Γράψαμε στο προηγούμενο σημείωμα ότι τον π. Θεόδωρο Ζήση ενοχλούν οι γυναίκες που κατά τους καλοκαιρινούς μήνες κυκλοφορούν με «ελαφρά ενδύματα» και, ιδίως, οι φοιτήτριες της Θεολογικής που συμμετέχουν σε διαγωνισμούς καλλιστείων και μουσικής.
Ο π. Θεόδωρος, όμως, ενοχλείται αφάνταστα και από το ποδόσφαιρο! Και διαμαρτύρεται έντονα που η Θεολογική Σχολή Θεσ/νίκης διαθέτει ποδοσφαιρική ομάδα με συμμετοχή και στο παν/κό πρωτάθλημα! Εξομολογείται, μάλιστα, πως και ο ίδιος κατά τα φοιτητικά του χρόνια υπήρξε φίλαθλος. Αλλά στη συνέχεια, όταν άρχισε να γράφει τη διδακτορική του διατριβή με θέμα «η ψυχαγωγία κατά τον Άγιο Χρυσόστομο» συνειδητοποίησε το λάθος του και μάλλον ... ο ΠΑΟΚ έχασε έναν οπαδό!
Ας γυρίσουμε όμως το ρολόι της ιστορίας πίσω στα χρόνια του Ιωάννη Χρυσοστόμου που ζούσε στην Κων/πολη κι ας προσπαθήσουμε να φανταστούμε την καθημερινή ζωή των κατοίκων της Βασιλεύουσας...
Πράγματι, την εποχή εκείνη δεν είχε ανακαλυφθεί ακόμη το ποδόσφαιρο, το μπάσκετ και τα άλλα ομαδικά αθλήματα. Αλλά ο λαός, και ιδιαίτερα η φτωχολογιά, είχαν ανάλογους τρόπους να διασκεδάζουν. Ο ιππόδρομος αποτελούσε ισχυρό πόλο έλξεως και οι αντιδράσεις των θεατών στη νίκη ή στην ήττα των ηνίοχων θυμίζει αρκετά τους σημερινούς ποδοσφαιρικούς αγώνες!
Κατά τη διάρκεια των ιππικών αγώνων η αγορά και τα σπίτια άδειαζαν και όλη η πόλη μεταφέρονταν στον ιππόδρομο. Κι επειδή δεν χωρούσαν εκεί όλοι οι θεατές, καταλάμβαναν τις γύρω ταράτσες και τους γειτονικούς λόφους. Καταιγίδες, διαπεραστικό κρύο, καυτός ήλιος, τίποτε δεν μπορούσε να εμποδίσει την προσέλευση του κοινού. Οι διαπληκτισμοί και οι βωμολοχίες ήταν συνηθισμένο φαινόμενο! Και μετά το τέλος των αγώνων οι νικητές γύριζαν όλη την πόλη πανηγυρίζοντας, θορυβώντας και κραυγάζοντας! Τα άκουγε αυτά ο Χρυσόστομος και, όπως ο ίδιος ομολογεί, «έπεφτε κάτω και σκέπαζε το κεφάλι του»!
Δεν μπορούσε να το χωνέψει με τίποτα. Οι ναοί να είναι μισοάδιοι και οι πιστοί, όσοι προσέρχονταν, να μην βλέπουν την ώρα να τελειώσει η Θεία Λειτουργία. Ακόμη και αυτοί οι υπέροχοι λόγοι του δεν ήταν αρκετοί να τους κάνουν να ξεχάσουν τους ιππικούς αγώνες που θα διεξάγονταν σε λίγες ώρες...
Στενοχωριέται και οργίζεται με τους Χριστιανούς που μετά τη συμμετοχή τους στη Θεία Λατρεία το ρίχνουν στα άλογα, στα θέατρα, στους «κύβους» και στα συμπόσια! Θεωρεί τις πράξεις αυτές «αυτομολία» και τους απειλεί με αποκλεισμό από τα μυστήρια...
Τα διαβάζουμε ολ’ αυτά και μελαγχολούμε... Κι εύλογα αναρωτιόμαστε: γιατί και τότε και σήμερα, η χριστιανική εκκλησία αλλά και η θεία λατρεία αδυνατεί να «γεμίσει» τους ανθρώπους; Γιατί αντιπροσωπεύουν ό,τι πιο βαρετό και ανούσιο υπάρχει στη ζωή μας; Γιατί προτιμάμε να παρακολουθούμε τον πιο άπειρο αναβάτη ή τον μετριότερο ποδοσφαιριστή αντί να ακούμε τις ομιλίες και αυτού ακόμη του Χρυσοστόμου;
Ας μη βιαστούμε να απαντήσουμε. Γιατί από την απάντηση στο ερώτημα αυτό ίσως αναχθούμε και στην απάντηση ενός ακόμη πιο κρίσιμου ερωτήματος: τι πήγε τόσο στραβά και ο Χριστιανισμός απέτυχε τόσο παταγωδώς επί 2000 χρόνια;
Ο π. Θεόδωρος, όμως, ενοχλείται αφάνταστα και από το ποδόσφαιρο! Και διαμαρτύρεται έντονα που η Θεολογική Σχολή Θεσ/νίκης διαθέτει ποδοσφαιρική ομάδα με συμμετοχή και στο παν/κό πρωτάθλημα! Εξομολογείται, μάλιστα, πως και ο ίδιος κατά τα φοιτητικά του χρόνια υπήρξε φίλαθλος. Αλλά στη συνέχεια, όταν άρχισε να γράφει τη διδακτορική του διατριβή με θέμα «η ψυχαγωγία κατά τον Άγιο Χρυσόστομο» συνειδητοποίησε το λάθος του και μάλλον ... ο ΠΑΟΚ έχασε έναν οπαδό!
