγινε λοχαγός στον επίλεκτο 5ο Λόχο του ΕΛΑΣ στην Κοκκινιά.
Στη μάχη της Ηλεκτρικής ήταν στα πυροβολεία στο Αιγάλεω. Μόνος του γκρέμισε ένα γερμανικό αεροπλάνο. Το πανηγύρισε έξαλλα. Όπως τότε, τα Χριστούγεννα του '39, που έβαλε το πρώτο του γκολ με τη φανέλα του Ολυμπιακού. Ήταν σε θέση έξω δεξιά, με πλάτη στην εστία του Απόλλωνα. Στροφή σώματος 180 μοιρών και αριστερός κεραυνός στο παραθυράκι...
Τα Δεκεμβριανά τον βρήκαν να πολεμάει τους Εγγλέζους πίσω απ' το νεκροταφείο της Ανάστασης στη Δραπετσώνα. Αμούστακα παιδάκια, αυτοί, ενάντια στους Βρετανούς πεζοναύτες με τα τεθωρακισμένα! Σκέτο μακελειό...
Το Γενάρη του '45, βαριά ηττημένοι, αφήνουν πίσω τους την Αθήνα. Μέσα απ' τ' αρβανιτοχώρια της Αττικής και της Βοιωτίας ανεβαίνουν στα βουνά της Ρούμελης. Κουβαλάν
μαζί τους και 2.000 ομήρους. Ήταν ο μόνος τρόπος για να μην τους πετσοκόψουν τ' αεροπλάνα της RAF!
Μετά τη Βάρκιζα γύρισε στην Κοκκινιά. Κάποιοι τον κάρφωσαν, τον πιάσανε κι άρχισε η περιπλάνησή του στις φυλακές. Αβέρωφ, Αίγινα, Κέρκυρα... απομόνωση. Το στρατοδικείο τον καταδίκασε σε θάνατο.
Τα χαράματα στις 19 του Νοέμβρη, τον κάλεσαν στη διεύθυνση. Η ώρα έφτασε. Φόρεσε την ερυθρόλευκη φανέλα με το νούμερο 8. Ο Διευθυντής τον ρώτησε ποια είναι η τελευταία του επιθυμία. Του ζήτησε το λευκό κοντοπαντέλονο που φορούσε όταν τον έφεραν απ' την Αίγινα.
Ντύνεται στα ερυθρόλευκα και βγαίνει. Αυτή τη φορά όχι στο Ποδηλατοδρόμιο -έτσι λεγόταν τότε το Καραΐσκάκη. Αλλά στο προαύλιο της φυλακής.
Ακούγονται παρατεταμένα χειροκροτήματα. Όχι απ' τους γαβριάδες οπαδούς του Περαία, αλλά απ' τους συγκρατούμενους θανατοποινίτες. Και το τραγούδι που ακούγεται δεν είναι ο ύμνος της ομάδας του, αλλά η "Διεθνής".
Στο απόσπασμα αρνείται να του κλείσουν τα μάτια. Θέλει να δει το αίμα του να κυλάει στην ερυθρόλευκη φανέλα.
"Ζήτω ο σοσιαλισμός και ο Ολυμπιακός"!
Οι στρατιώτες ψιλοσάστισαν. Δύσκολο πράγμα να ρίξεις σε άνθρωπο. Κι ακόμα πιο δύσκολο να σημαδέψεις το σημείο με τον δαφνοστεφανωμένο έφηβο!
"Πυρ"!
Κι ο Νίκος πήδησε για την τελευταία του κεφαλιά.
Μα τώρα δεν πήδηξε απλά πάνω απ' τους αντίπαλους αμυντικούς. Πέταξε πάνω απ' τα δοκάρια, πιο ψηλά απ' τα φουγάρα της Ηλεκτρικής, πάνω κι απ' το λόφο της Καστέλας...
Το ερχόμενο Σάββατο, πάνω απ' του Καραΐσκάκη, θ' ανοίξει ένα μικρό παραθυράκι στον ουρανό. Θα 'ναι ο Νίκος που θέλει να δει να παίζουν οι δυο Ολυμπιακοί. Του Περαία και του Βόλου...



