Πέμπτη, Νοεμβρίου 30

Σα βιβλίο... (Στην Αλκυόνη)

Φαντάστηκες τη ζωή σου σα βιβλίο!
Και χάρηκες...
Θα μπορούσες
να γυρίσεις άσκοπα τις σελίδες του,
να πηδήξεις τα δυσάρεστα κεφάλαια,
να ξαναβάλεις το βιβλίο στο ράφι
γυρεύοντας κάποιο άλλο...

Χάιδεψες το βιβλίο
κι είδες τα χέρια σου
να γεμίζους σκόνες...

Φαντάστηκες πάλι τη ζωή σου σα βιβλίο!
Αζήτητο όμως,
βουτηγμένο στη σκόνη!
Κι ανατρίχιασες...
Ένοιωσες πως το αίσθημα αυτό
δεν είναι μόνο φαντασία...

Τετάρτη, Νοεμβρίου 29

Μενεξεδένια ακροούρανα... (Στον Άγγελο)

Εκείνο το γλυκοχάραμα
μεσ ' το φτερούγισμα της χαραυγής
και τη γαλάζια ώρα
των ασίγαστων πόθων,
εκείνη την ώρα
που τα χείλη σας χορεύανε
τον ανίδωτο χορό
και τα χάδια των δαχτύλων
φυτεύανε στα κορμιά σας
κρίνους ηδονικούς,
νιώσατε τα μέλη σας
να αιωρούνται
στον ανεμοστρόβυλο
των επιθυμιών σας
και τα σώματά σας να χάνουν
την υλική τους υπόσταση,
να θεοποιούνται,
να χτίζουν ερωτικούς ναούς
στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα
και να κράζουν
με θριαμβικές σάλπιγγες
τους ερωτευμένους όλου του κόσμου
για νά 'μπουν
να λειτουργηθούν...

Ο Έρωτάς σας
έκανε την καρδιά ν' αφηνιάσει
και να χάσει το ρυθμό της.
Έκανε και τη σκέψη
να ταξιδέψει
ως τα μενεξεδένια ακροούρανα
των ερωτευμένων Αγγέλων...

Δευτέρα, Νοεμβρίου 27

Για όταν θα γυρίσεις... (Στην Παιδίσκη Ερωμένη)

Όταν χωρίσατε
μια ραψωδία γεννήθηκε
μεσ' την καρδιά που έκλεγε,
μια καταχνιά τύλιξε την ψυχή
που θρηνωδούσε,
μια καταιγίδα έδειρε το κορμί
που σπαρταρούσε...
Δεν άργησαν
να σ' αγκαλιάσουν σφιχτά
παρηγορώντας σε
οι ανεπανάληπτες
κι ευτυχισμένες στιγμές
που ζήσατε μαζί...

Θα μείνει για πάντα
ο κρίνανθος της ζωής σου
ο ήλιος που θα φωτίζει
τα στενορύμια της στόχασης,
το άλλο σου μισό,
η λεωφόρος
που θα διαβαίνουν
οι κουρασμένες σκιές των ονείρων,
η ζωηφόρα αύρα
στις ρυτιδωμένες παρείες
των οραμάτων
και η ανόθευτη σκέπη
στις αγρύπνιες των ελπίδων...

Σάββατο, Νοεμβρίου 25

Η δική μου Σαλονίκη...

Το ξέρω ότι πολλοί Αθηναίοι ανατριχιάζουν και μόνο με την ιδέα πως αν ανέβουν στη Θεσσαλονίκη και περπατήσουν στους δρόμους της, ένας στους δύο που θα συναντάνε θα είναι ψηφοφόρος του Ψωμιάδη!
Είναι αλήθεια πως κάποιες φορές μοιάζει να κυριαρχεί στην πόλη η εικόνα αυτή. Με τα καλοκαιρινά μνημόσυνα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, τις καρακίτς χριστουγεννιάτικες εκδηλώσεις του Δήμου, την Εκκλησία μονίμως σε εμπόλεμη κατάσταση (εναντίον σε ποιους και σε τι άραγε;)…
Όμως σίγουρα η Θεσσαλονίκη δεν είναι αυτή ή, τουλάχιστον, μόνο αυτή! Θεσσαλονίκη είναι και η «προχωρημένη» νεολαία της, τα μοδάτα καφέ της παραλίας, τα μεγάλα κλαμπς στ’ ανατολικά και στα δυτικά της πόλης, τα παρκαρισμένα τζιπ στην άλλοτε φρικιάρα Άνω Πόλη… Θεσσαλονίκη είναι και η πόλη των παράνομων ζευγαριών του Σαββατοκύριακου, αλλά και οι παστωμένες στο make up γκόμενες που κυκλοφορούν στην Τσιμισκή πρωινιάτικα…
Γνώρισα τη Σαλονίκη σε αρκετά μικρή ηλικία. Θυμάμαι να κάθομαι με τις ώρες στο παγκάκι της γωνίας Τσιμισκή και Ικτίνου θαυμάζοντας εκείνους τους υπέροχους περαστικούς βορειοελλαδίτικους πισινούς…
Η Θεσσαλονίκη της μεταπολίτευσης, η «δική μου Σαλονίκη», ήταν κατεξοχήν Πανεπιστημιούπολη! Όσοι νέοι ήταν τολμηροί επωφελήθηκαν από ένα περιβάλλον έντονων ζημώσεων και προβληματισμού. Ειδικά η Φιλοσοφική Σχολή ήταν πνευματικός φάρος! Δίδασκαν εκεί μεγάλες προσωπικότητες, όπως ο Σαββίδης και ο Μαρωνίτης. Μεγάλος δάσκαλος, αν κι όχι πανεπιστημιακός, ήταν και ο Ντίνος Χριστιανόπουλος. Προσπαθούσε να μεταφέρει όλη τη γνώση του, φιλολογική και κοινωνική, μέσα στη ζωή! Εμένα αυτοί οι άνθρωποι με ελκύουν. Ο ακαδημαϊσμός είναι ένα απονευρωμένο και στυφό πράγμα…
Η «Διαγώνιος» ήταν κουλτουριάρικο στέκι. Εκεί αντάμωναν οι σημαντικότεροι λογοτέχνες και μουσικοί της πόλης. Εγώ ήμουν ακόμη μικρός και μόνο άκουγα… Μετά την «κάναμε» για τις ταβέρνες των Κάστρων. Πολύ κέφι, μεγάλα γλέντια. Με ρεμπέτικα και Θεοδωράκη. Διανοούμενοι, φοιτητές και λαϊκοί άνθρωποι μαζί…
Κάποια στιγμή ανακάλυψα και τον Βαρδάρη. Εκεί έβρισκα το alter ego μου! Ένα σκηνικό άγνωστο, μυστήριο και απαγορευτικό για τους περισσότερους… Πουταναριό, ομοφυλόφιλοι, τραβέστες… Πόσο θα 'θελα να ζήσω ξανά μια βραδιά στη «Σεχραζάντ», το θρυλικό μαγαζί του Προδρόμου και της Στάσας… Αγροτιά, φαντάρια, κάποιες λίγες τολμηρές γυναίκες και οι τραβέστες να σερβίρουν και ν’ ανεβαίνουν στο πάλκο, να τραγουδάνε για τις κατάρες τους, τον τρόπο που κάναν έρωτα … για τα πάντα. Στα μέρη αυτά μπορούσες να δεις ανθρώπους να πετάνε κάτω την ψυχή τους και να ξερνάνε πάνω της …
Ο θρίαμβος της αυθεντικής ζωής βρίσκεται στο περιθώριο! Όχι στους καλοβολεμένους ανθρώπους που δεν ρισκάρουν ποτέ….

Παρασκευή, Νοεμβρίου 24

Εκεί θα μ' εύρεις! (Στο Μαράκι...)

Σου παράγγειλα
πως για να μ' εύρεις
μη μ' αναζητήσεις
στις σκιές των δρυμών.
Θα με βρεις
-φλόγα ερωτική-
στο Φως!
Ούτε στ' αφρισμένα κύματα
των πρόσκαιρων ερώτων.
Θα με βρεις
-κύκνο πιστό-
στην αγκαλιά
της καταξάστερης λίμνης σου...
Θα με βρεις, ακόμα,
-τρυγόνα γλυκόλαλη-
στη ζεστή
της αγάπης μας φωλιά!
Θα με βρεις
-τέλος-
ταξιδευτή
πάνω στων ονείρων μας
τις φτερούγες!
Θα σε περιμένω πάντα
νά ρθεις
ν' αγκαλιάσουμε μαζί
τους αιθέρες
των αιώνιων ερώτων...

Τετάρτη, Νοεμβρίου 22

Μεγάλωσα! Κι έχω αποδείξεις γι' αυτό...

