Όλοι τον θαύμαζαν. Ο Σάκης ο αυτοδημιούργητος. Παιδί ταλαιπωρημένης εργατικής οικογένειας, βλέπετε, και να κυκλοφορεί με Καγέν!
Ήταν άτακτος, απροσάρμοστος μαθητής. Θυμάμαι μια περίεργη διμούτσουνη κατασκευή, με την οποία κατόρθωνε πάντα να μας βγάζει από τη δύσκολη θέση. Έβαζε τα καλώδια στη πρίζα και προκαλούσε γενικό βραχυκύκλωμα. Γλιτώναμε το ανιαρό μάθημα της Φυσικής.
Ήταν το απόβρασμα της ΚΝΕ. Ακολουθούσε το δικό του μοναχικό δρόμο. Την εντολή του Φαράκου «πρώτοι στα μαθήματα, πρώτοι στον αγώνα», την είχε γραμμένη κανονικά! Δε θαύμαζε τόσο το Νίκο Μπελογιάννη, όσο το Νίκο Κοεμτζή, και άλλους παραβατικούς.
Ήμουν Πρόεδρος του 15μελούς. Τα παιδιά μπουγελωνονόμαστε κατά το πατροπαράδοτο έθιμο, λίγο πριν τις καλοκαιρινές διακοπές. Η Λύκαινα, μια κακάσχημη γεροντοκόρη μπαμπόγρια, απείλησε με αποβολή το Σάκη. Μπήκα στο γραφείο της και της τα΄σουρα. Ήμουν και καλός μαθητής. Τα πήρε πίσω. Ο Σάκης τη γλίτωσε και μου είπε δημόσια: «Μεγάλε, είσαι πολύ μεγάλος, δε μασάς!». Η πιο ωραία φιλοφρόνηση που άκουσα ποτέ!
Στο στρατό, όπως μάθαινα, ήταν λουφαδόρος πρώτης. Εκεί άρχισε να πρωτοανακαλύπτει το λαμπρό κόσμο της μπίζνας. Είχε κάνει κύκλωμα με το σιτιστή, και ένα γνωστό του που έφτιαχνε σάπια κρουασάν. Προμήθευαν το ΚΨΜ. Κανένας φαντάρος δεν έπαθε τίποτα, με τόσα εμβόλια..
Μετά το στρατό, αλλαζε τις δουλειές πιο συχνά κι΄απ΄τις γκόμενες. Γκόμενες πάντως είναι αλήθεια δεν είχε πολλές. Ίσως ήταν το μόνο που κράτησε από τις ηθικές κομμουνιστικές του παρακαταθήκες. Ήταν ερωτευμένος με την ωραία της τάξης. Όλοι θαυμάζαμε τις βυζάρες της. Ο Σάκης έλεγε ότι θα μπορούσε να βυζάξει ίσαμε 30 μοσχάρια. Τελικά, η Ελένη, βύζαξε τα τρία του παιδιά. Την παντρεύτηκε στα 20 του, αμέσως μετά το απολυτήριο.
Οι δουλειές του πήγαιναν καλά, μετά το 95 όμως, απογειώθηκαν! Είχε ήδη δύο καφετέριες. Πολλά λεφτά. Πλούσια ζωή. Εξακολουθούσε όμως να μένει στη λαική του γειτονιά, στο πατρικό σπίτι, έχτισε το δεύτερο πάτωμα, και ένα μεγάλο δώμα.
Με τις Τράπεζες δεν τα πήγαινε καλά. Δεν ήθελε ούτε καν να μπαίνει μέσα. Του την έσπαγαν και αυτά τα κακόμοιρα γραβατωμένα φοβισμένα ανθρωπάκια. Τις όποιες δοσοληψίες της δουλειάς, τις αναλάμβανε η γυναίκα του. Ο Σάκης έλεγε ότι στην Τράπεζα θα έμπαινε μόνο για να τη ληστέψει!