Σάββατο, Σεπτεμβρίου 25

Απ' το ημερολόγιο μιας μοναχής (αδελφή Αστερία)

Όταν πρωτογνώρισα την Αστερόεσσα ψαχνόταν για "άντρες ΚΔΟΕ" (= Κτηνώδης Δύναμη Ογκώδης Άγνοια). Γούσταρε κάτι πυγμάχους, μπασκετμπολίστες, φουσκωτούς κλπ.
Στη συνέχεια το γύρισε σε "γυναίκα κούγκαρ". Πήγαινε μόνο με πιτσιρικάδες. Αυστηρώς κάτω των 30! Κι όπως είναι και κουλτουριάρα (παναθεμάτην), μου έλεγε: "δεν είναι τόσο το μαραθώνιο σεξ ούτε το νεανικό κορμί που με τραβάει. Είναι μόνο το αράγιστο βλέμμα τους. Μετά τα 30, το βλέμμα μας αρχίζει να ραγίζει! Μέχρι που γίνεται θρύψαλα...".
Τώρα τελευταία, η Αστερούλα έγινε κι αυτή "κυκλάκιας"! Ανακυκλώνει τους πρώην γκόμενους της ζωής της...
Γνωστά όλ' αυτά. Εκείνο που σίγουρα δεν ξέρατε είναι πως πολύ μικρή είχε μπει σε μοναστήρι. Βρήκα το κρυφό παιδικό της ημερολόγιο, τότε που ήταν "αδελφή Αστερία", και αρχίζω να αναδημοσιεύω...
"Ο αιδεσιμότατος με οδήγησε στο κελί μου, εκεί που η ψυχή γλυτώνει απ' τους θριάμβους της σαρκός.
Χωρίς χρονοτριβή, μου σήκωσε το χιτώνιο μέχρι τους ώμους και με τα δάχτυλά του άνοιξε απαλά τα φύλλα του ιερού μου βιβλίου. Ήταν τρεμουλιαστό, στρογγυλό και υγρό, σαν ένα κομμάτι φίλντισι που το είχαν ποτίσει με ζωή! Τα μπουτάκια μου ήταν σαν καλάμια με την υφή περγαμηνής. Φαινόταν γοητευμένος...
Βούτηξε το πινέλο του στο μικρό μου μπουκαλάκι, αφού πρώτα το ύγρανε με το σάλιο του! Κι άρχισε να κοπανά τη σαλτσούλα μου μέσα στο γουδί!
Μούσκεψαν τα σεντόνια σαν τον ποταμό που ξεχειλίζει στις πεδιάδες...
Μόλις ο αιδεσιμότατος ξαλάφρωσε, ξεκόλλησε από πάνω μου κι σήμανε τη λήξη της "γιορτής" με μια τρομαχτική πορδή που αντήχησε σ' όλη τη μονή"...

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 23

Δεν είναι "αριστερή" πρόταση να γίνουμε Β. Κορέα ή Κούβα!

Εδώ και δεκαετίες η Αριστερά είναι στριμωγμένη στη γωνία.
Το άνοιγμα των παγκόσμιων αγορών και η ανισορροπία δύναμης κεφαλαίου-εργασίας ανέτρεψαν τα μεταπολεμικά δεδομένα.
Κάθε προσπάθεια να "ρυθμιστούν" οι αγορές, κατευθύνει το κεφάλαιο σε χώρες που η εργασία είναι φτηνή, ο συνδικαλισμός ανύπαρκτος, οι συνθήκες εργασίας πρωτόγονες.
Έτσι, η όποια φιλεργατική πολιτική φέρνει τα αντίθετα αποτελέσματα. Τι να την κάνω, π.χ., την απαγόρευση των απολύσεων αν δεν υπάρχουν θέσεις εργασίας;
Ένα ακραίο κομμάτι της Αριστεράς προτείνει την έξοδο απ' την Ε.Ε., την ΟΝΕ και το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα. Δεν χρειάζεται μεγάλη φαντασία για να αντιληφθούμε τις συνέπειες μιας τέτοιας επιλογής: επιστροφή στη δραχμή, υψηλός πληθωρισμός, απουσία επενδύσεων, κρατικοδιαιτισμός, μαζική ανεργία, φτώχεια, εξαθλίωση, οικονομική κατάρρευση... Όπως συμβαίνει στην Κούβα και στη Β. Κορέα.
Η λύση, κατά τη γνώμη μας, δεν βρίσκεται έξω αλλά μέσα στην ΟΝΕ. Δεν αγνοούμε τα προβλήματα ούτε τρέφουμε αυταπάτες. Η Γερμανία στα πλαίσια της Ε.Ε. έχει επιβάλλει μηχανισμούς "άνισης συναλλαγής". Που μεταφέρουν διαρκώς πόρους απ' την ευρωπαϊκή περιφέρεια στο ευρωπαϊκό κέντρο. Το κόστος που πληρώνουν χώρες όπως η Ελλάδα είναι μεγαλύτερο απ' την οικονομική βοήθεια που λαμβάνουν.
Στις σημερινές συνθήκες η πιο ρεαλιστική, και γι' αυτό πιο φιλολαϊκή λύση είναι η παραμονή μας στην ΟΝΕ και η πιστή τήρηση του "μνημονίου".
Να αποφύγουμε την οικονομική απομόνωση και χρεοκοπία.
Και συμμαχώντας με τις ευρωπαϊκές σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις και με τις χώρες του "ευρωπαϊκού Νότου" να προσπαθήσουμε να αμβλύνουμε τους μηχανισμούς της "άνισης συναλλαγής".
Το όραμα μιας κοινωνικά πιο δίκαιης Ευρώπης δεν είναι ουτοπία...