Πρώτη: Κάποτε ήμουν περιζήτητος γκόμενος! Τώρα θεωρούμαι περιζήτητος γαμπρός…
Δεύτερη: Κάποτε πίστευα πως ο άντρας πρέπει να έχει μέλλον και η γυναίκα παρελθόν. Σήμερα φλερτάρω με το αντίθετο…

Τρίτη, Νοεμβρίου 21

Αυτοψυχανάλυση Ε' (Λόγια της πλώρης - Παραλήρημα)

Ένας απ' τους συχνούς
εφιάλτες μου κι αυτός:
Είμαι παιδί μικρό σε μια αμουδιά
κι έχω χτισμένο με τα χέρια μου
έναν ωραίο πύργο, αψηλό.
Ξάφνου νιώθω από πάνω μου
να πέφτει απειλητική η σκιά
κάποιου άγνωστου κακού ανθρώπου.
Κι εγώ, καθώς δεν είμαι
παρά ένα μικρό παιδί,
κλαίω και σπαράζω σύγκορμο
κι όλο πασχίζω να διακρίνω
πίσω απ' τα πολλά μου δάκρυα
το πρόσωπο του άγνωστου ανθρώπου.
Δεν ξέρω ακόμη, δεν υποπτεύομαι
πως είναι κίνδυνος να δω
στο πρόσωπο του άγνωστου κακού
τον ίδιο τον αυριανό εαυτό μου...

Θάλασσα δεν είχα δει ακόμη. Κι όμως την ονειρευόμουνα και την έπλαθα στην παιδική μου φαντασία σαν κάτι το ιδανικό. Οι συμμαθητές μου ήταν όλοι απλά παιδιά. Εγώ όμως ήμουν το "παιδί των γκαζάδικων"! Κάθε μέρα "σήκωνα άγκυρα" και πήγαινα σε κόσμους μακρινούς κι ονειρεμένους. Ξέφευγα έτσι από τη μιζέρια, τη στέρηση, τη φτώχεια, τους περιορισμούς της γειτονιάς, της μάνας τα "μη", τα "δεν", τα "πρέπει"...
Το ωραιότερο θέαμα στον κόσμο
είν' ένα πλοίο
που ετοιμάζεται να βγει απ' το λιμάνι
και ν' ανοιχτεί στο πέλαγο...
Η ζωή τα 'φερε, χρόνια αργότερα, να βρεθώ στο μεγάλο λιμάνι. Ξέρω ότι ο Πειραιάς δεν ήταν ειδυλλιακός. Πάντα μισούσα εκείνα τα γλέντια της επιστροφής των ναυτικών. Γύριζαν φορτωμένοι με κάθε λογής δώρα για τα μισορφανεμένα παιδιά τους και τις γυναίκες τους που γερνούσαν καρτερώντας τους. Εγώ ποτέ δεν έφερα τίποτα και για κανέναν! Δεν έτρεφα αυταπάτες. Τα δώρα αυτά ήταν απλά μια προσπάθεια εξιλέωσης για όσα είχαμε εκεί μακριά διαπράξει...
Στο περσινό ναυάγιο
έξω απ' τη Γιοκοχάμα
θα είχες κάποιον άγιο
και μάνα σε τρισάγιο
γονατιστή σε τάμα...
(παλιό τραγούδι της Μοσχολιού)
Δεν αναπολώ εκείνα τα χρόνια. Ήταν τρισάθλια ... στου Ξαβέρη, στη Δεξαμενή, στην Παναγίτσα, στην Καλλίπολη, στα Ταμπούρια και στον Κορυδαλλό. Δεν ήταν χρόνια παραδεισένια αλλά αγώνας επιβίωσης στις συνοικίες "το όνειρο"...
Δεν έτυχε ν' ακούσεις
εκείνο το πατερικό
"φεύγε και σώζου";
Τί διεύθυνση μου ζητάς;
Εδώ και κάμποσο καιρό
κατοικώ μόνον εντός μου...
Θυμάμαι τη φτώχεια, τη λάσπη, τα κορίτσια που εκδίδονταν... Ο μύθος των καραβιών με έκανε να επιβιώσω σε δύσκολες εποχές... Με την ψευδαίσθηση ότι ανήκω σ' έναν κόσμο αλλιώτικο από κείνον των στεριανών. Ακόμη και τώρα θαλασσινός αισθάνομαι...
Θα τον πετάξω τον καθρέφτη αυτόν
κάθε φορά που εμπρός του θα περάσω
νομίζω τον εαυτό μου κάποιον άλλον
και την πολυκοσμία δεν την μπορώ, δεν την βαστάω...
Η μεγαλύτερη αγωνία των γονιών μας ήταν μη γίνουμε εγκληματίες! Δεν ήταν και τόσο δύσκολο, ξέρεις, σε τέτοιες περιοχές με τέτοιους ανθρώπους...
Σκέψου!
Ακόμη κι αυτά τα ψεύτικα
-απ' άχυρα φτιαγμένα και πανιά-
τ' ανθρώπινα ομοιώματά μας
τρομάζουνε και διώχνουν τα πουλιά...
Αλήθεια, πόσοι από μας δεν καταλήξαμε σε αναμορφωτήρια και φυλακές!
Aν είναι κάτι που πολύ
πάρα πολύ μισώ
είν' ό,τι ορίζει όρια
ό,τι πασχίζει σε κλουβί να με στιβάξει...
Ένα χέρι δεν απλώθηκε ποτέ να μας σηκώσει, να μας στηρίξει, έστω να μας δείξει...
Πόσους και πόσους
δεν ρωτούσα:
- πάω καλά από δω πατριώτη;
Κι όλοι τους μού λεγαν:
- ναι, ναι, καλά πηγαίνεις...
Κανείς τους δεν με ρώτησε:
- πού θες να πας παιδί μου;
Κάποιοι, που χρόνους είχανε πολλούς για να με δουν, και ξαφνικά ανταμώναμε, εκπλήσσονταν κι εύλογα απορούσαν: "καλά, εσύ είσαι; πώς έγινες έτσι;". Πρόσωπο είχα ακόμη παιδικό μα όχι και τρόπους...
Τώρα, τί να σου αρέσει πια
από τον πίνακά μου αυτόν
με μοναχό στο βάθος του
κάποιο γαλάζιο φόντο...
Έπρεπε να τον έβλεπες κάποτε!
Έδειχνε χελιδόνια να πετούν.
Μα ήταν τόσο αληθινά
που σαν τ' αποζωγράφησα
πέταξαν μακριά και φύγαν...
Είχε πυρόξανθα μαλλιά και μάτια πράσινα, μεγάλα. Μα είχε και μια τρύπα στην καρδιά!
Της είπα σ' αγαπώ
κι από ντροπή
κοκκίνησε
το διπλανό λουλούδι...
Της είπα "θα έρθω"!
Να μού χεις
στο τραπέζι ψωμοτύρι και νερό
κι ένα παλιόρουχο
σε μια γωνιά κατάκοπος να γείρω.
Να μού χεις
κάπου εκεί σιμά
έξω από την πόρτα σου
κι ένα χαλκά, μια πέτρα, ένα δεντρί
κάτι σα δέστρα.
πριν ν' αποκοιμηθώ
να δέσω την Ελπίδα μου
μη φύγει και μ' αφήσει να χαθώ
μες στο βαθύ της νύχτας ύπνο...
Το βαπόρι μας τσακίστηκε στης Σικελίας τα βράχια. Ίσως εκεί που κάποτε η Σκύλλα και η Χάρυβδις ρούφηξαν του Οδυσσέα τα παλικάρια. Το βράδυ εκείνο δεν έπρεπε να πιούμε. Ή, τουλάχιστον, να μην καπνίσουμε...
Κι όμως
δεν έπρεπε
να μου θυμώσει η θάλασσα
μόνο και μόνο γιατί με άκουσε
να λέω πως χρωστά το χρώμα της
στον ουρανό που στέκει πάνωθέ της...

Σάββατο, Νοεμβρίου 18

Αυτοψυχανάλυση Δ' (Επικήδειος ενός μπορντέλου)