Εκεί κατά το 99, άρχισε να μπαίνει ο διάολος μέσα του. Ο Δημητράκης, παλιός μας συμμαθητής, από καλή μεσοαστική οικογένεια (γυιος εφοριακού), ήταν στελεχάκι γραμμής σε μια καινούργια Τράπεζα, που άνοιξε στη γειτονειά – CosmoBank. Ο Σάκης δε είχε κομπόδεμα. Τα χάλαγε όλα. Είχε κάνει 3 καλές ασφάλειες για τα παιδιά, κι΄αυτό ήταν όλο. Η Ελενίτσα ήταν κοκέτα. Γυμναστήρια, Ινστιτούτα, λούσα, πιο όμορφη και λαμπερή κι΄από πιτσιρίκα. Ο Δημητράκης του πιπίλιζε το μυαλό. Δεν είναι δάνειο τούλεγε, είναι εργαλείο για να επεκτείνες τη μπίζνα σου. Πρέπει να επεκταθείς. Οι καφετέρειες δεν έχουν πολύ ψωμί ακόμη. Τελικά τον κατάφερε. Το σχέδιο; Internet café, video wall, και παράνομα στοιχήματα. Νοίκιασε δυο πανάκριβα μαγαζιά στην κεντρική λεωφόρο, κοντά στην πλατεία, κράτησε και τις δύο καφετέρειες. Η επένδυση ακριβή. Ο Δημητράκης έπιασε το budget του.
Οι καφετέρειες όντως άρχισαν να «πέφτουν». Ο Σάκης με τα μαγαλεπίβολα σχέδια του Δημητράκη, τις παράτησε, άρχισαν να μπαίνουν μέσα. Στην αρχή εκλεισε η μία, μετά και η άλλη. Ο Σάκης υπερήφανος καθώς ήταν, δεν έβλεπε τι ερχόταν. Κατανάλωνε όλο και πιο πολύ. Και με δανεικά. Η CosmoBank να΄ναι καλά. Αγόρασε και Καγέν, και σκάφος αναψυχής. Τον είχε πάρει η κάτω βόλτα. Όμως αυτός εκεί, να χορεύει την παραγγελιά του.. Ο πατέρας του του έλεγε: «συμμορφώσου όσο είναι καιρός, κι΄ο γάιδαρος πριν ψοφήσει, του σηκώνεται..».
Τα internet café, μεγάλη απάτη. Μόδα που πέρασε γρήγορα. Ο Δημητράκης άρχισε ν΄αλλάζει στάση. Στην αρχή του συμμάζεψε λίγο τα δανεικά του. Του υποθήκευσε το σπίτι, για να μικρύνει η δόση. Μετά άρχισε να τον πιέζει. Ο Σάκης καθυστερούσε να ξεπληρώνει. Οι καθηστερήσεις όλο και μεγάλωναν. Ο Δημητράκης του΄πε μια μέρα, ότι σε κάποια μετεκπαιδευση στα Κεντρικά, τους είπαν ότι σύντομα θα επιβληθούν πολύ αυστηροί κανόνες: οι Κανόνες της Βασιλείας. Όποιος καθυστερεί να πληρώνει, θα έχει πρόβλημα. Ο Σάκης ήξερε για τους αντι – βασιλικούς αγώνες του πατέρα του και του παππού του, νόμιζε όμως ότι αυτά είχαν περάσει.
Ο Δημητράκης κάποια στιγμή έχασε τον έλεγχο. Η υπόθεση έφυγε από τα χέρια του. Την ανέλαβαν τα Κεντρικά. Έτσι είπε στο Σάκη. Δεν άργησε να βγει η Διαταγή πληρωμής. Ο Δικηγόρος του το΄πε καθαρά. Αν δεν πληρώσεις, θα σου βγάλουν το σπίτι στο σφυρί. Οτι δεν κατάφεραν οι εργολάβοι τόσα χρόνια. Παρακάλαγαν τον κυρ – Χαράλαμπο να το δώσει αντιπαροχή. Το σπίτι ήταν μεγαλούτσικο, με ωραία αυλή. Είχε και φούρνο. Εκεί έκρυβαν τον ασύρματο και τον πολύγραφο. Πέτρινα χρόνια. Στις δυο πλευρες της αυλής είχαν ορθωθεί πολυκατοικίες. Τους τοίχους τους είχε ζωγραφίσει αρχικά ο κυρ – Χαράλαμπος, εμπνεόμενος από το σοσιαλιστικό υπερρεαλισμό. Παλληκάρια με σφυρήλατα μπράτσα, λευκά πουκάμισα, κοπέλες με γνήσια, ανόθευτη ομορφιά, να ατενίζουν αισιόδοξα την ανατολή του ήλιου. Αργότερα, ο Χάρης, εγγονός του κυρ – Χαράλαμπου, έφηβος πιά, ανέλαβε την ανανέωση. Μαζεύτηκε και παρέα του και έκαναν γκράφιτι. Ο κυρ – Χαράλαμπος, δεν πολυκαταλάβαινε το περιεχόμενο. Το αποδεχόταν όμως. Πίστευε πάντα στην έμπνευση της νεολαίας.
