Απόψε, στις εκλογές της "Νέας Δημοκρατίας", αναβίωσε η "βία και νοθεία" του 1961! "Θύματα", αυτή τη φορά, οι εσωκομματικοί τους αντίπαλοι! Το χούι δεν κόβεται...
Εδώ και μέρες άνθρωποι της Ντόρας και του Σαμαρά πήραν σβάρνα τους γυφτομαχαλάδες και πληρώνουν "10 ευρώπουλα την ψήφο"! Οι "βασιλιάδες των τσιγγάνων" και οι "φαμελιάρηδες" παζαρεύουν χοντρά! "15 ευρούλια το κεφάλι και στα δέκα το ένα δωρεάν"...
Πώς να 'ταν άραγε η Αγία Αικατερίνη; Τα συναξάρια την περιγράφουν όμορφη, άνετη, χαριτωμένη και δυναμικιά! Και πώς είναι σήμερα οι κοπέλες της Εκκλησίας; Απόκοσμες, στριμμένες, βαριές κι ανυπόφορες! Όσο πιο βαριές κι ασήκωτες τόσο πιο "εκκλησιαστικές" θεωρούνται! Στην εποχή της Αγίας Αικατερίνης, ο κόσμος επεδίωκε να τη συναντήσει, έστω και για λίγο! Σήμερα, η ατυχέστερη στιγμή της ζωής σου είναι να σου τύχει να συνταξιδέψεις με καμιά θεούσα! Ή με κάποιον απ' αυτούς που ανήκουν στο παρηκμασμένο εκκλησιαστικό είδος που γεμίζει τις εκκλησιές και κατάντησε να εκπροσωπεί την Ορθοδοξία... Και το χειρότερο είναι πως οι νεώτεροι που εντάσσονται στην Εκκλησία, γίνονται σιγά-σιγά σαν και τους προηγούμενους! Κι ας είπε ο Χριστός εκείνο το περίφημο "ουαί" σ' όσους ξεσκίζονται να φέρουν κάποιον στην Εκκλησία, και τον εκάνουν χειρότερο απ' τον εαυτό τους... Κι όλ' αυτά πού, παρακαλώ; Στην Εκκλησία! Δηλαδή στο χώρο των χαρισμάτων και των υπερφυσικών δωρεών, της ειρήνης, της άνεσης και της ομορφιάς! Κι όμως, αυτός ο χώρος διαστράφηκε τόσο που οι λέξεις "άνεση, χάρη, ομορφιά" ν' ακούγονται σκανδαλώδεις μέσα σ' αυτόν...
Δω πάνω δεν έχει παραμύθια! Έχει θρύλους ευσεβείς... Σαν ανθισμένο δεντρί, και μιας κι είμαστε εδωνά, πρέπει να μάσουμε τον καρπό του θεού! Αχ Θε μου, πού 'ναι τα κορίτσια τα έμορφα, τ' αρχαγγελικά, με τα μαλλιά τα γελαστά και τα βαθιά τα χρώματα στα μάτια; Να δουν και να θαμάξουν τον κήπο τούτο του Υμεναίου... Στο Βατοπέδι, πλάι κει στο καθολικό είν' η εικόνα η σεπτή. Ήταν εποχή, πάνε πάνω από επτά αιώνες, που 'χε φτάσει το μοναστήρι τούτο σε κραιπάλη! Είχε πάρει τον δρόμο τον άσχημο, του Σατανά... Ήταν νύχτα, κοιμόντουσαν οι μοναχοί, αμπαρωμένη η Μονή. Και ξάφνου πλακώνει, σ' άγνοιά τους, στόλος βαρύς, πειρατικός. Οργή θεία και δίκαση επουράνια... Είναι συνήθιο, ως νυχτώνει, τα κλειδιά της ξώπορτας να τα παραδίνει ο πορτάρης στον ηγούμενο. Βάζει αυτός μετάνοια στην Παναγιά και τα κρεμάει κάτουθέ της, σ' ένα καρφί, να φυλάει τη νύχτα η αμάραντη το μοναστήρι. Πάει το πρωί ο καθηγούμενος να πάρει τα κλειδιά, ν' ανοίξουνε οι πύλες. Βάνει μετάνοια της Παναγιάς, μα κείνη η άχραντη βγάζει γλώσσα και φωνή και λέγει: "ετοιμαστείτε να διώξετε τους πειρατές που οπ' ούναι και πλακώσαν"! Τότες παίρνει άγρια μορφή κι ανταριασμένη το Παιδί, ο Ιησούς που κείται στην αγκάλη της, κι απλώνει το χεράκι του το στόμα της να φράξει! "Μην τους σώζεις μητέρα" ήταν σα να 'λεγε, "γιατί είν' ανάξιοι της σωτηρίας οι κακοδαιμονισμένοι, κι τα λεφούσια οι πειρατές ειν' του Πατρός μου η τιμωρία"! Μα πρόφτασε ο ηγούμενος κι άκουσε τον κίνδυνο κι ούτε τις πύλες άνοιξε, και διάταξε να ετοιμάσουν τους σωλήνες με τα βραστά νερά και τάνυσαν τα τόξα από τις πολεμίστρες. Και τους ζουμάτιξαν και τους ετόξεψαν τους πειρατές, κι έκοψαν όσους τόλμησαν στο κάστρο να ανέβουν. Κι εσώθηκε το μοναστήρι χάρη της Παναγιάς, και της εβάλαν μετάνοιες πολλές. Μα μένει ακόμα σηκωμένο το χέρι του Παιδιού να φράζει το πάνσεπτο το στόμα! Και πάμπολλα είν' τα θάματα που κάνει τούτη η Εικόνα. Ένα μονάχα δεν μπορεί να κάνει: τους αδιόρθωτους να διορθώσει!