Εκεί γύρω στα 14, κάθε δεύτερη Κυριακή κατεβαίναμε στο Καραϊσκάκη. Πιάναμε από νωρίς το πέταλο της θύρας 7. Τα στοιχειωμένα τσιμέντα γίνονταν ένα με το κορμί και το μυαλό μας. Εκεί γνωρίσαμε για πρώτη φορά τη μέθη της συλλογικότητας. Από το γήπεδο αυτό δεν έπρεπε κανένας αντίπαλος να φύγει με ψηλά το κεφάλι! Ήταν για μας θέμα τιμής, εγωισμού και εν τέλει ανδρισμού…
Εκεί, μέσα από την ψυχολογία της αγέλης, μάθαμε να μην κωλώνουμε πουθενά, να μην φοβόμαστε τίποτα και κανέναν. Μαθητεύσαμε δίπλα στα μεγαλύτερα αποβράσματα του Πειραιά και διδαχθήκαμε το νταηλίκι, τη μαγκιά, τους τσαμπουκάδες, τα έτσι κι αλλιώς κι αλλιώτικα…
Μόλις τελείωνε ο αγώνας γυρίζαμε με τα πόδια στην Αθήνα. Όχι, φυσικά, στο σπίτι μας! Κόβαμε μέσα από το Μοσχάτο, πιάναμε χαμηλά την οδό Πειραιώς και κατευθείαν στην κακόφημη συνοικία του κέντρου…
Σ’ ένα στενό σοκάκι μας περίμενε το “Hotel Maxim”. Αυτό το μικρό ξενοδοχείο άκουγε για πάνω από 40 χρόνια τα «αχ» της πόλης. Τα «αχ» των αγοριών που έγιναν άντρες σε κάποιο απ’ τα 21 δωμάτιά του. Τα «αχ» των κοριτσιών που τα έλεγαν κάποτε Ζωζώ και τώρα τα φωνάζουν Λουτσία. Τα «αχ» των μικρών επαρχιωτόπουλων που έψαχναν μια φτηνή στέγη και μια μεγάλη ευκαιρία…
Λίγη ώρα πριν είχαμε εκδηλώσει τη σωρευμένη σεξουαλική μας επιθετικότητα στην τσιμεντένια κερκίδα. Στα συνθήματά μας είχαμε «πηδήξει» τις μανάδες, τις αδελφές και τις γυναίκες των διαιτητών, του προέδρου, του προπονητή και των παιχτών της αντίπαλης ομάδας! Τώρα όμως ήταν η ώρα της πρακτικής εφαρμογής…
Το hotel Maxim ήταν για μας ένας ολόκληρος μικρόκοσμος, ένας μικρούλης πλανήτης που έλαμπε στην καρδιά της Αθήνας! Η μικρή είσοδος οδηγούσε σ’ έναν μακρύ και στενό διάδρομο. Θυμάμαι ακόμη να δεσπόζει η εικόνα του Χριστού καθώς προσεύχονταν γονατιστός λίγο πριν το μαρτύριο…
Στο βάθος του διαδρόμου, πίσω από ένα μικρό τραπεζάκι, κάθονταν το «αφεντικό». Ένας άντρας εκεί γύρω στα 60. Κινήσεις βαριές, προφορά μάγκικη, σπάνια έπιανε κουβέντα με τους πελάτες. Εγώ ήμουν απ’ τους ελάχιστους που τους απηύθυνε το λόγο. Ίσως να του έκανε εντύπωση η ευγενική φυσιογνωμία μου. Κάποτε με ρώτησε τι ήθελα να σπουδάσω. Όταν του απάντησα χαμογέλασε τρυφερά και έσπευσε να με συμβουλεύσει: «αν θες να ξέρεις… η καλύτερη μπίζνα είναι το μουνί»!
Η κίνηση δεν έχει αρχίσει ακόμη. Η Βίκη δένει τα λουράκια απ’ τα σανδάλια της. Είναι σίγουρα η απόλυτη σταρ του μαγαζιού. Στο νούμερο 4 του πρώτου ορόφου ανεβαίνουν κάθε βράδυ πελάτες καλοί και μόνιμοι, καψούρια που την κυνηγάνε χρόνια για ένα ραντεβού «εκτός ωραρίου εργασίας»… Καμιά άλλη εδώ μέσα δεν έχει το δικό της δωμάτιο όπως η Βίκη. Κι ίσως καμιά άλλη δεν έχει το δικό της τσαμπουκά…
Εγώ προτιμούσα την Ατζέλικα. Τη μαύρη καλλονή απ’ τη Σομαλία. Μιλάμε τώρα για φρούτο εξωτικό… Δεν υπήρχε λευκή πουτάνα που να μη τη φθονεί. Με την Ατζέλικα είχαμε αναπτύξει προσωπική σχέση. Μου έδινε μάλιστα συμβουλές για το πώς να κουμαντάρω τις γκόμενες: «η γυναίκα θέλει με το μαλακό και να ακούει μεγάλες κουβέντες… το παν είναι να μην την πιστεύεις… ειδικά άμα μπήγει τα κλάματα τότε λέει σίγουρα ψέματα…»! Καλή σου ώρα Ατζέλικα, όπου κι αν βρίσκεσαι, πάντα τηρούσα τις συμβουλές σου και δεν έχασα…
Σήμερα η Βίκη ετοιμάζεται για μια βίζιτα «απ’ τις καλές, τις ακριβές». Δεν θα κατέβη ο πελάτης στην αγορά, θ’ ανέβει εκείνη στο ξενοδοχείο του… Τώρα λούζεται με κολόνια. Προσπαθεί επίτηδες να με ψεκάσει… Ξέρει ότι σιχαίνομαι τα αρώματα. Μου λέει για τους τρεις γάμους της. Και για τους αναρίθμητους γκόμενους που είχε. Αλλά καλύτερα πέρασε με έναν μπάτσο. «Ήταν και νταβατζή σου;» τη ρωτάω. Μέσα μου, όμως, ένοιωσα τύψεις. Γιατί, ρε γαμώ το, ο μπάτσος πρέπει πάντα να είναι ο κακός της ιστορίας; Ευτυχώς η Βίκη έσπευσε να τον αποκαταστήσει: «Είσαι καλά ρε; Δεν αξίζει το πεζοδρόμιο άμα σου τα τρώει ο αγαπητικός! Τι με πέρασες, για καμιά απ’ αυτές τις βρομιάρες τις μαύρες;»…
Εκεί γνώρισα και τον πρώτο νταβατζή-αγαπητικό. Τον Μάκη. Γι’ αυτόν οι γυναίκες είναι «τα μουνιά» και, φυσικά, «όλες πουτάνες»! «Οι αληθινές πουτάνες, αυτές με τη βούλα, είναι οι πιο μπεσαλούδες… οι χειρότερες είναι οι νόμιμες σύζυγοι που στα τρώνε με δόξα και τιμή»…
Το Καραϊσκάκη γκρεμίστηκε και χτίστηκε απ’ την αρχή. Χλιδάτο και πολυτελές! Τώρα κι εμείς κυριλέψαμε! Δεν καθόμαστε πλέον στα τσιμέντα της θύρας 7 κρατώντας το σακουλάκι με τον λιόσπορο. Τώρα ο κώλος μας αναπαύετε στις πολυτελείς πολυθρόνες των «επισήμων»! Ορισμένοι από μας ούτε γυρνάμε το κεφάλι μας προς το πέταλο που μεγαλώσαμε. Κάποιοι όμως αισθανόμαστε άβολα. Νιώθουμε σαν τους γύφτους που συνήθισαν στο τσαντίρι και ξαφνικά τους μπάζουν στα σαλόνια της Εκάλης.
Το γήπεδο δεν το κόψαμε. Αλλά ούτε και το Maxim. Βέβαια τώρα δεν πάμε εκεί για να μυηθούμε στον έρωτα ούτε για να «ξεμπουκώσουμε». Εκεί πάμε για άλλα κόλπα… μιας και τα «βασικά» τα κάνουν σήμερα όλες οι γκόμενες…
Πριν ένα μήνα το Maxim έκλεισε! Είπαν πως το αγόρασαν κάτι Κινέζοι για να το μετατρέψουν σε αποθήκη εμπορευμάτων. Και μαζί του έκλεισε η περίοδος της παρατεταμένης μου εφηβείας…

Παρασκευή, Νοεμβρίου 17

Το "νέο Πολυτεχνείο"

Τόσα χρόνια πέρασαν και οι προσωπικές μνήμες ξεθωριάζουν. Συνήθως αντικαθίστανται από τη λεγόμενη "συλλογική μνήμη" με ιδιαίτερη έμφαση στο ηρωικό και μυθολογικό στοιχείο...
Το Πολυτεχνείο έχει δύο "εγγραφές":
Α) Ως πραγματικότητα έδωσε πρόσωπο στα οράματα, τις ευαισθησίες και στη βαθιά επιθυμία των νέων ανθρώπων να πουν "όχι" στη δικτατορία και στην καταπίεση. Ήταν πρωτ' απ' όλα μια κίνηση αντιδικτατορική που μέσα απ' τον αγώνα και την κινητοποίηση έλαβε ευρύτερες πολιτικές και ιδεολογικές διαστάσεις.
Β) Ως μύθος ανταποκρίθηκε στην ανάγκη της ελληνικής κοινωνίας να καλύψει τα κενά, τις τύψεις και τους συμβιβασμούς της. Οι "ήρωες του Πολυτεχνείου", η "εποποιία" και η "αντίσταση" αποενοχοποιεί την κοινωνία μας για τη σημαντική ανοχή (ακόμη και στήριξη) προς το δικτατορικό καθεστώς, ιδιαίτερα κατά τα πρώτα τρία χρόνια... Με τον ίδιο άλλωστε τρόπο η "παλλαϊκή εθνική αντίσταση 1941-44" κάλυψε το όχι ευκαταφρόνητο φαινόμενο του δοσιλογισμού που άνθισε στην κατεχόμενη χώρα μας...
Το Πολυτεχνείο έκλεισε έναν κύκλο, τον μεταπολεμικό-μετεμφυλιακό, κι άνοιξε έναν νέο -τον μεταπολιτευτικό- που δεν λέει ακόμη να κλείσει. Το Πολυτεχνείο αποτέλεσε αναμφίβολα μια πυκνή στιγμή της ιστορίας της Αριστεράς. Μιας Αριστεράς που αρνείται πεισματιά να ενηλικιωθεί! Όσοι τοποθετούνται στον πολιτικό χώρο της πρέπει, επιτέλους, να επιλέξουν (ή, καλύτερα, να επιβάλλουν) στους εαυτούς τους μια κριτική ματιά προς τα πάντα και, κυρίως, προς τον χώρο που τους εκφράζει ιδεολογικά.
Η Αριστερά ήταν εκείνη που δημιούργησε το Πολυτεχνείο του 1973, η Αριστερά πρέπει να είναι κι εκείνη που θα κλείσει τον ιστορικό αυτό κύκλο δημιουργώντας ένα "Νέο Πολυτεχνείο"! Όχι, φυσικά, ένα κακέκτυπο του 1973! Αλλά το Πολυτεχνείο του μέλλοντος, δηλαδή της γνώσης, της επιστημονικής έρευνας και πρωτοπορίας...

