Στο Καρπενήσι που μεγάλωσα έφαγα τα κρύα και τα χιόνια με το κουταλάκι του γλυκού...
Καλοριφέρ υπήρχαν μόνο στο νοσοκομείο και στη Νομαρχία.
Στο σπίτι, η ξυλόσομπα ζέσταινε μόνο ένα δωμάτιο, κι η καπνίλα απ’ τα μπουριά ήταν γάμησέ τα...
Ο εφιάλτης μας, ως παιδιά, ήταν το πρωινό κατούρημα! Ήθελε μεγάλο ηρωισμό να πας μέχρι την παγωμένη τουαλέτα και να κατεβάσεις τα βρακάκια σου.
Μου άρεσε τις νύχτες να βλέπω τις λευκές νυφάδες να πέφτουν. Δημιουργούσαν ονειρεμένο κοντράστ.
Το πρωί, όμως, καθώς έβλεπα τα πάντα σκεπασμένα, με έπιανε η ψυχή μου.
Με χαλούσε η λευκή ομοιομορφία. Κι η εύθραυστη λευκότητα μου φαινόταν απειλητική. Ποτέ δεν ξέρεις τι κρύβεται από κάτω...
Κι όταν αυτό το χιόνι μετατρέπεται σε λασπουριά ή παγοδρόμιο...
Μόλις επέστρεψα σπίτι.
Η διαχειρίστρια, όλως τυχαίως, μου θυμίζει πως αν δεν πληρώσω τα κοινόχρηστα δεν θα ξαναβάλει πετρέλαιο.
Καλά, αυτή η γυναίκα τον ασκαροανιχνευτή έχει; Πώς διάολο όταν χρωστάω τη βρίσκω πάντα μπροστά μου;
Λες να με καταλαβαίνει απ’ τη μυρουδιά; Αλλά δεν έχω πάνω από δυο μέρες άπλυτος...
Πολύ θα ’θελα να της πω πως το γαμωπετρέλαιό της δεν μπορεί να διώξει τη Σιβηρία μέσα μου. Αλλά το στόμα μου θα χαλάσω...
Κάθομαι στον καναπέ και μπαίνω στο ίντερνετ.
Χτυπάει το κινητό μου.
«Έλα αγάπη, σπίτι είσαι; Να ’ρθω να κοιμηθούμε αγκαλίτσα;»
Ξαφνικά όλα γίνονται καλύτερα εδώ μέσα...
Κι εγώ ο πλουσιότερος ένοικος της πολυκατοικίας!
Μη σου πω κι ολόκληρης της γειτονιάς.
Τουλάχιστον μέχρι το βράδυ που θα γυρίσει πίσω στον άντρα της...
Καλοριφέρ υπήρχαν μόνο στο νοσοκομείο και στη Νομαρχία.
Στο σπίτι, η ξυλόσομπα ζέσταινε μόνο ένα δωμάτιο, κι η καπνίλα απ’ τα μπουριά ήταν γάμησέ τα...
Ο εφιάλτης μας, ως παιδιά, ήταν το πρωινό κατούρημα! Ήθελε μεγάλο ηρωισμό να πας μέχρι την παγωμένη τουαλέτα και να κατεβάσεις τα βρακάκια σου.
Μου άρεσε τις νύχτες να βλέπω τις λευκές νυφάδες να πέφτουν. Δημιουργούσαν ονειρεμένο κοντράστ.
Το πρωί, όμως, καθώς έβλεπα τα πάντα σκεπασμένα, με έπιανε η ψυχή μου.
Με χαλούσε η λευκή ομοιομορφία. Κι η εύθραυστη λευκότητα μου φαινόταν απειλητική. Ποτέ δεν ξέρεις τι κρύβεται από κάτω...
Κι όταν αυτό το χιόνι μετατρέπεται σε λασπουριά ή παγοδρόμιο...
Μόλις επέστρεψα σπίτι.
Η διαχειρίστρια, όλως τυχαίως, μου θυμίζει πως αν δεν πληρώσω τα κοινόχρηστα δεν θα ξαναβάλει πετρέλαιο.
Καλά, αυτή η γυναίκα τον ασκαροανιχνευτή έχει; Πώς διάολο όταν χρωστάω τη βρίσκω πάντα μπροστά μου;
Λες να με καταλαβαίνει απ’ τη μυρουδιά; Αλλά δεν έχω πάνω από δυο μέρες άπλυτος...