Ας γυρίσουμε όμως το ρολόι της ιστορίας πίσω στα χρόνια του Ιωάννη Χρυσοστόμου που ζούσε στην Κων/πολη κι ας προσπαθήσουμε να φανταστούμε την καθημερινή ζωή των κατοίκων της Βασιλεύουσας...
Πράγματι, την εποχή εκείνη δεν είχε ανακαλυφθεί ακόμη το ποδόσφαιρο, το μπάσκετ και τα άλλα ομαδικά αθλήματα. Αλλά ο λαός, και ιδιαίτερα η φτωχολογιά, είχαν ανάλογους τρόπους να διασκεδάζουν. Ο ιππόδρομος αποτελούσε ισχυρό πόλο έλξεως και οι αντιδράσεις των θεατών στη νίκη ή στην ήττα των ηνίοχων θυμίζει αρκετά τους σημερινούς ποδοσφαιρικούς αγώνες!
Κατά τη διάρκεια των ιππικών αγώνων η αγορά και τα σπίτια άδειαζαν και όλη η πόλη μεταφέρονταν στον ιππόδρομο. Κι επειδή δεν χωρούσαν εκεί όλοι οι θεατές, καταλάμβαναν τις γύρω ταράτσες και τους γειτονικούς λόφους. Καταιγίδες, διαπεραστικό κρύο, καυτός ήλιος, τίποτε δεν μπορούσε να εμποδίσει την προσέλευση του κοινού. Οι διαπληκτισμοί και οι βωμολοχίες ήταν συνηθισμένο φαινόμενο! Και μετά το τέλος των αγώνων οι νικητές γύριζαν όλη την πόλη πανηγυρίζοντας, θορυβώντας και κραυγάζοντας! Τα άκουγε αυτά ο Χρυσόστομος και, όπως ο ίδιος ομολογεί, «έπεφτε κάτω και σκέπαζε το κεφάλι του»!
Δεν μπορούσε να το χωνέψει με τίποτα. Οι ναοί να είναι μισοάδιοι και οι πιστοί, όσοι προσέρχονταν, να μην βλέπουν την ώρα να τελειώσει η Θεία Λειτουργία. Ακόμη και αυτοί οι υπέροχοι λόγοι του δεν ήταν αρκετοί να τους κάνουν να ξεχάσουν τους ιππικούς αγώνες που θα διεξάγονταν σε λίγες ώρες...
Στενοχωριέται και οργίζεται με τους Χριστιανούς που μετά τη συμμετοχή τους στη Θεία Λατρεία το ρίχνουν στα άλογα, στα θέατρα, στους «κύβους» και στα συμπόσια! Θεωρεί τις πράξεις αυτές «αυτομολία» και τους απειλεί με αποκλεισμό από τα μυστήρια...
Τα διαβάζουμε ολ’ αυτά και μελαγχολούμε... Κι εύλογα αναρωτιόμαστε: γιατί και τότε και σήμερα, η χριστιανική εκκλησία αλλά και η θεία λατρεία αδυνατεί να «γεμίσει» τους ανθρώπους; Γιατί αντιπροσωπεύουν ό,τι πιο βαρετό και ανούσιο υπάρχει στη ζωή μας; Γιατί προτιμάμε να παρακολουθούμε τον πιο άπειρο αναβάτη ή τον μετριότερο ποδοσφαιριστή αντί να ακούμε τις ομιλίες και αυτού ακόμη του Χρυσοστόμου;
Ας μη βιαστούμε να απαντήσουμε. Γιατί από την απάντηση στο ερώτημα αυτό ίσως αναχθούμε και στην απάντηση ενός ακόμη πιο κρίσιμου ερωτήματος: τι πήγε τόσο στραβά και ο Χριστιανισμός απέτυχε τόσο παταγωδώς επί 2000 χρόνια;
2 σχόλια:
απέτυχε ή επέτυχε, όταν σε τόσους διαχρονικώς φωνασκούντες στα Ιπποδρόμεια, έν τέλει τους μιλά για το "νόημα" της ζωής και ας φωνάζουν κάθε Κυριακή "Θρύλε Θεέ " κτλ.
Είνια μεγάλη αδικία να ταυτίζεις τον Χριστιανισμό με τον Τόμυ.
Κι αυτός για άλλους λόγους έγινε άγιος κι όχι για την εμμονή του στην "ηθικοποίηση"σύμπασας της κοινωνίας...
μου φαίνεται βρε συ ασκαρδαμυκτί ότι με σένα ισχύει το γνωστό ανέκδοτο με το λαγό που ενώπιον τρίτων απειλούσε το λιοντάρι. Κι όταν το λιοντάρι εμφανίσθηκε μπροστά του ο λαγός απάντησε το περίφημο: λέμε και καμιά μαλακία να περνάει η ώρα...
Δημοσίευση σχολίου