Πέμπτη, Νοεμβρίου 16

Τα πάθη του Καβάφη - Ομοφυλοφιλία

Ο Καβάφης ζούσε σε μια κακόφημη συνοικία της Αλεξάνδρειας, σε μια πολυκατοικία που στο ισόγειό της λειτουργούσε ένα πορνείο! Ο ίδιος σχολίαζε το γεγονός, αυτοσαρκαζόμενος: "εγώ είμαι το πνεύμα... κάτω από μένα η σάρκα"! Κι άλλοτε, πιο τραγικά: "μόνος μου πάνω εδώ... ήρωας και θύμα...".
Για την ομοφυλοφιλία του Καβάφη, περιοριζόμαστε στην αξιόπιστη μαρτυρία του Liddel που αναφέρεται στα νεανικά χρόνια του ποιητή και αποδίδει εύγλωττα το κλίμα της εφιαλτικής του μάχης με τους "εσωτερικούς δαίμονες":
"... Στη γωνία της οδού Αταρίν, βρισκόταν ένα σπίτι χτισμένο σύμφωνα με τον παλιό ανατολίτικο ρυθμό και πάνω ήταν maison de passe. O μποάμπης μάζευε αγόρια και κορίτσια που έβγαζαν με την εκπόρνευσή τους ένα τάληρο παραπάνω -και πολλά από αυτά θα έπρεπε να έμεναν ευχαριστημένα! Όλη νύχτα το σπίτι αντηχούσε από κραυγές και φωνές. Ο Καβάφης είχε ένα δωμάτιο. Εδώ κοιμόταν καμμιά φορά με νεαρούς Έλληνες. Που και που μαζί με τον σύντροφό του πήγαιναν και μεθούσαν πρώτα σ' ένα από τα παραδιπλανά μπαρ. Ένα πρωί πήρε μια κιμωλία και έγραψε πάνω στο βρώμικο τζάμι: δεν πρέπει να ξανάρθεις εδώ άλλη φορά, δεν πρέπει να το ξανακάνης! Κι όμως, την επόμενη βραδιά, ή κάποια άλλη βραδιά, έπαιρνε πάλι το δρόμο για την ίδια βρόμικη συνοικία, φορώντας τα παλιά του ρούχα και κουκουλωμένος μ' ένα κασκόλ..."

Τετάρτη, Νοεμβρίου 15

Τα πάθη του Καβάφη - Αλκοολισμός (Β)

Στο αρχείο του Καβάφη βρέθηκε μια σειρά ιδιόχειρων σημειωμάτων του με αρκετές εξομολογήσεις για τη ζωή του. Μεταφέρουμε αυτούσιες ορισμένες από αυτές:
"6 Μαρτίου 1897
... Θα ξαναρχίσω; Και όμως βλέπω καθαρά το κακόν και την αναστάτωση που προξενούν στον οργανισμό μου οι πράξεις μου. Πρέπει αλύγιστα να επιβάλω στον εαυτό μου ένα τέρμα έως την 1η Απριλίου, διαφορετικά δεν θα μπορέσω να ταξιδέψω..."
"16 Μαρτίου 1897
Αμάρτησα εκ νέου. Καμμία ελπίδα δεν υπάρχει παρεκτός αν σταματήσω. Θεέ μου, βοήθα με...
(Αργότερα) Αγωνία, αγωνία. Τι βασανιστήρια υπέφερα. Έπεσα να κοιμηθώ στις τρεις το πρωί. Ενέδωσα και πάλι. Φρίκη, φρίκη! Να σωθώ, να σωθώ, να σωθώ! Φτάνουν τα βασανιστήρια όπου κυλιέμαι τώρα και που φθείρουν τον οργανισμό μου, λευκαίνουν τα μαλλιά μου και μου δίνουν όψη φρικώδη. Τι να κάμω; Αλλά ν' αποφασίσω, ν' αποφασίσω, ν' αποφασίσω. Αποφασίζω, αποφασίζω."
"19 Νοεμβρίου 1905, δύο τη νύχτα
Υφίσταμαι μαρτύριο. Σηκώθηκα και γράφω τώρα. Τι να κάμω και τι θα γίνει; Τι να κάμω; Βοήθεια! Είμαι χαμένος..."
"28 Σεπτεμβρίου, δωδεκάμιση τη νύχτα
Και πάλιν ενέδωσα... Αλλά τώρα, τώρα, τώρα, ναι! Να βαστάξω."
"1η Σεπτεμβρίου, εντεκάμιση τη νύχτα
ΠΑΙΡΝΩ ΜΕΓΑΛΗΝ ΑΠΟΦΑΣΙΝ ΤΩΡΑ ΟΜΝΥΩ! Είμαι βέβαιος περί επιτυχίας. Ει και τώρα ενέδωσα... Να δούμε".
Στις εξομολογήσεις που προηγήθηκαν ο ποιητής δεν διευκρινίζει ποιο ακριβώς είναι το πάθος που τόσο έντονα τον βασανίζει. Το πρώτο που έρχεται στο μυαλό μας, η ομοφυλοφιλία, δεν πολυταιριάζει στις συγκεκριμένες περιστάσεις. Κάποιοι υπέθεσαν την αυτοϊκανοποίηση. Η επικρατέστερη όμως άποψη δέχεται πως η κατάχρηση που τον ταλάνιζε κάθε νύχτα ήταν το αλκοόλ...

Τρίτη, Νοεμβρίου 14

Τα πάθη του Καβάφη - Αλκοολισμός (Α)

ΒΑΚΧΙΚΟΝ
Από του κόσμου κεκμηκώς
την πλάνον αστασίαν,
εντός του ποτηρίου μου
εύρον την ησυχίαν,
ζωήν κ΄ελπίδα εν αυτώ
και πόθους εσωκλείω,
δότε να πίω.

Μακράν εδώ των συμφορών,
των θυελλών του βίου,
αισθάνομ' ως διασωθείς
ναύτης εκ ναυαγίου
κ΄ εν ασφαλεί ευρισκόμενος
εντός λιμένος πλοίω.
Δος μοι να πίω.

Την άχαριν αλήθειαν
γυμνήν δεν βλέπω πλέον.
Άλλην απήλαυσα ζωήν,
και κόσμον έχω νέον,
εν των ονείρων τω ευρεί
ευρίσκομαι πεδίω
δος, δος να πίω!

Και αν ήναι δηλητήριον,
και αν εύρω την πικρίαν
της τελευτής εντός αυτού,
εύρον πλην ευτυχίαν,
τέρψιν, χαράν, και έπαρσιν
εν τω δηλητηρίω,
δότε να πίω!

Δευτέρα, Νοεμβρίου 13

Η θρησκεία του Καβάφη

Το ζήτημα των θρησκευτικών πεποιθήσεων του Καβάφη είναι από τα πλέον αμφιλεγόμενα. Ο ποιητής μας ήταν βαθιά θρησκευόμενος, όπως ισχυρίζεται η πλειοψηφία των μελετητών του, ή συνειδητά άπιστος, λοιδορός κάθε θρησκείας ή έστω σκεπτικιστής, όπως ισχυρίζονται κάποιοι άλλοι;
Το γεγονός ότι ο Καβάφης προσεύχονταν, παρακολουθούσε με συγκίνηση την πομπή του επιταφίου, φορούσε ως το θάνατο τον βαπτιστικό του σταυρό και στη βιβλιοθήκη του υπήρχε πάντα η Παλαιά Διαθήκη και ο Συναξαριστής, είναι άραγε αρκετά για να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα;
Ταυτόχρονα έχουμε κάποιες άλλες δηλώσεις ή εκδηλώσεις της ζωής του που δημιουργούν μια εντελώς διαφορετική εικόνα. «Οι θρησκείες είναι cooked» (δηλ. «μαγειρεμένες») φέρετε να δήλωσε σε κάποιον συνάδελφό του στο γραφείο που δούλευε! «Δεν είμαι Χριστιανός μα λυπούμαι που δεν είμαι» συνήθιζε να λέει αλλά και να γράφει σε φίλους του… Εκδήλωνε έτσι τον έντονο προβληματισμό του πάνω στο δίπολο «παρηγορητική πίστη-τραγική απιστία»!
Στα «ανέκδοτα» ποιήματά του περιλαμβάνονται και τα τρία που δημοσιεύσαμε χθες («Το Μετέπειτα», «Εν τω κοιμητηρίω» και «Ο Τρόμος») που θεωρούνται σαφώς θρησκευτικού περιεχομένου. Ειδικά το τελευταίο παρουσιάζει μια συμβολική εφιαλτική εικόνα, με σαφείς επιδράσεις από τον «Λάμπρο» του Σολωμού, που ελάχιστα ταιριάζει σε συνειδητοποιημένο Χριστιανό. Ο δε στίχος «… γιατί είμαι εγώ σωμένος εις του Χριστού τ’ όνομα βαπτισμένος» θυμίζει μεν πρωτοχριστιανικές διακηρύξεις πίστης αλλά τέτοιες μεγαλοστομίες δεν εκφράζουν γνήσιο θρησκευτικό συναίσθημα…
Τα δύο πρώτα ποιήματα αποτελούν κάκιστα στιχουργήματα, που μάλλον ένας θρησκόληπτος θα τα’ γραφε, και είναι πολύ συζητήσιμο κατά πόσο εκφράζουν τα αληθινά πιστεύω του ποιητή.
Στο σημείο αυτό κρίνεται αναγκαία μια διευκρίνιση: το έργο του Καβάφη αποτελείται από τρία μέρη:
Α) Το «αναγνωρισμένο», που περιλαμβάνει όσα ποιήματα ενέκρινε ο ίδιος ο ποιητής και συμπεριέλαβε στις διαδοχικές συλλογές του (συνολικά 154).
Β) Τα «Ανέκδοτα» ή «Κρυμμένα», που συνειδητά τα θεωρούσε ανάξια λόγου, μη αντιπροσωπεύοντα την κοσμοθεωρία και την προσωπικότητά του. Πρόκειται για 75 ποιήματα καταχωνιασμένα στο αρχείο του ή αφημένα στα χέρια φίλων.
Γ) Τα «Ατελή», δηλ. ημιτελή σχεδιάσματα ποιημάτων απ’ το αρχείο του, δίχως ιδιαίτερη λογοτεχνική αξία.
Τα τρία «χριστιανικά» ποιήματα που προαναφέραμε κατατάσσονται στη δεύτερη κατηγορία, δηλαδή σ’ εκείνα που ο ίδιος είχε ουσιαστικά απορρίψει μη επιθυμώντας τη δημοσίευσή τους.
Εν συντομία, θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε τα θρησκευτικά πιστεύω του Καβάφη ως εξής: ο ποιητής δεν ξεγελιόταν από «υπερβατισμούς», ενώ καθόλου δεν τον κάλυπτε, λόγω και της ιδιαιτερότητάς του, η χριστιανική ηθική. Οι προσωπικές του ροπές τον έφερναν σε ριζική διάσταση με τη γύρω του συμβατική κοινωνία. Η έξωθεν απαίτηση να μην ακολουθεί τη φύση του και τις ερωτικές του επιθυμίες θα του παρήγαγαν την προσδιοριστική αντίδραση και μ’ αυτή θα ωρίμασε. Απ’ την άλλη, όμως, οι παραδοσιακοί θρησκευτικοί τύποι τον συνήχαν ώστε να μη φθάνει ούτε σε ανοιχτή αθεΐα ούτε να προσχωρήσει στον παγανισμό. Αλλά έμεινε αντιφατικός και διχασμένος μέχρι τέλους…