Πολύ θα ’θελα να της πω πως το γαμωπετρέλαιό της δεν μπορεί να διώξει τη Σιβηρία μέσα μου. Αλλά το στόμα μου θα χαλάσω...
Κάθομαι στον καναπέ και μπαίνω στο ίντερνετ.
Χτυπάει το κινητό μου.
«Έλα αγάπη, σπίτι είσαι; Να ’ρθω να κοιμηθούμε αγκαλίτσα;»
Ξαφνικά όλα γίνονται καλύτερα εδώ μέσα...
Κι εγώ ο πλουσιότερος ένοικος της πολυκατοικίας!
Μη σου πω κι ολόκληρης της γειτονιάς.
Τουλάχιστον μέχρι το βράδυ που θα γυρίσει πίσω στον άντρα της...
22 σχόλια:
Ασκαρουλι πολυ ωραιο το ποστ σου! Αυτο ομως που δεν μπορω να πιστεψω με τιποτα ειναι οτι δεν θες να φυγει η δικια σου το βραδυ....!!
Σε τα μας????
;)
Υ.Γ Εχουμε τα ιδια βιωματα απ την πατριδα,συγκινηθηκα τωρα.
Γίνεται να μην υπάρχει ανατροπή στο τέλος; δεν γίνεται.
συμπάσω για το κρύο. ελπίζω να θυμήθηκε η κολώνα του σπιτιού να τηλεφωνήσει για πετρέλαιο.
Δεν πειράει. καλύτερα να πάει στον άνδρα της!!! την ησυχία σου!!
Γιατί νομίζεις πως στο χωριό τόχατε μονοπώλειο?
στο κέντρο της Αθήνας το δίπατο σπίτι της γιαγιάς, απο εκέινα τα νεοκλασσικά (του 1880) είχε μία σόμπα με ξύλα στην Τραπεζαρία... Τα υπόλοιπα δωμάτια ήταν με μια ηλεκτρική (γιατί είμαστε μωρά) ή τίποτα.
Ο καμπινές, (ετσι το έλεγε η γιαγιά εκ του γαλλικού) είχε παραθυράκι που δεν έκλεινε. μια εσόχή και ενα σιδερο με σχέδια... Πως πηγαίναμε? μπρρρρ.
Η γιαγιά στο δωμάτιό της είχαν αγγιό.
Νομίζεις πως τα νεοκλασσικά είχαν όλα καλοριφέρ? Αν δεν ήταν απο την κατασκευή έτσι... δεν μετά!
Μετά στο κάτω πάτωμα που είμαστε με την μαμά μου, είχαμε μια πετρελαίου.... στον διάδρομο..
Μάθαμε...
Δεν πειράζει, κι έτσι μεγαλώσαμε (όλοι).
αγκαλίτσα και φιλάκι κι άλλα τόσα, πως το λέει το τραγουδι?
Κοίταξε να πληρώσεις την διαχειρίστρια αφού γίνεσαι τόσο εύκολα ο πλουσιότερος ένοικος.
Στον άνδρα της σου λέει οτι πάει μετά?
καλά κρασιά..............
Οκ, Χαϊντούλα, το ομολογώ: να κάνουμε ό,τι κάνουμε και μετά «καλησπέρα κι άντε γεια»!
Ώστε θυμήθηκες το μικρό χωριό σου στις Άλπεις...
Μανούλι, πάντα στο τέλος έχουμε... «ανατροπή και πέναλτυ, στην γκόεμαν απέναντι»...
Έχω ζήσει και σε τέτοια σπίτια που λες, Κεράσω, στη Νεάπολη Εξαρχείων, που με φιλοξένησαν κατά καιρούς φίλοι φοιτητές...
Αυτά τα σπίτια είναι πιο κρύα μέσα απ’ ό,τι έξω!
Ώστε το παραδέχεσαι! Σου άρεσε να βλέπεις τις... νΥφάδες να πέφτουν! Από τότε σου 'μεινε, καημενούλη μου, το κουσούρι! Μπέρδευες τις νιφάδες με τις νυφάδες και άντε... ξεπάγωσε μετά! τς τς τς!