Τρίτη, Σεπτεμβρίου 21

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 20

Τελικά, εμείς οι φανατικοί εργένηδες...

... είμαστε, κατά βάθος, ρομαντικοί όσο δεν παίρνει!
Οι τελευταίοι πιστοί του ιδανικού έρωτα!
Οι τελευταίοι νοσταλγοί του τέλειου γάμου!

Ειλικρινά, δεν λέει κοτζάμ μαντράχαλος
με τη βελόνα κολλημένη στον σπορ εφ-εμ,
και τον "Γαύρο" παραμάσχαλα,
να τηγανίζεις ομελετούλα για βραδινό...


Κυριακή, Σεπτεμβρίου 19

Απ' την εξομολόγηση του Σπίθα στον πατέρα-Άσκαρ!

"Ήμουν μια φορά με τη γριά Ελπινίκη στον αχυρώνα. Άρχισε να μου σηκώνεται και της λέω: πόσον καιρό μωρή γριέτζω έχεις να το κάνεις; Κι εκείνη μου απάντησε: α, βρομιάρη, Θεέ μου, είναι πια δυνατόν; Έχουν περάσει το λιγότερο 40 χρόνια από τότε!
Έχωσα, με όλο το σεβασμό πάτερ μου, στη σχισμή της το λουκανίκι μου, μέχρι τ' αρχίδια! Αυτά δεν μπόρεσαν να μπούνε μέσα...
Από τότε πάντα τη σκεφτόμουν την Ελπινίκη!
Μια μέρα βρέθηκα στο βουστάσιο. Οι υπηρέτριες έλλειπαν. Βλέπω μια γελάδα ξαναμμένη!
Το μουνί της είναι παρόμοιο με της Ελπινίκης, σκέφτομαι, και βγάζω το καυλί μου προσπαθώντας να το της χώσω. Μα κείνη δεν καθόταν ήσυχη όπως η Ελπινίκη.
Την κογιονάρισα, όμως, κατάφερα να της σηκώσω την ουρά και μπόρεσα να της το βάλω μέσα. Μου άρεσε πολύ περισσότερο απ' ό,τι με την Ελπινίκη!
Μα κείνη η σκρόφα, μ' όλο το σεβασμό πάτερ μου, έχεσε πάνω μου! Τόσο πολύ που γέμισαν τ' αρχίδια και τα παντελόνια μου..."



Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 16

Απ' το κρυφό παιδικό ημερολόγιο του Σπίθα (Α')

"Φέτος το καλοκαίρι περάσαμε στο χωριό. Με φιλοξένησε η θεία μου και κάναμε πολύ παρέα με τη μικρότερη ξαδελφούλα μου, την Αστερούλα.
Η θεία μάς έκανε πάντα μαζί μπανάκι. Αλλά ποτέ δεν είδα γυμνή την Αστερούλα. Γιατί η θεία όταν μας έπλενε, μας έβαζε σε τέτοια θέση που τα κωλαράκια μας ήταν πάντα το ένα απέναντι στο άλλο...
Προχθές, την ώρα που η θεία με έτριβε ένιωσα ξαφνικά μια υπερβολική ευχαρίστηση. Η τσουτσούνα μου έγινε απότομα σκληρή σαν σίδερο κι αντί να κρέμεται όπως πριν σήκωνε το κεφαλάκι της!
Χθες μου ξανασυνέβη το ίδιο, κι είδα τη θεία που κοκκίνησε.
Σήμερα απέφυγε να αγγίξει εκεί χαμηλά...
- Χαριτωμένη καλή μου θεία, γιατί δεν πλένεις ολόκληρο τον Σπιθάκο σου;
- Μα σε έπλυνα ολόκληρο!
- Έλα, λοιπόν, καλή μου θεία, πρέπει να πλύνεις και την τσουτσούνα μου!
- Ουφ, βρομόπαιδο, μπορείς να την πλύνεις και μόνος σου!
- Όχι, θειούλα μου, θέλω να την πλύνεις εσύ. Δεν ξέρω να το κάνω όπως εσύ...
- Αρκετά Σπιθάκο, δεν είσαι πια μικρό αγόρι, από δω και πέρα θα κάνεις μόνος σου μπάνιο!
- Α όχι, θεία μου, σε παρακαλώ, θέλω να με πλένεις εσύ!
- Σπίθα!
- Θεία, αν δεν με κάνεις μπανάκι, θα πω στον μπαμπά πως έβαλες πάλι την τσουτσούνα μου στο στόμα σου!"


Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 15

Οι ... λαδιάρηδες!


Μια πολύ διδακτική ιστοριούλα μάς λέει ο Ηρόδοτος απ' την περίοδο των περσικών πολέμων:
Όταν, λέει, οι Έλληνες έφτασαν στο Αρτεμίσιο και είδαν τον τεράστιο περσικό στόλο και τους χιλιάδες στρατιώτες, κιότεψαν. Τους κυρίευσε πανικός και σκεφτόντουσαν να φύγουν προς το εσωτερικό της Ελλάδας.
Όταν οι Ευβοείς κατάλαβαν τι πάει να γίνει, έτρεξαν στον Ευρυβιάδη και τον ικέτεψαν να μείνει για λίγες μέρες ο ελληνικός στόλος στις ακτές της Εύβοιας για να προλάβουν να μεταφέρουν τις οικογένειές τους σε ασφαλές μέρος.
Ο Ευρυβιάδης αρνήθηκε, κι οι Ευβοείς προσέτρεξαν στον Αθηναίο ναύαρχο, τον Θεμιστοκλή. Του έδωσαν 30 τάλαντα, κι έτσι τον έπεισαν να μείνει στην Εύβοια ο ελληνικός στόλος κι εκεί να αντιμετωπίσει τους Πέρσες.
Τα τσέπωσε ο Θεμιστοκλής, κι άρχισε τα κολπάκια του. Έδωσε 3 τάλαντα στον Κορίνθιο ναύαρχο Αδείμαντο κι άλλα 5 στον Ευρυβιάδη, κράτησε κι αυτός τα υπόλοιπα, κι έτσι όλοι οι Έλληνες ομοψύχησαν και έδωσαν τον υπέρ πάντων αγώνα.
Μια ζωή λαδιάρηδες ήμασταν!
Μόνο που οι Αρχαίοι ήξεραν και να πολεμούν και να νικούν...

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 12

Μπουρδελότσαρκες Η' (Αβάνα - Χταπόδι στα κάρβουνα) - Αφιερωμένο στην Κατερίνα...