Κυριακή, Νοεμβρίου 12

Τα "χριστιανικά" του Καβάφη

Το Μετέπειτα
Πιστεύω το Μετέπειτα.
Δεν με πλανούν ορέξεις
της ύλης, ή του θετικού αγάπη.
Δεν είν’ έξις αλλ’ ένστικτον.
Θα προστεθή η ουρανία λέξις
εις της ζωής την ατελή,
την άλλως άνουν φράσιν.
Ανάπαυσις και αμοιβή
θέλουν δεχθή την δράσιν.
Ότε διά παντός κλεισθή
το βλέμμα εις την Πλάσιν,
θα ανοιχθή ο οφθαλμός
ενώπιον του Πιλάτου.
Κύμα αθάνατον ζωής
θα ρεύση εξ εκάστου
Ευαγγελίου του Χριστού
– ζωής αδιασπάστου.

Εν τω Κοιμητηρίω
Όταν η μνήμη εις το κοιμητήριον
τα βήματά σου διευθύνει,
μ' ευλάβειαν το ιερόν μυστήριον
του σκοτεινού μας μέλλοντος προσκύνει.
Τον νουν σου ύψου προς τον Κύριον.
Προ σου
των απεράντων ύπνων
η στενοτάτη κλίνη
κείται υπό το έλεος του Ιησού.
Η προσφιλής θρησκεία μας
τα μνήματα
τον θάνατον ημών σεμνύνει.
Των εθνικών τα δώρα
και τα θύματα
και τας πομπάς
δεν αγαπά εκείνη.
Χωρίς ανόητ' αναθήματα
χρυσού,
των απεράντων ύπνων
η στενοτάτη κλίνη
κείται υπό το έλεος του Ιησού

Tρόμος
Tην νύκτα,
Δέσποτα Xριστέ μου,
τον νου και την ψυχή μου φύλαττέ μου
σαν γύρω μου αρχινούν και περπατούνε
Oντα και Πράγματα που όνομα δεν έχουν.
Tο ξέρω, ναι, με καρτερούνε
σαν βδελυρούς καιρούς να μελετούνε
οπόταν ίσως σέρνομουν μαζύ των
μες στο σκότος με τα όντα
και τα πράγματα αυτά ανακατευμένος.
Kι αποφρενιάζουν ο καιρός
να ξαναρθή ο πρώτος.
Mα δεν θα νάρθη πια ποτέ,
γιατί εγώ είμαι σωσμένος
εις του Xριστού τ΄ όνομα βαπτισμένος.

Σάββατο, Νοεμβρίου 11

Oι ... καγκελάριοι (Λόγια της φυλακής, Α')

- Τι έχεις κούκλα;
- Είχα επισκεπτήριο ... ήρθε η μάνα μου...
- Συμβαίνει τίποτα;
- Τρία χρόνια είμαι μέσα κι είναι το πρώτο επισκεπτήριο... Κι άμα δεν με φέρνανε στην Κέρκυρα, μέσα στα πόδια της, ούτε που θα ρχότανε... Τους μισώ όλους ρε γαμώ το!
- Τους ρίχνεις ευθύνες, έτσι;
- Δεν τους κατηγορώ γιατί έγινα τραβεστί. Ούτως ή άλλως θα γινόμουνα! Αλλά αυτοί, τι κάνανε για μένα; ... Ο πούστης ο πατέρας μου γκάστρωσε τη μάνα μου και την παράτησε. Εκείνη πάλι τεσσάρων χρονών με πέταξε στο ορφανοτροφείο. Οι σκατόψυχοι οι γέροι της δεν γούσταραν ένα μπάσταρδο στο χωριό...
- Έλα μωρέ, από βλακεία και κακομοιριά ξηγήθηκαν έτσι...
- Ναι, αλλά εγώ την πληρώνω μια ζωή για όλους. Τι έφταιγα εγώ ρε Μήτσο; Εφτά χρονών στην κατασκήνωση του ορφανοτροφείου ο ομαδάρχης μ’ έβαζε και του χτένιζα τις τρίχες στ’ αρχίδια! Και από δέκα χρονών έμαθα το γαμήσι. Δεν λέω πως δεν μου άρεσε... Αλλά ποτέ δεν ενδιαφέρθηκαν τι κάνω, αν ζω ή αν πέθανα... Δεκατεσσάρων χρονών γύρισα σπίτι μου και βρήκα τη μάνα μου με τον γκόμενο. Και είχε την απαίτηση να δουλεύω κι αυτός να τα ξύνει. Της είπα να δουλέψει κι αυτός. Αυτόν τον ταΐζω εγώ, μου λέει. Κι έπαιρνε το ψωμί μαζί της στη δουλειά για να μην τρώω... Το ριξα στην αλητεία. Με κλείσανε στο αναμορφωτήριο στον Κορυδαλλό. Αυτό ήταν. Τα μαθα όλα. Χάπια, κλοπές, τσαμπουκάδες... Κι όταν βγήκα, κατ’ ευθείαν στην Ομόνοια για καμιά βίζιτα με καναν «κύριο». Μετά στα γκέι μπαρ της Πλάκας και σερί δώδεκα χρόνια στη Συγγρού και πρεζάκι...
- Ρε Ραφαέλα, γιατί δεν γράφεις κανά βιβλίο με τις εμπειρίες σου απ’ τη Συγγρού; Μπορεί και να κονομήσεις...
- Δεν είσαι καλά! Θα με κάνουν κομμάτια! Ποιοι νομίζεις ότι έρχονται εκεί; Τίποτα λαϊκοί τύποι; Άμα σου πω τι κόσμο έχω «πάρει» θα βγεις από τα ρούχα σου. Μέχρι και βουλευτές. Και μη νομίσεις ότι έρχονται για να γαμήσουν. Ή για να γαμηθούν ή κάνα βίτσιο περίεργο έχουν...
- Δικαστές έρχονται;
- Άκου! Μια φορά ένας Πρόεδρος Εφετών, που με καθάρισε και σ’ ένα δικαστήριο, μ’ έβαζε και ζέσταινα μπανάνες στο καλοριφέρ και του τις έβαζα στον κώλο...
- Άντε μετά να σε δικάσει αυτός και να μην έχει φάει τις μπανάνες του....

Παρασκευή, Νοεμβρίου 10

Εκλογικός απολογισμός ...

Οι ενδιάμεσες εκλογές στις Η.Π.Α. δεν ήταν απλά ένα δημοψήφισμα που έχασε ο Τζωρτζ Μπους. Ήταν η εκδήλωση της οργής ενός λαού για όλα τα ψέματα, τη φθηνή ηθικολογία και τον χυδαίο χριστιανισμό που αυτή η διακυβέρνηση προωθούσε όλ' αυτά τα χρόνια. Φαίνεται πως οι Αμερικανοί κατανόησαν ότι οι "παλιές λύσεις" που εκπροσωπούσαν οι ακραία συντηρητικοί Ρεμπουμπλικάνοι δεν μπορούν να λύσουν τα νέα προβλήματα. Το "όπισθεν ολοταχώς" δεν δούλεψε! Αντίθετα, κόστισε πολλά στη χώρα τους...
Είναι γεγονός πως κάθε φορά που οι κοινωνίες σοκάρονται από νέες καταστάσεις (όπως αυτή της τρομοκρατίας) θέλουν να επιστρέψουν σε ένα εξιδανικευμένο παρελθόν, πιστεύοντας πως έτσι θα συμπαρασύρουν προς τα πίσω και την πραγματικότητα. Στις καταστάσεις αυτές συμβαίνουν δύο πράγματα:
α) Διάφοροι επιτήδειοι εκμεταλλεύονται για ίδιον όφελος τους φόβους και την αφέλεια των τρομαγμένων πολιτών.
β) Επειδή η ζωή προχωρεί ανεξάρτητα της δικής μας στάσης, όταν εφαρμόζονται οι συντηρητικές πολιτικές κάνουν μεγαλύτερη ζημιά απ' ότι αν δοκιμάζαμε κάποιες νέες. Επιδεινώνουν τα προβλήματα αντί να τα λύνουν.
Και μια προσωπική άποψη-πρόταση: το πάντρεμα της αριστερής κουλτούρας με την κοινή λογική, τον κοσμοπολιτισμό και την χριστιανική ασκητική (στον τομέα διαχείρησης του πλούτου) αποτελεί τη μόνη ορατή διέξοδο στα προβλήματα των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών...