Τάκη, μπορεί να γίνομαι «τόσο εύκολα» πλούσιος, αλλά δεν γίνομαι και ... τόσο συχνά!
Και μην γίνεσαι φαρμακόγλωσσα!
Μιλάμε για καλό κορίτσι...
Μαριλίτσα, οι νΥφάδες ψιλοτρώγονται.
Οι συννΥφάδες δεν χωνεύονται με τίποτα...
Έτσι όπως έχουν τα πράγματα θα βάλουμε όλη ξυλόσομπες. Ποιος έχει πια χρήματα για πετρέλαιο; Δεν είδες στο Σύνταγμα για λίγες πατάτες και κρεμμύδια;
Aσκαρουλι αυτο το Χαιντουλα πιο γελιο δεν εχει!!!
;)
Ε,ούυυυφ! καλέ μου...μιά από τα ίδια από κρύο,άλλο τίποτε!δε λες τίποτε!ε, εγώ όμως έχω τη τύχη ότι μένω σε μονοκατοικία,(που είναι δικό μου το σπίτι)δ εν έχω άλλους από πάνω μου...αλλά ντάξει,το καλοριφέρ δ ε το ανάβουμε,και πολύ καθότι μας ήρθε ο λογαριασμός 300τόσα ευρά,χρωστάμε σε τράπεζα,δύο δάνεια οι δουλειές του γραφείου μου δ ε πάνε καθόλου καλά,χρωστάμε εφορία 600τόσα ευρά από ένα,λάθος που'χε γίνει στα λογιστικά μας,χώρια τους άπειρους λογαριασμούς (κντά,τηλέφωνα,ρέυμα, νερά)μαλακίες στο πάτερο στα δύο σπίτια που έχουμε και σύν αυτό που μένουμε τρία,τα λεφτά του γιατρού μου (αυτουνού που μου φτιάχνει τα δόντια),τα χαράτσια της Τρόϊκα που δ εν πληρώνουμε καθότι δ εν διαθέτουμε τα λεφτά...άστα να πάνε...μου φαίνεται θα'ρθούνε καμιά ώρα και θα μας πάρουνε σηκωτούς με τις χειροπέδες από'δω μέσα....όπως το πάμε...σκ...τά...μιά από τα ίδια δ εν είσαι ο μόνος,μη σκάς...ίσως η χειρότερή μου περίοδος,οικονομικά πρωτίστως και σε άλλους τομείς μετά....(υγείας κ.α)η ψυχολογία μας υπό το μηδέν....αφού έχεις καιρό και για έρωτες....καλά είσαι....που τέτοια τύχη...έχω να δώ 'χαρά'που λένε μη σου πώ από τότε...(ναί,κι έτσι πως είμ'εγώ τώρα όρεξη για 'χαρές'έχω...)τι να σου πώ...κάθε άλλο παρά όρεξη έχω...φιλάκια....
Δείμε, στο Σύνταγμα ο κόσμος πήγε για να ενισχύσει τους παραγωγούς της Θήβας, όχι γιατί είχε ανάγκη τα κρεμμυδάκια... (κάνω για κυβερνητικός εκπρόσωπος;)
Καντούλα, θύμισέ μου... το χωριό σου έχει μεγαλύτερο υψόμετρο απ’ το Καρπενήσι;
Άθη, αν θυμάμαι καλά έχεις μεσιτικό γραφείο;
Όσο για τις «χαρές στα σκέλια σου», θα σου απαντήσει ο ειδικός... το Τακουλίνι σου!
Ασκάρ και τώρα στην ίδια κατάσταση βρισκόμαστε!
Να σκεφτείς τώρα ούτε στα νοσοκομεία δεν ανάβουν καλοριφέρ ζητάν απ'τους συνοδούς να φέρνουν σόμπες για να μη παγώσουν οι ασθενείς τους.
Οσο για την "ζεστασία σου" και αυτή κλεμμένη την έχεις?
Το τραγουδάκι πολύ σπέσιαλ!!!
E oxι...850!
;)
Λοιπόν,
για ζέστη προτείνω τα γνωστά..
κοντά ο ένας στον άλλον..