Ορίστηκε τελικά η δικάσιμος. Κι΄ο Σάκης θα ήταν κάτι σαν κατηγορούμενος. Ας είχε κάνει τουλάχιστον κάτι απ΄αυτά που είχε κάνει ο ήρωάς του, ο Νικος Κοεμτζής, ή έστω, ο άλλος, ο άνθρωπος με το γαρύφαλο...
Ήταν άτακτος, απροσάρμοστος μαθητής. Θυμάμαι μια περίεργη διμούτσουνη κατασκευή, με την οποία κατόρθωνε πάντα να μας βγάζει από τη δύσκολη θέση. Έβαζε τα καλώδια στη πρίζα και προκαλούσε γενικό βραχυκύκλωμα. Γλιτώναμε το ανιαρό μάθημα της Φυσικής.
Ήταν το απόβρασμα της ΚΝΕ. Ακολουθούσε το δικό του μοναχικό δρόμο. Την εντολή του Φαράκου «πρώτοι στα μαθήματα, πρώτοι στον αγώνα», την είχε γραμμένη κανονικά! Δε θαύμαζε τόσο το Νίκο Μπελογιάννη, όσο το Νίκο Κοεμτζή, και άλλους παραβατικούς.
Ήμουν Πρόεδρος του 15μελούς. Τα παιδιά μπουγελωνονόμαστε κατά το πατροπαράδοτο έθιμο, λίγο πριν τις καλοκαιρινές διακοπές. Η Λύκαινα, μια κακάσχημη γεροντοκόρη μπαμπόγρια, απείλησε με αποβολή το Σάκη. Μπήκα στο γραφείο της και της τα΄σουρα. Ήμουν και καλός μαθητής. Τα πήρε πίσω. Ο Σάκης τη γλίτωσε και μου είπε δημόσια: «Μεγάλε, είσαι πολύ μεγάλος, δε μασάς!». Η πιο ωραία φιλοφρόνηση που άκουσα ποτέ!
Στο στρατό, όπως μάθαινα, ήταν λουφαδόρος πρώτης. Εκεί άρχισε να πρωτοανακαλύπτει το λαμπρό κόσμο της μπίζνας. Είχε κάνει κύκλωμα με το σιτιστή, και ένα γνωστό του που έφτιαχνε σάπια κρουασάν. Προμήθευαν το ΚΨΜ. Κανένας φαντάρος δεν έπαθε τίποτα, με τόσα εμβόλια..
Μετά το στρατό, αλλαζε τις δουλειές πιο συχνά κι΄απ΄τις γκόμενες. Γκόμενες πάντως είναι αλήθεια δεν είχε πολλές. Ίσως ήταν το μόνο που κράτησε από τις ηθικές κομμουνιστικές του παρακαταθήκες. Ήταν ερωτευμένος με την ωραία της τάξης. Όλοι θαυμάζαμε τις βυζάρες της. Ο Σάκης έλεγε ότι θα μπορούσε να βυζάξει ίσαμε 30 μοσχάρια. Τελικά, η Ελένη, βύζαξε τα τρία του παιδιά. Την παντρεύτηκε στα 20 του, αμέσως μετά το απολυτήριο.
Οι δουλειές του πήγαιναν καλά, μετά το 95 όμως, απογειώθηκαν! Είχε ήδη δύο καφετέριες. Πολλά λεφτά. Πλούσια ζωή. Εξακολουθούσε όμως να μένει στη λαική του γειτονιά, στο πατρικό σπίτι, έχτισε το δεύτερο πάτωμα, και ένα μεγάλο δώμα.
Με τις Τράπεζες δεν τα πήγαινε καλά. Δεν ήθελε ούτε καν να μπαίνει μέσα. Του την έσπαγαν και αυτά τα κακόμοιρα γραβατωμένα φοβισμένα ανθρωπάκια. Τις όποιες δοσοληψίες της δουλειάς, τις αναλάμβανε η γυναίκα του. Ο Σάκης έλεγε ότι στην Τράπεζα θα έμπαινε μόνο για να τη ληστέψει!