Πέμπτη, Νοεμβρίου 9

Οι τρεις σωματοφύλακες...

Συνέβη πρόσφατα στο πλημμελειοδικείο Αθηνών και σας το μεταφέρω:
- Με ξεφτίλισε, κύριε Πρόεδρε. Μόνο που δεν έβγαλε ... έκτακτο ανακοινωθέν ότι δεν ήμουν ... παρθένα! Μέχρι που μετά το γάμο μας, το επόμενο πρωί, ακόμη δεν είχε ξημερώσει καλά-καλά, τηλεφώνησε στο γιό της να ρωτήσει ... για το σεντόνι!
Πρόεδρος: Όλ' αυτά τα έκανε η πεθερά σας;
- Μάλιστα. Από την αρχή δεν με ήθελε, αλλά η κατάσταση λίγο πριν το γάμο έφτασε στο απροχώρητο. Το ποτήρι ήταν γεμάτο κι έριξε τη σταγόνα που το έκανε να ξεχειλίσει. Με συκοφάντησε σε όλο τον κόσμο. Γυρνούσε από δω κι από κει κι έλεγε σε όλη τη γειτονιά ότι ήμουν "πειραγμένη"!
- "Πειραγμένη";
- Ναι, ότι δηλαδή δεν ήμουν παρθένα όταν παντρεύτηκα το γιο της. Έτσι κι εγώ της έκανα μήνυση για συκοφαντική δυσφήμηση.
- Θεωρήσατε ότι σας προσέβαλε;
- Σαφέστατα...
Μόνο που ο Πρόεδρος και ο Εισαγγελέας δεν είχαν την ίδια άποψη:
Πρόεδρος: Δεν είναι συκοφαντικό για μια γυναίκα να ισχυριστεί κάποιος ότι δεν ήταν "παρθένος" όταν παντρεύτηκε. Γιατί η ύπαρξη παρθενικού υμένος είναι εντελώς αδιάφορη και δεν αντίκειται στην ηθική ευπρέπεια!
Εισαγγελέας: Είναι γνωστό από μακρού ότι η σεξουαλική εγκράτεια μέχρι και του γάμου εθεωρείτο ενδεδειγμένη. Αυτή η άποψη εξυπηρετούσε πολλούς σκοπούς, μεταξύ των οποίων και το πρόκριμα της συζυγικής πίστης. Ο Εμμανουήλ Ροϊδης έλεγε σχετικά: "η αιδώς, ο φόβος της συλλήψεως και ο φόβος του σκανδάλου είναι οι τρεις σωματοφύλακες της γυναικείας αρετής"! Οι σύγχρονες όμως αντιλήψεις δέχονται ότι η έγγαμη συμβίωση πρέπει να στηρίζεται όχι στην προγαμιαία παρθενία αλλά στην αλληλοεκτίμηση, συναντίληψη και αμοιβαίο σεβασμό....

Τρίτη, Νοεμβρίου 7

Καταλήψεων επίλογος ...

To '90 είχε χαρακτηριστεί "δεκαετία της απληστίας"! Η έκρηξη του τραπεζικού δανεισμού έδωσε την ψευδαίσθηση ότι ο καθένας είχε δικαίωμα στην εύκολη και γλυκιά ζωή... Πολλοί από τους σημερινούς γονείς μεγάλωσαν τα παιδιά τους με την αυταπάτη ότι ο κόσμος τούς ανήκει. Όχι, όμως, ο κόσμος, των ανοιχτών οριζόντων και της τίμιας εργασίας αλλά ο λαμπερός κόσμος των λαϊφστάιλ περιοδικών και της διαφήμισης. Ένας κόσμος με αξίες, σχέσεις και αντικείμενα μιας χρήσεως...
Σήμερα ζούμε την κατάρευση αυτών των ψεδαισθήσεων. Τώρα όλους τούς περικυκλώνει ο τρόμος της δια βίου υποαπασχόλησης και ανασφάλειας. Η οικογενειακή γυάλα που υπερπροστάτευε το παιδί έχει ραγίσει. Μέρα με τη μέρα τα χαϊδεμένα παιδιά διαπιστώνουν πως κανένας κόσμος δεν έχει θέση γι' αυτά! Ούτε ο κόσμος της σταθερής εργασίας ούτε ο λαμπερός εικονικός κόσμος της τηλεόρασης και της αρπαχτής...
Ο μεγάλος χαμένος των φετινών σχολικών καταλήψεων ήταν οι μαθητές! Η αγωνσιστική τους διάθεση αποδείχθηκε ανίκανη να γεννήσει μια καινούργια νεανική κουλτούρα με δημιουργικότητα, γνώση και φαντασία. Όσο κι αν φαίνεται παράξενο οι μαθητές χαίρουν κάποιου κύρους στην κοινωνία. Όλοι χαίρονται όταν η μαθητική νεολαία "τα πηγαίνει καλά". Όταν συνδυάζει το κέφι και τη ζωντάνια με κάποια συγκρότηση, ακόμη κι όταν διαμαρτύρεται με το δικό της νεανικό στιλ. Στη φετινή όμως διαμαρτυρία, που εκφράστηκε με τις καταλήψεις, το αποτέλεσμα για την εικόνα των μαθητών ήταν τραγική!
Η κοινή γνώμη ακόμη δεν έχει καταλάβει γιατί έγιναν οι καταλήψεις. Στα τηλεοπτικά παράθυρα, κάποιοι μαθητές μιλούσαν ακριβώς όπως οι πολιτικοί. Χρησιμοποιούσαν ξύλινη γλώσσα, γενικόλογους αφορισμούς και "τσιτάτα", χωρίς κέφι, φρεσκάδα, έμπνευση. Φάνηκαν να κονταροχτυπιούνται με το "σύστημα" αλλά με τους δικούς του όρους! Τα όποια επιχειρήματα χάθηκαν μέσα στη γενικότερη αντίληψη ότι οι καταλήψεις έγιναν "για τον χαβαλέ"! Αντί σήμερα η κοινωνία να συζητεί για τα αιτήματα των μαθητών, αντί να τους θεωρεί ώριμους και σοβαρούς συνομιλητές, αντιμετωπίζει τους ίδιους ως πρόβλημα...
Στην αντίπερα όχθη έχουμε μια κυβέρνηση που αισθάνεται δικαιωμένη όσο πιο ανώριμα είναι τα αιτήματα των μαθητών, όσο πιο πολλοί οι βανδαλισμοί και τα έκτροπα στα υπό κατάληψη σχολεία! Η υπουργός Παιδείας παρατηρεί τα πάντα με εκείνο το βλέμμα το αγέροχο, το υπεράνω, το "δεν ιδρώνει το αυτί μου"! Αλλά δεν φταίει μόνο εκείνη. Μπορεί να της χρεώσει κανείς το όλον της οιήσεως αλλά και το ήμισυ της προθέσεως. "Δεν έχει τα λεφτά"! Και δε τά χει, διότι η κυβέρνηση τα έβαλε κάτω κι αποφάσισε ότι μια επένδυση στην παιδεία είναι "τζάμπα φράγκα"!
Με τον πρωθυπουργό όμως τι γίνεται; Γιατί τηρεί σιγήν ιχθύος; Σόρι για την οικειότητα, αλλά πότε θα βγεις στο προσκήνιο χρυσέ μου άνθρωπε; Πότε θα μιλήσεις, πότε θα αναλάβεις τις ευθύνες σου; Πότε θα τοποθετηθείς πραγματικά πάνω σε ΚΑΤΙ; Σε ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ!
Γιατί η σιωπή, κ. Πρωθυπουργέ, δεν είναι πάντα χρυσός! Δεν μας κάνετε χάρη, δεν μας κάνετε ρουσφέτι και, κυρίως, δεν είναι επιλογή σας να τοποθετηθείτε και να μας απαντήσετε. Είναι χρέος σας!