κανένα μεγάλο σπίτι να μαζευτούμε όλοι μαζί τις κρύες χειμωνιάτικες μέρες ..φαγητά, απο κοινού,μακαρονάδα και φασολάδα, ξύλα στο τζάκι ...(θα πάμε πάνω απο τον Αγ. Μερκούριο να μαζέψουμε.)
για τις "χαρές στα σκέλια" προτείνω πάλι τα γνωστά...
προσευχή και νηστεία δηλ.
Τώρα μπορεί να καταλάβουν κάποιοι γιατί αγαπώ τον χειμώνα.
Πάω να ανοίξω το καλοριφέρ τώρα..
για 10 λεπτά...
είπαμε, μου αρέσει το κρύο.
Τι γλυκιά ανάρτηση...
Τι όμορφη φωτογραφία...
Σιχαίνομαι το χιονι γιατί είναι παγωμένο και γιατί μετατρέπεται σε λάσπη. Ο μόνος τρόπος να το απολαύσω είναι όταν είναι φρέσκο και όταν πέφτει και γω είμαι πίσω από τζαμαρία (μακριά κι αγαπημένοι κοινώς)
Θα σταθώ σε κάτι που είπες...
Το κρύο... το μέσα μας κρύο είναι αυτό που μας παγώνει πιο πολύ.
Το'νιωσα και γω κάποια στιγμή όταν ξύπνησα μια μέρα και όλα ήταν κάτασπρα... αλλά το άσπρο παγωμένο τοπίο μέσα μου με φόβισε πιο πολύ...
Καλό σου βράδι.
eipa kai ego....alla ir8e to telos tis anartisis...
kalo vradi! :)
Άστα ρε Ζουζού, όλα στη ζωή μου είναι ξένα, δανεικά, κλεμμένα...
Καντούλα, στο χωριουδάκι σου πάντως κάνει πολύ βαρύ χειμώνα.
Τάκη, μεγάλο σπίτι έχεις εσύ και η Αθανασία, το προικώο... ξέρεις.
Μακαρονάδες θα μας φτιάξει η καντούλα, ο Άγιος Μερκούριος πέφτει μακριά, οπότε για ξύλα θα κατέβω στην καφετέρια δίπλα, μόλις κλείσει, θα βουτήξω τα ξύλινα τραπεζοκαθίσματα και θα τα φέρω να ντουμανιάσουμε το τζάκι.
Εγώ θα έχω τη Μαριλίτσα-δασκαλίτσα για «ΙΧ-μαγκαλάκι»!
Λιάκη, είχα κάποτε ένα χάσκι Αλάσκας στο μπαλκονάκι μου.
Το πρωί μόλις έφευγα άρχιζε να κλαίει και σταματούσε το απογευματάκι μόλις επέστρεφα.
Η πολυκατοικία με ανάγκασε να το διώξω...
Το ’δωσα σ’ έναν τσοπάνη, αλλά ήταν σκυλάκι-ψυχούλα και δεν έκανε για αγριάδες. Οπότε μου το επέστρεψε συστημένο και με το να αυτάκι δαγκωμένο...
Λέβη, έχω να κοιμηθώ με γυναίκα μέχρι το επόμενο πρωί, σαν φυσιολογικός άνθρωπος δηλαδή, κάτι χρόνια!
1oν) ο Αγ.Μερκούριος μετακόμισε και ήλθε πιο κοντά... (δίπλα στη "θέα")
2ον) Δεν ήξερες δεν ρώταγες? Τα χάσκυ δεν είναι για φύλαξη... δεν μπορούν τις αγριάδες... (ελπίζω να εζησε αρκετά κοντά σου και να μην τον παράτησες στους δρόμους)
Μπα. Αν περιμένεις από μένα, σε βλέπω να ξεπαγιάζεις.
Πώς έγινε αυτό με τον «Άγιο» βρε Λιάκη;
Όσο για τον Κύρο, όντως, ήταν πουπουλένιος.
Τελικά τον έδωσα σε μια φιλόζωη γιαγιά στο Περιστέρι, και παρακάλαγα να πεθάνει αυτός πριν τη γεροντισσα...
Καλύτερα να ξεπαγιάσω παρά να δηλητηριατώ!
Διοξείδιο του άνθρακα, ε διοξείδιο του άνθρακα!
Με κοβεις να φτιαχνω μακαροναδες Ασκαρουλι?
;)
Δημοσίευση σχολίου