Εκεί κατά το 99, άρχισε να μπαίνει ο διάολος μέσα του. Ο Δημητράκης, παλιός μας συμμαθητής, από καλή μεσοαστική οικογένεια (γυιος εφοριακού), ήταν στελεχάκι γραμμής σε μια καινούργια Τράπεζα, που άνοιξε στη γειτονειά – CosmoBank. Ο Σάκης δε είχε κομπόδεμα. Τα χάλαγε όλα. Είχε κάνει 3 καλές ασφάλειες για τα παιδιά, κι΄αυτό ήταν όλο. Η Ελενίτσα ήταν κοκέτα. Γυμναστήρια, Ινστιτούτα, λούσα, πιο όμορφη και λαμπερή κι΄από πιτσιρίκα. Ο Δημητράκης του πιπίλιζε το μυαλό. Δεν είναι δάνειο τούλεγε, είναι εργαλείο για να επεκτείνες τη μπίζνα σου. Πρέπει να επεκταθείς. Οι καφετέρειες δεν έχουν πολύ ψωμί ακόμη. Τελικά τον κατάφερε. Το σχέδιο; Internet café, video wall, και παράνομα στοιχήματα. Νοίκιασε δυο πανάκριβα μαγαζιά στην κεντρική λεωφόρο, κοντά στην πλατεία, κράτησε και τις δύο καφετέρειες. Η επένδυση ακριβή. Ο Δημητράκης έπιασε το budget του.
Οι καφετέρειες όντως άρχισαν να «πέφτουν». Ο Σάκης με τα μαγαλεπίβολα σχέδια του Δημητράκη, τις παράτησε, άρχισαν να μπαίνουν μέσα. Στην αρχή εκλεισε η μία, μετά και η άλλη. Ο Σάκης υπερήφανος καθώς ήταν, δεν έβλεπε τι ερχόταν. Κατανάλωνε όλο και πιο πολύ. Και με δανεικά. Η CosmoBank να΄ναι καλά. Αγόρασε και Καγέν, και σκάφος αναψυχής. Τον είχε πάρει η κάτω βόλτα. Όμως αυτός εκεί, να χορεύει την παραγγελιά του.. Ο πατέρας του του έλεγε: «συμμορφώσου όσο είναι καιρός, κι΄ο γάιδαρος πριν ψοφήσει, του σηκώνεται..».
Τα internet café, μεγάλη απάτη. Μόδα που πέρασε γρήγορα. Ο Δημητράκης άρχισε ν΄αλλάζει στάση. Στην αρχή του συμμάζεψε λίγο τα δανεικά του. Του υποθήκευσε το σπίτι, για να μικρύνει η δόση. Μετά άρχισε να τον πιέζει. Ο Σάκης καθυστερούσε να ξεπληρώνει. Οι καθηστερήσεις όλο και μεγάλωναν. Ο Δημητράκης του΄πε μια μέρα, ότι σε κάποια μετεκπαιδευση στα Κεντρικά, τους είπαν ότι σύντομα θα επιβληθούν πολύ αυστηροί κανόνες: οι Κανόνες της Βασιλείας. Όποιος καθυστερεί να πληρώνει, θα έχει πρόβλημα. Ο Σάκης ήξερε για τους αντι – βασιλικούς αγώνες του πατέρα του και του παππού του, νόμιζε όμως ότι αυτά είχαν περάσει.
Ο Δημητράκης κάποια στιγμή έχασε τον έλεγχο. Η υπόθεση έφυγε από τα χέρια του. Την ανέλαβαν τα Κεντρικά. Έτσι είπε στο Σάκη. Δεν άργησε να βγει η Διαταγή πληρωμής. Ο Δικηγόρος του το΄πε καθαρά. Αν δεν πληρώσεις, θα σου βγάλουν το σπίτι στο σφυρί. Οτι δεν κατάφεραν οι εργολάβοι τόσα χρόνια. Παρακάλαγαν τον κυρ – Χαράλαμπο να το δώσει αντιπαροχή. Το σπίτι ήταν μεγαλούτσικο, με ωραία αυλή. Είχε και φούρνο. Εκεί έκρυβαν τον ασύρματο και τον πολύγραφο. Πέτρινα χρόνια. Στις δυο πλευρες της αυλής είχαν ορθωθεί πολυκατοικίες. Τους τοίχους τους είχε ζωγραφίσει αρχικά ο κυρ – Χαράλαμπος, εμπνεόμενος από το σοσιαλιστικό υπερρεαλισμό. Παλληκάρια με σφυρήλατα μπράτσα, λευκά πουκάμισα, κοπέλες με γνήσια, ανόθευτη ομορφιά, να ατενίζουν αισιόδοξα την ανατολή του ήλιου. Αργότερα, ο Χάρης, εγγονός του κυρ – Χαράλαμπου, έφηβος πιά, ανέλαβε την ανανέωση. Μαζεύτηκε και παρέα του και έκαναν γκράφιτι. Ο κυρ – Χαράλαμπος, δεν πολυκαταλάβαινε το περιεχόμενο. Το αποδεχόταν όμως. Πίστευε πάντα στην έμπνευση της νεολαίας.