Κυριακή, Νοεμβρίου 5

Aυτοψυχανάλυση (Γ)

Όταν, θυμάμαι, ήμουνα μικρός,
μου άρεσε να τριγυρνάω
γύρω απ’ το γραφείο του παππού,
εκείνο το σταχτί
με το θαμπό το κρύσταλλο στην επιφάνειά του…
Όχι, δεν μου άρεσε αυτό καθ αυτό
κι ήμουν μικρός,
πολύ μικρός,
να ξέρω από βιβλία…
Εκείνο που με τράβαγε εκεί κάθε φορά
ήταν ένα νόμισμα,
ένα από κείνα τα παλιά νομίσματα αντίκες
κάτω απ’ το τζάμι του γραφείου εκείνο το θαμπό.
Πόσες φορές να το αγγίξω ήθελα,
να το πλησιάσω πιο κοντά μου,
έστω, με τα κριτήρια που είχα για να κρίνω…
Υπήρχε όμως στάνταρ μια απάντηση:
«Είναι παλιό,
είν’ ακριβό,
όχι για τα δικά σου χέρια,
αυτό δεν τ’ ακουμπάει κανείς,
μπορεί όμως να το βλέπει»…
Κι άλλες φορές απόραγα
και ζήταγα
να μου το δείξουν κι απ’ την άλλη όψη,
έστω από περιέργεια ήθελα να δω πώς είναι…
Υπήρχε όμως στάνταρ μιαν απάντηση:
«Από αυτήν είν’ ωραίο,
πέστεψέ με
ξέρω γω,
το έχω εξετάσει το θέμα από παλιά».
Έτσι, για μένα,
ήταν κάτι το ωραίο
όχι γιατί έτσι μου φαινότανε
αλλά γιατί έτσι έπρεπε νά ναι!
Μα έλα που ήμουν ανήσυχο παιδί,
μου άρεσε να τα σκαλίζω…
Έτσι, μια μέρα,
μονάχος στο σπίτι,
το τζάμι παραμέρισα
και με λαχτάρα το ανασήκωσα
στα διψασμένα για τη γνώση χέρια μου.
Και είδα και την άλλη του πλευρά
-πραγματικά υπήρχε-
κι ας μου την είχανε κρυμμένη
χρόνια τώρα…
Και δεν ήταν κι άσχημη,
απλώς μιαν άλλη εικόνα,
μα όμως στα μάτια μου
ήταν κάτι ξέχωρο
και πιο πολύ μου άρεσε
γιατί ήταν η δική μου η πλευρά.
Και τότε,
από πείσμα για τους άλλους και τα «μη»
κορώνα-γράμματα άρχισα να παίζω
σα μια μάχη
ανάμεσα στ’ ωραίο το δικό τους και το δικό μου
κι άλλοτε κέρδιζε η δικιά μου
κι άλλοτε η άλλη πλευρά…
Κι όταν, στην έντασή μου απάνω,
ήρθε η στιγμή που την αγάπησα
και μέσα μου θρονιάστηκε η δεύτερη μορφή,
σ’ ένα απ’ τα πολλά ριξίματα του παιχνιδιού
περίεργα μου ξέφυγε,
περίεργα κατρακύλησε
κι αφού τρεις γύρους μεθυσμένους έφερε
στου τοίχου τη γωνιά όρθιο στάθηκε
χωρίς σε μια απ’ τις δυο πλευρές που μέχρι τώρα ήξερα
στο πάτωμα ετούτη τη φορά να ακουμπήσει…
Υπάρχει άραγε λοιπόν και μια τρίτη άποψη;
Κι αν ναι, τι ρόλο πια θα παίζει εκείνη η παλιά, η πρώτη;
Κι αν ναι, τι θ’ απογίνει η αγαπημένη η δικιά μου;
Και ποιος μπορεί με σιγουριά να εγγυηθεί
πως ίσως δεν υπάρχει και μια τέταρτη;

Σάββατο, Νοεμβρίου 4

Βιασμός, φασισμός και κοινωνία...

Στις αρχές του περασμένου Οκτωβρίου ανέβηκε στους κινηματογράφους μια ταινία («Ελεύθερη βούληση») που οι περισσότερες κριτικές την αντιμετώπισαν μάλλον αρνητικά. Πρόκειται για μια ταινία πραγματικά μαύρη, μελαγχολική, καταραμένη, δαιμονική… Εξωτερικά μοιάζει με το πορτρέτο ενός βιαστή, στο βάθος, όμως, στον αληθινό του πυρήνα, ανταμώνουμε τις γενεσιουργές δυνάμεις του φασισμού!
Ο Τεό, ο αρσενικός πόλος της ιστορίας, μοιάζει με κλινική περίπτωση ενός βαριά ψυχασθενούς βιαστή. Η τακτική του είναι συγκεκριμένη: αρχικά τσαλακώνει με μια πέτρα το πρόσωπο του θύματος για να μην βλέπει τα χαρακτηριστικά της. Προφανώς κάτι τέτοιο θα αναστάτωνε την «ευαισθησία» του, πράγμα που θα τον εμπόδιζε να εκδηλώσει τις κτηνώδεις ορμές του! Υπάρχει κι ένας δεύτερος λόγος: αφαιρεί βίαια τα χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης γυναίκας επειδή γι’ αυτόν όλες είναι σκρόφες και πουτάνες…
Στη συνέχεια, αντί να διεισδύσει, αρχίζει να αυνανίζεται μπροστά στο λιπόθυμο γυναικείο σώμα. Είναι προφανές πως τον ερεθίζει όχι το γυμνό και λαχταριστό αλλά το τσαλακωμένο, κακοποιημένο και δύσμορφο θηλυκό.
Τι σημαίνουν όλ’ αυτά; Μα είναι αυτονόητο. Ο βιαστής έχει ο ίδιος βιαστεί κοινωνικά, πνευματικά, ηθικά, διανοητικά! Και μάλιστα κατ’ εξακολούθηση, σε σημείο που έχει εθιστεί. Γι’ αυτό βιάζει τον εαυτό του προκειμένου να ερεθιστεί (αυνανισμός). Γι’ αυτό βιάζει τη σχέση του με το γυναικείο φύλο, δηλαδή δεν αισθάνεται ίχνος ηδονής με την ομορφιά παρά μόνο με την ασχήμια. Ο Τεό μισεί τη Γυναίκα επειδή μισεί τον εαυτό του. Και όσο βιάζει τόσο αυτοβιάζεται και όσο αυτοβιάζεται τόσο περισσότερο σιχαίνεται τον εαυτό του και όσο σιχαίνεται τον εαυτό του τόσο περισσότερο βιάζει και αυτοβιάζεται. Αυτός ο φαύλος κύκλος, λέει ο σκηνοθέτης (Ματίας Γκλάσνερ), είναι η γενεσιουργός εσωτερική αιτία του καθημερινού φασισμού.
Δίπλα στο Τεό, η Νέτι, ο θηλυκός πόλος της μικρής ιστορίας βιασμού. Οι λόγοι βιασμού του Τεό είναι εσωτερικοί, κυτταρικοί, όμως της Νέτι είναι εξωτερικοί, δηλαδή αντικειμενικοί. Η Νέτι έχει βιαστεί απ’ τον πατέρα της γι’ αυτό και μισεί τον Άντρα! Γι’ αυτό και βιάζει το συναισθηματικό της κόσμο και γι’ αυτό σιχαίνεται το δικό της το φύλο. Η Νέτι είναι η άλλη όψη του Τεό. Ο βιαστής με το βιασμένο θηλυκό ζευγαρώνουν. Αλλά, αντί οι δύο πόλοι με τα ετερόκλητα μαγνητικά τους πεδία να δημιουργούν ισορροπία, προκαλούν ολοσχερή ανατροπή.
Ο συνδετικός ιστός της κοινωνίας είναι διαταραγμένος, διακορευμένος, θρυμματισμένος, κατεστραμμένος.
Το περιβάλλον της ταινίας μουντό, σκοτεινό, υγρό. Τα χρώματα λειώνουν, το έγχρωμο μοιάζει να χορεύει με το ασπρόμαυρο. Ο φασισμός είναι γενετικός και η κατάρα μεταδοτική. Οι σχέσεις εντελώς τυπικές, μηχανικές. Οι πόλεις σφύζουν από κόσμο. Οι ήχοι πνίγονται σε παχύ χαλί. Οι καθημερινές απολαύσεις αρχίζουν από ένα γυμναστήριο και καταλήγουν σε μια σεξουαλική διαστροφή. Γι’ αυτό όλες σχεδόν οι πράξεις φλερτάρουν με τη βία. Γι’ αυτό η οικογένεια είναι στέγη σεξουαλικής βίας. Η ανθρώπινη επικοινωνία σχεδόν μηδενική. Γι’ αυτό η απέραντη σιωπή…
Οι μοναδικές κραυγές απόλαυσης είναι αυτές που παράγονται από τις πολεμικές τέχνες στο γυμναστήριο, από το λαχάνιασμα του βιασμού και του αυνανισμού και από τα αναφιλητά του κοριτσιού…
Και η ταινία κλείνει με μια κλασική αντίθεση: ανάμεσα στην οργανωμένη και «καθαρή» κοινωνία και στη βρώμικη, ασύμμετρη, εσωτερική και άναρχη βία… Η ταινία μάς δείχνει με τον πιο ωμό και ρεαλιστικό τρόπο την κατεύθυνση προς την οποία κινείται η κοινωνία μας με ιλλιγγιώδη ταχύτητα...

Παρασκευή, Νοεμβρίου 3

Επιτέλους, γίναμε Ιράν!