Χρειαζόμουν επειγόντως απομόνωση. Έπρεπε να ξεφύγω για λίγο από έγνοιες κι από γυναίκες...
Έστησα τη σκηνούλα μου σε μια περιοχή ήσυχη, μακριά απ' τα μπαρ, τα ξενοδοχεία και τους θορύβους.
Στα πεντακόσια μέτρα ένας ντόπιος είχε φτιάξει μια παράγκα, κάτι σαν καντίνα. Πάνω στην άμμο είχε βάλει ψάθινες καρέκλες και κάτι σαν τραπεζάκια, φτιαγμένα από κορμούς δέντρων.
Εντελώς ξαφνικά, ή, τουλάχιστον, έτσι μου φάνηκε, εμφανίζονται τρεις κοπέλες που λικνίζονταν στους ρυθμούς ρέγγε που έβγαινε από αόρατα μεγάφωνα στο εσωτερικό της παράγκας. Ήταν μαυρούλες και λαχταριστές...
Κάθισα σε μια καρέκλα κι αγνάντευα τη σκοτεινή θάλασσα. Κάπου απέναντι ήταν το Μαϊάμι.
Το σάντουιτς με τυρί και σαλάμι ήταν υποφερτό. Αλλά η μπύρα χλιαρή, αφού δεν υπήρχε ψυγείο λόγω έλλειψης ηλεκτρικού...
Πάλι ξαφνικά με πλησιάζει ένας νεαρός μαυρούλης μαζί με μια απ' τις κοπέλες που χόρευαν.
"Θέλεις γυναίκα;"
Η κοπέλα φορούσε λευκό κολλητό παντελόνι και λευκό πουκάμισο χωρίς σουτιέν. Τα χείλη της θύμιζαν άγουρες φράουλες. Οι θηλές της τέντωναν το ύφασμα και πρόβαλλαν στητές σαν κάνες περιστρόφου! Είχα να πάω με μαύρη απ' την Αθήνα. Οι καλύτερες έκαναν πιάτσα στην Κολλιάτσου...
"Ναι!"
Εκείνος κάτι της είπε στη γλώσσα της κι έφυγε. Η κοπέλα έκατσε δίπλα μου με το βλέμμα στραμμένο στον ορίζοντα. Είχε γνωρίσει αρκετούς Έλληνες. Ήταν εύθυμοι και πλακατζήδες!
Παρήγγειλα μια μπύρα για πάρτη της.
Το δέρμα της ήταν απαλό και μοσχοβολούσε. Ανέδυε ένα άρωμα φυκιών και πεύκου. Της φίλησα τον καρπό της και με κοίταξε τρυφερά...
Είχε γνωρίσει άντρες κάθε εθνικότητας. Παρήγγειλα κι άλλη μπύρα.
Κανονίσαμε να πάμε πιο πέρα. Είχε το δικό της στέκι. Μια λακκούβα που την έκρυβαν κάτι θάμνοι.
Την πλήρωσα προκαταβολικά κι έβαλε τα λεφτά στην τσέπη του παντελονιού της.
Γύρω μας ακούγονταν αναστεναγμοί και φωνές. Κάποιοι είχαν προηγηθεί. Οι άλλες δυο κοπέλες δεν φαίνονταν πουθενά...
Γδυθήκαμε και ξαπλώσαμε στη λακκούβα.
Η σάρκα της ήταν σφιχτή. Της άνοιξα τα πόδια και τη χάιδεψα κάτω απ' την κοιλιά. Υγρές σταγόνες κόλλησαν στα δάχτυλά μου...
Κι ύστερα κάτι έγινε και χάλασε η μαγεία!
Εμφανίστηκε ο νεαρός που την έφερε και κάτι της είπε. Μιλούσαν έντονα. Εκείνη άρχισε να ντύνεται βιαστικά.
"Ποιος είν' αυτός;", τη ρώτησα.
"Ο αδελφός μου!"
"Και τι συμβαίνει;"
"Η αδελφή μου", είπε με λυγμό, "την μαχαίρωσε έναν Μεξικάνος πελάτης της!"
"Πού;"
"Σε μια λακκούβα πέρα από δω"
Σκέφτηκα να ζητήσω τα λεφτά μου πίσω, μα δεν το έκανα.
Ντύθηκα και τράβηξα προς τις ψαροταβέρνες.
Γούσταρα να φάω χταπόδι στα κάρβουνα. Να πιώ και κάμποσο ρούμι. Για να χωνέψω το χταπόδι και το φιάσκο.
Απόψε δεν με ήθελε...

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 10

Τ' αλάνια του Περαία ΣΤ' (ιστορίες αληθινές, χωρίς αρχή και τέλος) - Ραντεβού θανάτου...

Στο χορτάρι "καθαρίζουν" οι παιχταράδες μας!
Έξω, όμως, είναι δικιά μας υπόθεση!
Πρέπει απόψε να κάνουμε το καθήκον μας. Ν' αποδείξουμε πως είμαστε πιο μάγκες. Πως η φήμη μας δεν είναι τυχαία. Πως είμαστε οι καλύτεροι και δεν κάνουμε με τίποτα πίσω. Θα προσθέσουμε μια ακόμα ένδοξη σελίδα στην ιστορία μας...
Θα καταριούνται την ώρα και τη στιγμή που πέρασαν απ' τα Τέμπη.
Πέρσι, τα δικά μας πούλμαν τα σταμάτησαν οι μπάτσοι λίγο έξω απ' την Κατερίνη. Μέχρι και τα σώβρακα μας ανάγκασαν να βγάλουμε! "Παιδάκια" είμαστε να κρύψουμε τα "χόρτα" στον κώλο μας ή τους σουγιάδες στην κάλτσα;
Το ΄ξεραν οι κωλόμπατσοι, αλλά το ΄καναν επίτηδες. Να μας ξεφτιλίσουν και να μας καθυστερήσουν. Μπήκαμε στη Τούμπα στο 30ό λεπτό...
Απόψε είμαστε καλά προετοιμασμένοι. Προσυγκέντρωση στο Πόρτο Λεόνε. Μηχανάκια, ρόπαλα, γκλοπ κι όλα τα σχετικά.
Αυτή τη φορά δεν θα 'χουμε μαζί μας "άμαχο πληθυσμό". Δεν έχουν θέση ανάμεσά μας όσοι κάνουν πίσω κι όσοι σπάνε μόλις φαν πέντε σκαμπίλια στις κλούβες.
Ούτε τους Αλβανούς θέλουμε, που μαχαιρώνουν τους ξαπλωμένους στο δρόμο.
Όποιος σέβεται τον εαυτό του σέβεται και τον αντίπαλο...
Τα παλικάρια απ' το Βελιγράδι είναι ξηγημένα!
Κάποιοι λένε πως έχουν βάψει τα χέρια τους με πολύ αίμα στη Βοσνία. Οι περισσότεροι ήταν μέλη της παραστρατιωτικής οργάνωσης "Σκόρπιονς".
Σκασίλα μας...