Τα παιδιά της εθνικής ποδοσφαίρου είναι οι μόνοι σ' αυτή τη χώρα που πετυχαίνουν περισσότερα απ' όσα μπορούν! Αν κάναμε όλοι το ίδιο, δεν θα ήταν η Ελλαδίτσα μας η πιο φτωχή και πιο διεφθαρμένη χώρα της Ευρώπης...
Ήταν το δείλι του εσπερινού... Μπήκε στο λιοτριβιό το Βατοπεδινό... Σαν τα έγκατα μιας φυλακής, βασίλευε σκοτάδι... Κάτι λάμπες του εφέγγανε στο βάθος... Μπήκε, και γιόμισε η ψυχή του ποιότητα... Τότε κατάλαβε τι θείος καρπός είν' η ελιά! Στου αχτινοβολητού το θείο φως αντίκρυσε ένα παιδί. Ως με δεκατεσσάρων χρονώ θα ήτο, του λιοτριβιού το παιδί θα ήτο... Σαν χάδι χνουδωτό, πώς ήρθε στην ψυχή και στο σώμα του ένας έρωτας άσαρκος! Σαν μια καντήλα αχτινοβόλησε στη νύχτα η μοναξιά του! Πώς μοσχοβόλαγαν οι ελιές οι πατημένες... Με τι συμπάθεια κοιταχτήκανε! Πώς μαρμαρώσανε κι οι δυο και πώς κερώσανε σε κείνων των λαδιών τα ιάματα! Το μύρο, το ευχέλαιο, στη μέση ο έρωτάς τους... Μονάχα κείνη τη στιγμή κατάλαβε εκείνους που σιγοψιθυρίζανε τους έρωτες τους καλογερικούς! Τους λένε άνομους κι αφύσικους... Μα κείνος τους έβρισκε φτερωτούς κι αρχαγγελικούς, έξω από μολυσμό σαρκός...
Από πάνω ο γερο-Άθωνας απόψε ντύθηκε αρχιμανδρίτης. Φόρεσε ούλα τα νέφια του, κατάμαυρα επανωκαλύμαυχα... Οι ανατολές των φεγγαριών, κόκκινες Σαλώμες... Σηκώνεται άνεμος νυχτερινός, μαίνονται τα στοιχειά. Κρίμα ... κι ήταν τόσο γλυκά το δειλινό! Τέτοιες ώρες βουίζει η μόνωση των Αιώνων... Τι βαράθρωση της λεπτής σκέψης! Στα πόδια μας σπάζουν τ' άγρια κύματα. Ζωντανεύουν οι πειρατές οι ποντογύριστοι, οι θαλασσοπνιγμένοι... Στα νερά τούτα δεν "πιάνει" άγκυρα. Ίλιγγος! Τι σκοτεινή και τι βαθιά... Εδώ, στα υψώματα της ερημιάς, είδα ψες όνειρο να φιλάω στο στόμα την παιδική μου φίλη! Τότες δεν φιληθήκαμε. Και την εφίλησα εδώ, μ' όλη την έννοια την υγρή του ερωτικού φιλιού, μια νύχτα τ' Άγιου Όρους! Το γιόμα, ο αρχοντάρης βάλθηκε να τον κεράσει κανάτες το κρασί με τη μυριστική τη δάφνη ευωδιασμένο. "Ευλογημένο να 'ναι!". Και πίνει τη μια κανάτα. "Και δεν πίνεις αδελφέ μου και τη δεύτερη, κρασί είναι, θα σε στηρίξει! Πώς να μην πιεις στην υγειά και μένανε;". Την πίνει κι αυτή... Κι ακλούθησαν κι άλλες κανάτες, πολλές, στην υγειά του ηγουμένου, του αρχοντάρη, του βηματάρη, του καμπανάρη, του κονακτζή, του προσμονάρη... Κι ήρθε και στρουβουλίστηκε η κεφαλή του! Ξυπνάει την αυγή πεισματωμένος με την ακράτεια του εαυτού του! Συναντάει στο λιβαδάκι ένα γαϊδούρι. Του δίνει έναν κουβά νερό! "Πιες τον γάιδαρέ μου, αδελφέ μου, στην υγειά του πορτάρη!". Πίνει ο γάιδαρος τον κουβά. Τότες του δίνει και δεύτερο, στην υγειά του σερδάρη. Και δεν τον πίνει ο γάιδαρος τον δεύτερο κουβά, μήτε που γύρισε να τον κοιτάξει! Κι έτσι εφάνη ο γάιδαρος σοφότερος εκείνου που παινευόταν για τις θεολογικές του γνώσεις...
Δεν θα άλλαζα ποτέ το γέλιο της καρδιάς μου με όλα τα πλούτη του κόσμου. Ούτε θα ήμουν ικανοποιημένος με το να μεταλλάξω τα δάκρυά μου, τα δάκρυα της αγωνίας μου, σε γαλήνη. Φλογερή μου ελπίδα είναι ότι όλη μου η ζωή σ' αυτή τη γη θα αποτελείται από Δάκρυα και Γέλιο... Δάκρυα πoυ εξαγνίζουν την καρδιά μου και μου αποκαλύπτουν το μυστικό και το μυστήριο της ζωής, Γέλιο που με φέρνει πιο κοντά στους συνανθρώπους μου, Δάκρυα που με κάνουν να αισθάνομαι τους πονεμένους, Γέλιο που συμβολίζει τη χαρά για την ύπαρξή μου...