Πρώτη διάσκεψη για τη Διακυβέρνηση του Διαδυκτίου. Ο πρωθυπουργός μας, φανερά έξω από τα νερά του, διαβεβαιώνει πως το internet συμβάλλει στην προαγωγή της δημοκρατίας και της ελευθερίας. Δεν είχε προλάβει να ολοκληρώσει το λόγο του και η Ελλάδα μπήκε στη χορεία των κρατών εκείνων που συλλαμβάνουν και οδηγούν σιδηροδέσμιους στα αστυνομικά τμήματα τους χρήστες του Διαδικτύου επειδή άσκησαν το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης... Η χώρας μας έχει πλέον την τιμή να συγκαταλέγεται μαζί με το Βιετνάμ, την Κίνα και το Ιράν!
Το ιστορικό, εν συντομία, έχει ως εξής: ένα δικτυακό ημερολόγιο (funel.blogspot.com) σατιρίζει τον γνωστό τηλεπωλητή βιβλίων Δημοσθένη Λιακόπουλο. Ο τελευταίος κάνει μήνυση όχι μόνο στον κάτοχο του συγκεκριμένου ηλεκτρονικού ημερολογίου αλλά και σε οποιονδήποτε παρέπεμπε σε αυτή τη διεύθυνση!
Η μήνυση του κ. Λιακόπουλου ατύχησε ως προς τον αρχικό επικριτή του. Το ιστολόγιο funEl βρίσκεται στις ΗΠΑ και οι επιχειρήσεις εκεί δεν δίνουν στοιχεία στις αρχές παρά μόνο σε περίπτωση πραγματικών εγκλημάτων. Ο Αντώνης Τσιπρόπουλος, όμως, που απλώς καταλογραφεί το περιεχόμενο, ατύχησε να έχει τον δικτυακό του τόπο στην Ελλάδα οπότε και συνελήφθη!
Η διαδικασία που ακολούθησε ήταν αυτή του αυτόφωρου: αιφνιδιαστική επίσκεψη ατυνομικών στο γραφείο του, έρευνα παρουσία εισαγγελέα, κατάσχεση σκληρού δίσκου, σύλληψη, μεταφορά στη ΓΑΔΑ, αποτυπώματα, διανυχτέρευση στα κρατητήρια και την επόμενη μέρα το πρωί ... φωτογράφηση, μεταφορά στην Εισαγγελία κλπ.
Το ότι τα αστυνομικά και δικαστικά όργανα είναι τεχνολογικώς αστοιχείωτα ... το γνωρίζαμε. Δυστυχώς δεν μπορούν να ξεχωρίσουν το περιεχόμενο από την καταλογράφησή του! Είναι σα να συλλαμβάνουν έναν περιπτερά γιατί, κατά την άποψη κάποιου, ένα απ' τα περιοδικά που πουλά έχει συκοφαντικό περιεχόμενο!
Από την άλλη, πρέπει να προβληματιστούν οι αρμόδιοι για τη σκοπιμότητα διατήρησης σε ισχύ του νόμου που προβλέπει ότι τα αδικήματα του Τύπου (έντυπου και ηλεκτρονικού) εμπίπτουν στην αυτόφωρη διαδικασία.
Και μια τελευταία απορία: γιατί κανένα μέλος της κυβέρνησης δεν σχολίασε μια τόσο αρνητική για τις ελευθερίες μας εξέλιξη; Πού είναι ο Ρουσόπουλος, πού τα κόμματα της αντιπολίτευσης, πού οι δημοσιογραφικές ενώσεις και πού οι Δικηγορικοί Σύλλογοι; Κάποιοι ... ψίθυροι ή μασημένα λόγια δεν αρκούν!

Τετάρτη, Νοεμβρίου 1

Έρωτά μου...

Σήμερα το πρωί με περίμενε μια μεγάλη έκπληξη στο mail μου:

για σένα που με έχεις ερεθίσει τόσο, που ξύπνησες τα κοιμισμένα κύτταρα του κορμιού μου
για σένα που τελείωσες με επιτυχία τις εξετάσεις σου και με άριστα τις εξετάσεις τις δικές μου....
για σένα έρωτά μου

βροχερή μέρα, συναντηθήκαμε, πήγαμε στο δωμάτιο μούσκεμα....

Πήγα μπροστά στον καθρέφτη παίρνοντας μια πετσέτα να σκουπίσω τα νερά... ήρθες πίσω μου... οι φιγούρες μπροστά στον καθρέφτη σαν σε ταινία, έσκυψες και φίλησες το λαιμό μου, τα χείλη σου καυτά, χωρίς να πάρεις λεπτό τα μάτια σου από τα είδωλά μας, πέρασες τα χέρια σου μπροστά και με μια κίνηση ξεκούμπωσες τα κουμπιά της μπλούζας μου. Δοκίμασα να γυρίσω, δεν με άφησες, ξεκούμπωσες το σουτιέν μου, το πέταξες κάτω, πήρες την πετσέτα απ’ το χέρι μου κι άρχισες να σκουπίζεις το κορμί μου… Τα μαλλιά μου έσταζαν, έσταζα ολόκληρη. Τα βρεγμένα σου ρούχα κολλούσαν στην πλάτη μου. Δεν άντεχα, σε ήθελα, σε ήθελα στο κορμί μου, ήθελα να μου κάνεις έρωτα, ήθελα να σε νιώσω μέσα μου… Γύρισα … τα χείλη μου βρήκαν τα δικά σου, σε ήθελα τόσο που σε μισούσα, σε δάγκωνα, ένιωσα αίμα στη γλώσσα μου, τα χείλη μου κατέβηκαν στον λαιμό σου ήθελα να γευτώ όλο σου το κορμί… Με σήκωσες και με κόλλησες στον τοίχο με κοιτούσες στα μάτια, με χάιδευες παντού κι εγώ έτρεμα, τα χείλη σου έφτασαν στο στήθος μου οι ρώγες μου φυλακίστηκαν μέσα τους … τα χέρια σου με έγδυσαν σχεδόν χωρίς να το καταλάβω, κι έμεινα εκεί … γυμνή μπροστά σου. ήταν έρωτας… ήσουν εσύ που σκούπισες τα νερά με τη γλώσσα σου από πάνω μου, που με ζέστανες που έκαιγα για σένα… Με έριξες στο κρεβάτι, έκατσες δίπλα μου, σε κάθε κίνησή μου να σε αγγίξω με απωθούσες… χώθηκες μέσα στο στήθος μου… η ανάσα σου καυτή, οι αισθήσεις μου παραδομένες… εγώ παραδομένη στα χέρια σου… ένιωσα τα δάχτυλά σου να αγγίζουν το μουνάκι μου, να χάνονται μέσα του, τα δόντια σου να δαγκώνουν τις ρώγες μου, σου ζητούσα να μην με τυραννάς αλλά δεν άκουγες , δεν άκουγες και δεν μιλούσες.
Ήταν το δωμάτιο που γέμισε αναστεναγμούς όταν τα μπουτάκια μου γέμισαν φιλιά όταν η γλώσσα σου άγγιξε την κλειτορίδα μου, όταν με έκανες να χύνω ασταμάτητα… Ήταν ηδονή, πάθος, να σε έχω γυμνό σε ένα κρεβάτι και να μαι πάνω σου… να νιώθω τον ……… σου , να μπορώ να τον νιώσω… Τα χέρια σου έσφιγγαν το στήθος μου, η ανάσα σου βαριά, το βλέμμα σου πάντα καρφωμένο στα μάτια μου… Σε φιλούσα και τα χέρια μου διαπίστωναν πόσο καυλωμένος ήσουν… ήθελα τρελά να νιώσω στα χείλη μου το πόσο… και δεν άντεχα άλλο…ήταν ολοκλήρωση όταν τον πήρα στο στόμα μου… όταν τον ένιωσα στα χειλάκια μου, στη γλώσσα μου… τον έγλειφα και σε κοιτούσα, τρελαινόμουνα να βλέπω αυτές τις εκφράσεις στο πρόσωπό σου… ήταν λύτρωση όταν με έριξες κάτω και με φιλούσες χωρίς σταματημό… όταν ένιωσα τον …… σου να μπαίνει αργά μέσα μου … τόσο αργά… ένιωθα κάθε εκατοστό του να χάνετε μέσα στην καυτή μου σάρκα. Τα χέρια μου σε κρατούσαν σφιχτά, τα νύχια μου τρυπούσαν το στέρνο σου … κι εσύ εκπλήρωνες όλο αυτό που τόσο καιρό έβλεπα στα όνειρά μου! Μου έκανες έρωτα… έμπαινες μέσα μου ξανά και ξανά, άφηνες να ανακτήσω την αναπνοή μου και ξανά χανόσουν μέσα μου πιο άγρια κάθε φορά, με κατακτούσες… ήσουν … το μωρό μου… έσκυβες και με φιλούσες, χωνόσουν στο λαιμό μου κι ένιωθα καυτή την ανάσα σου, ιδρωμένο το κορμί σου κι εγώ… ένα μαζί σου… ήταν όλο το βράδυ που κάναμε έρωτα… Σε ένιωθα να συσπάσαι μέσα μου κάθε φορά που έχυνες… με ένιωθες να χάνω τον κόσμο κάθε φορά που τελείωνα για σένα… γεύτηκα κάθε εκατοστό σου, κατέκτησες κάθε σημείο του κορμιού μου… Ήταν η ένταση κι η εξουθένωση… ήταν που χάθηκα σ' έναν γλυκό ύπνο στην αγκαλιά σου… ξυπνούσα και σε έβλεπα να με κοιτάζεις… Το ζούσα… αυτήν την αγκαλιά την είχα τόσο ζηλέψει… και την απολάμβανα… Ήταν που ξημέρωσε και ξυπνήσαμε μαζί…. ήταν αυτό που ζητούσαμε απεγνωσμένα....