Τρίτη, Σεπτεμβρίου 7

Τ' αλάνια του Περαία Ε' (ιστορίες αληθινές, χωρίς αρχή και τέλος) - Τα κωλομπαριλίκια...

Ένα απόγευμα βλέπει στου Δηλαβέρη ένα παιδί μπουκιά και συχώριο!
- Θες να πάμε για καφέ;
- Ναι...
- Θες να πάμε για κρεβάτι;
- Ναι, αλλά δεν γαμιέμαι!
- Ασ' το τότε...
Αυτά τα τεκνά που κάνουν βίζιτες νομίζουν πως το κάνουν μόνο για τα λεφτά. Όμως το γκεϊλίκι το 'χουν μέσα τους...
Σου λένε "εγώ δεν είμαι γκέι, δεν γαμιέμαι"! Βρε καυλώνεις με τον πούστη ή όχι; Αυτό έχει σημασία...
Τέλος πάντων, τελειώνει αυτό. Κάτι μήνους αργότερα είναι σ' ένα μπαρ στη Φρεαττύδα. Να 'σου πάλι το ίδιο τεκνό. Φαίνεται μαστουρωμένο και δεν τον αναγνωρίζει. Έρχεται κοντά του και του κάνει καμάκι. Αυτός που πριν δυο μήνες τον απέρριψε...
- Μου αρέσεις πολύ, μ' έχεις τρελάνει!
- Τα παιδιά που πάω γω θέλω να τα κάνουν όλα! Τα κάνεις όλα;
- Ναι...
- Ωραία, έλα τότε στις 9 απ' το σπίτι μου...
Ήρθε, μπαίνει μέσα, χαϊδεύονται, καυλώνουν, και μετά από λίγο λέει στο τεκνό:
- Γύρνα!
- Τί γύρνα;
- Γύρνα να σε γαμήσω! Δεν είπαμε ότι θέλω να τα κάνεις όλα;
- Ε όχι κι έτσι...
- Πάρε δρόμο τότε!
Στενοχωριέται, φεύγει...
Μετά από λίγο ξαναρχίζει τα τηλέφωνα.
- Θέλω να 'ρθω τώρα!
Έρχεται, του ανοίγει την πόρτα, τον χαϊδεύει, τον ηρεμεί. Είναι ακόμα παιδάκι 19 χρονώνε. Εκείνος κλεισμένα τα 35. Ο πιτσιρής είχε πάει πέντε-έξι φορές με κοπέλες, αλλά δεν είχε χύσει ποτέ. Μαζί του έχυσε τρεις φορές σερί. Κι έτσι τον καψουρεύτηκε το παιδάκι...
Μείνανε δυο χρονάκια μαζί.
Μια μέρα του λέει:
- Θα ΄ρθει η μάνα μου κι ο αδελφός μου από Αμφιλοχία να με δούνε.
Δεν ήθελε να τους φορτωθεί σπίτι του, αλλά, τέλος πάντων, έρχονται.
"Ο αδελφός μου", του λέει, "μήπως είναι κι αυτός αδελφή;".
Εκείνος τον κόβει... "είναι μια σκέτη, τελειωμένη", του λέει...
Μένουν σπίτι λίγες μέρες. Η μάνα αρχίζει να τον ρωτάει:
- Μήπως βρε συ ο Μιχαλάκης μου είναι λίγο πούστης;
- Λίγο, μισή μερίδα πούστης δηλαδή!
Γυρίζει στο γιόκα της και του κάνει:
- Τι πράματα είν' αυτά; Να γαμάς τα σκατά τα δικά του...
- Και πού ξέρεις πως δεν γαμάει αυτός τα σκατά τα δικά μου; Να το ξέρεις, μ' αυτόν τον πούστη εγώ θα πεθάνω!
Και τη διώχνει...
Δεν του άρεσε να γίνει η αιτία να τσακωθεί μάνα και γιός. Την παίρνει τηλέφωνο και της λέει:
- Καθίστε να πάει 25 και να δείτε που θα παντρευτεί!
- Α, τότε εντάξει!
Κατάλαβες;
Μόνο για τους άλλους ζούνε.
Μόνο αυτό την ένοιαζε...


Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 6

Σελίδες απ' τη ρημαγμένη μου ζωή... (Β')

Θυμάμαι την εποχή που το Δέλτα Φαλήρου ήταν τίγκα στους "αλογομούρηδες"!
Πέντε χιλιάδες "άρρωστοι", ώμο με ώμο, κώλο με κώλο, στριμωχνόμασταν μπροστά στα γκισέ και στο παρακμιακό μπαρ.
Κι όταν η κούρσα "στηνόταν", δεν είχαμε κανένα πρόβλημα να το κάψουμε. Ήταν ωραία εποχή...

Άμα κέρδιζες, πάντα κάποια γυναίκα φρόντιζε να τη γνωρίσεις και το ίδιο βράδυ περνούσατε υπέροχα στο ξενοδοχείο "Ολύμπικο", κοντά στο Καραϊσκάκι...
Πιστεύαμε πως αυτές οι μέρες -κι οι νύχτες- δεν θα τέλειωναν ποτέ! Και γιατί να τελειώσουν;
Ρίχναμε τα ζάρια στις αλάνες, παίζαμε μπουνιές, δόξα και νταηλίκι, ηλεκτρισμός...
Διάολε, η ζωή ήταν ωραία! Όλοι μας ήμασταν άντρες, δεν ανεχόμασταν μαλακίες από κανέναν, και ειλικρινά όλα ήταν πιο όμορφα. Πιοτό και γαμήσι...
Κι ένα σορό φτηνά μπαρ, μπαρ γεμάτα κόσμο. Συζητούσες κι έμπλεκες! Κι αν σε πιάναν μεθησμένο στο δρόμο, σε μπουζούριαζαν μέχρι το πρωί για να ξεμεθύσεις...
Έχανες μια δουλειά κι έβρισκες δέκα. Δεν υπήρχε λόγος να κολλήσεις σ' ένα μέρος. Τι ζωή...
Σήμερα είναι όλα ξενέρωτα. Μέχρι κι ο ιππόδρομος κυριλίκεψε...

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 5

Μπουκόβσκι: η ψυχή του δεν θ' αναπαυθεί αν δεν βρει τον διάδοχο...

Κοιμάμαι μπρούμυτα. Παλιό συνήθειο... Όταν έχεις γνωρίσει τόσες παλαβές γυναίκες, κάτι πρέπει να κάνεις για να προστατεύεις τα γεννητικά σου όργανα!
Ήρθε πάλι στον ύπνο μου...
Κουβαλούσε το θάνατο στην αριστερή του τσέπη. Καμιά φορά τον έβγαζε έξω και του μιλούσε: "Γεια σου δικέ μου, πώς είσαι; Πότε θα 'ρθεις να με πάρεις; Θα είμαι έτοιμος"...
Κάποια στιγμή τον πέταξε στον τοίχο και τον ξανάπιασε στον αέρα καθώς γκέλαρε...
"Ένα πράγμα που δεν αντέχει ο θάνατος είναι να γελάς μαζί του"...
Τελικά, αυτό που είναι τρομερό δεν είναι ο θάνατος. Αλλά οι ζωές που ζουν -ή δεν ζουν- οι άνθρωποι μέχρι να πεθάνουν. Δεν τιμούν τις ζωές τους, τις έχουν για πέταμα, τις ξεχέζουν! Οι χαζομαλάκες!
Είναι τόσο απασχολημένοι στις δουλειές τους, στο πορτοφόλι τους, στο γαμήσι. Τα μυαλά τους έχουν γίνει λαπάς...
Καταπίνουν το Θεό δίχως σκέψη. Έχουν ξεχάσει τι θα πει να σκέφτεσαι. Αφήνουν τους άλλους να σκέφτονατι γι' αυτούς. Οι εγκέφαλοί τους έχουν παπαριάσει. Τους δίνεις την καλύτερη μουσική στους αιώνες και δεν είναι σε θέση να την ακούσουν.
Είναι άσχημοι, μιλούν άσχημα, περπατούν άσχημα...
Οι θάνατοι των περισσότερων ανθρώπων είναι μια απάτη! Γιατί απλούστατα δεν έχει μείνει τίποτα για να πεθάνει...