Ορίστηκε τελικά η δικάσιμος. Κι΄ο Σάκης θα ήταν κάτι σαν κατηγορούμενος. Ας είχε κάνει τουλάχιστον κάτι απ΄αυτά που είχε κάνει ο ήρωάς του, ο Νικος Κοεμτζής, ή έστω, ο άλλος, ο άνθρωπος με το γαρύφαλο...
6 σχόλια:
Κλείνει η πρώτη "τριλογία" του φίλου μας "Ανωνύμου του Έλληνα"!
Βέβαια, μπορεί ορισμένους να τους κουράζουν τα μεγάλα κειμενάκια αλλά ο "Έλλην" διαβάζετε μονορούφι...
αν ειχε κανει κατι παρομοιο με τον ανθρωπο με το γαρυφαλλο, τοτε να εισαι σιγουρος οτι θα περνουσε κι αυτος στην ιστορια..
αλλα δυστυχως υπαρχει αυτο το συνδρομο της ασυνεπειας "λογων" και "πραξεων"..
Το χρήμα γλυκαίνει και η σωστη πληροφόρηση παράλληλα με μεθοδικότητα και βλέμμα στο μέλλον είναι απαραίτητα εργαλεία στις μέρες μας.
Αλλο ενα θύμα των ημερών, ιδέες που θυσιάστηκαν στο βωμό του χρήματος.
(Πωπω σαν ένα καθηγητή μου απο τη σχολή μιλάω όταν μας έκανε μάθημα για τα τραπεζικά!!!!).
Η απληστια και η μεγαλομανια ειναι κακος συμβουλος.Επισης το '' θελω να κατακτησω τα παντα σημερα και χωρις να ιδρωσει ο κωλος μου''...
καλυτερο ειναι δηλαδη το ..το μαγικο ραβδακι τσιν ντιν γκλιν γκλον (δεν ξερω και πως λεγεται)..'' ??
ειναι πολλοι αυτοι που δεν σκεφτονται τις συνεπειες των πραξεων τους !
"Στο στρατό, όπως μάθαινα, ήταν λουφαδόρος πρώτης. Εκεί άρχισε να πρωτοανακαλύπτει το λαμπρό κόσμο της μπίζνας. Είχε κάνει κύκλωμα με το σιτιστή, και ένα γνωστό του που έφτιαχνε σάπια κρουασάν. Προμήθευαν το ΚΨΜ. Κανένας φαντάρος δεν έπαθε τίποτα, με τόσα εμβόλια.."
Αυτό δυστυχώς ήταν και ίσως είναι ακόμα η μεγάλη μπίσνα του 90...
Μικροαπατεωνιές με το ηθικό "υπόβαθρο" δεν πρόεκιται να πάθει κανείς κάτι το σοβαρό...
Το κείμενο έχει μια διαδαχή ότι ο μικρός -όπως και ο μεγάλος Κοεμτζής- "πλήρωσε"... Το θέμα είναι ότι οι "επιτυχημένοι" με αυτό τον τρόπο είναι ακόμα στόχος ζωής, έστω ανομολόγητος..
Τελικά είχε δίκιο...στις Τράπεζες έπρεπε να μπει μόνο για να τις ληστέψει... γιατί δυστυχώς τον πρόλαβαν και τον δούλεψαν και τον λήστεψαν εκείνες...γιατί μη μου πεις ότι κι ο Δημητράκης ήθελε το καλό του φίλου του....
Η τράπεζα του είχει πει του Δημητράκη...βγες και φέρε μου βλάκες να τους τα φάμε... Και το έκανε...
Δημοσίευση σχολίου