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 4

Ιδεολογία μόνο για τα "εύκολα";


Απ' το ιστολόγιο "Χαιρετίσματα στην εξουσία"
Ο πρωθυπουργός μας συνηθίζει να δηλώνει πως "τα μέτρα που λαμβάνονται είναι εκτός της ιδεολογίας και της φυσιογνωμίας μας, αλλά είναι έκτακτα".
Όταν κάποιος δηλώνει πως η ιδεολογία του είναι αντίθετη με τη λήψη αναγκαίων μέτρων σε περίοδο κρίσεως, ουσιαστικά αναγνωρίζει πως η ιδεολογία του είναι περιορισμένη ως προς τη γκάμα των προβλημάτων που μπορεί να αντιμετωπίσει.
Το ζήτημα είναι γενικότερο και αφορά, νομίζω, ολόκληρη την αριστερά: πόσο χρήσιμη μπορεί να είναι μια ιδεολογία που δεν μπορεί να αντιμετωπίσει οριακές καταστάσεις;

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 2

Όταν "πατήσω" τα 90...


Η μικρή υπηρετριούλα απ' τη Μανίλα θα ξεσκονίζει αθόρυβα και θα τριγυρνάει στο σπίτι ξυπόλυτη για να μη μ΄ενοχλεί σα διαβάζω.
Θα τη βλέπω τυχαία σκυμμένη στη λεκάνη, με μια φουστίτσα αρκετά κοντή για να αποκαλύπτει τις καμπύλες της.
Θα της σηκώνω τη φούστα, θα κατεβάζω το βρακάκι μέχρι τα γόνατα και θα προσπαθώ να την πάρω από πίσω!
"Αχ κύριε, αυτό δεν φτιάχτηκε για να μπαίνεις αλλά για να βγαίνεις"...
Στα νιάτα μου είχα τη φήμη πως έκανα και τις μουλάρες να τραγουδάνε...
Το βράδυ, πριν πάω στο κρεβάτι κοιτάχθηκα για λίγο στον καθρέφτη του νιπτήρα. Το ψωράλογο που με κοίταξε απ' την άλλη πλευρά δεν ήταν ούτε πεθαμένο ούτε θλιμμένο. Είχε μόνο ένα προγούλι σαν του Πάπα, πρησμένα βλέφαρα κι αραιές αλογότριχες...
Ως τώρα τα μπορδέλα ήταν για μένα ό,τι πιο κοντινό υπήρχε στον παράδεισο. Κάναμε έρωτα μισοντυμένοι και πάντα στο σκοτάδι, για να φανταζόμαστε τους εαυτούς μας καλύτερους!
Απόψε θ' ανακαλύψω την απίθανη ηδονή να παρατηρώ το γυμνό σώμα μιας κοιμισμένης γυναίκας χωρίς τη βιασύνη του πόθου ή τις αναστολές της ντροπής...
Ήταν ξαπλωμένη με την πλάτη γυρισμένη στην πόρτα. Στράφηκε και με κοίταξε πάνω απ' τον ώμο της. Το δωμάτιο ήταν πλημμυρισμένο απ' τη μυρωδιά της. Γύρισε μ' ένα σκέρτσο γαζέλας και μου έδειξε όλο το κορμί της. Δεν ήταν εντελώς γυμνή. Φορούσε ένα μικρό βραχιόλι στον δεξιό καρπό της...
Είχε μάτια αγριόγατας. Ένα σώμα προκλητικό τόσο με τα ρούχα όσο και γδυτή - δεν το έχουν όλες αυτό το προσόν.
Στο ράδιο θα παίζει η σονάτα νούμερο ένα για βιολί και πιάνο του Μπραμς. Κι εγώ θα ρουφώ κάθε εκατοστό της επιδερμίδας της. Καθένα θα 'χει διαφορετική θερμοκρασία και ιδιαίτερη γεύση. Και ένα νέο βογκητό θ' αντηχεί από μέσα της σαν άρπα. Με τις ρόγες της να λουλουδιάζουν χωρίς να τις αγγίζω...
Άρχισα να το συνειδητοποιώ: από δω και πέρα θα προσπαθούσα να ξαλαφρώσω με οποιαδήποτε πρασινομάτα τσούλα έβρισκα στο δρόμο μου...