Σάββατο, Μαρτίου 31

Θα μεταλάβω αύριο, γι αυτό ζητάω συγγνώμη απ όλες τις γυναίκες που πίκρανα στη ζωή μου...

Όταν τη γνώρισα ήμουν μικρός κι άπειρος.
Ο έρωτάς της στριμώχθηκε δίπλα σ' άλλους έρωτες, "μοναδικούς", παθιασμένους, "αληθινούς"...
Εγώ, κολακευμένος απ' την όλη φάση, ανώριμος να συγκρίνω και να καταλάβω την αξία του, τον έζησα όπως ακριβώς αναμενόταν να τον ζήσω: γρήγορα κι επιπόλαια...
Για κείνη, κάπου στην πορεία, το "θεματάκι μας" σοβάρεψε. Εγώ χαμπάρι δεν πήρα...
Σε όσα ξεκίνησε να μου λέει, της απαντούσα με μεγάλα λόγια, αδυνατώντας να κατανοήσω πως ό,τι μου 'λεγε μπορεί και να τα ένιωθε...
Κι όσο εκείνα τα άγουρα αισθήματα μεγάλωναν, τόσο εγώ έμπαινα στον πειρασμό να δοκιμάσω πάνω της την επιρροή μου.
Της απαξίωνα τους φίλους της, της απαγόρευμα να ντύνεται προκλητικά, την έκανα κάποιες φορές να κλάψει, μέχρι και χέρι σήκωσα πάνω της...
Εκείνη θεωρούσε πως άξιζε να κάνει μερικές παραχωρήσεις για να μ' έχει ευτυχισμένο.
Εγώ απλά θεωρούσα πως άξιζα να είμαι ευτυχισμένος!
Χωρίς να τη σκέφτομαι...
Ήμασταν σ' ένα ξενοδοχείο ημιπαραμονής όταν τη ρώτησα γιατί κλαίει.
"Πες μου πως με θέλεις και έξω απ' αυτό το δωμάτιο", μου είπε.
Τότε κατάλαβα πως τα "μεγάλα λόγια" τέλειωσαν.
Πήγα γρήγορα στο ντους.
Σα να 'θελα να τη βγάλω από πάνω μου...
Ξέρω, θ' ακουστεί "κάπως", αλλά ώρες-ώρες νιώθω σαν τον άγιο Εφραίμ το Σύρο!
Ο τύπος στα νιάτα του ήταν μεγάλο αλάνι!
Φιλακόβιος, μπορεί και μπουρδελιάρης.
Ήταν περίπου στην ηλικία μου όταν έγραφε:
"Ήμουν άμυαλος, σκύλιαζα για το τίποτα, ριχνόνουν στις αισχρές επιθυμίες, είχα την εντύπωση πως όλα στον κόσμο γίνονται στην τύχη. Θυμάμαι τις αμαρτίες μου και ταράζομαι και πιάνω να κλαίγω, και θα 'πεφτα στην απελπισία αν δεν έτρεχαν να με δυναμώσουν, όπως είμαι μισοπεθαμένος, ο Ληστής, ο Τελώνης και η Αμαρτωλή Γυναίκα"...

Πέμπτη, Μαρτίου 29

Ο Ασκαρούλης επιστρέφει σε λίγες μέρες, και του ετοιμάζω έκπληξη!

Αυτό θέλω να δεις μόλις ανοίξεις τον υπολογιστή σου!

Τρίτη, Μαρτίου 27

Είμαι η Μαρία, βρήκα τα χειρόγραφα του Άσκαρ και τα δημοσιεύω με το έτσι θέλω (Ναυτικές ιστορίες - Κέιπ Χορν: το Ακρωτήρι του Διαβόλου)


Αν δεν έχεις περάσει το Κέιπ Χορν, ναυτικός δε λογιέσαι.
Σ' εκείνες τις ακριές της γης, χρονικά δεν υπάρχουν.
Οι σπασμένες λαμαρίνες και τα σφηνωμένα στα βράχια κουφάρια διηγούνται για πλοία π' αφήσαν τα λιμάνια τους κι έγιναν άφαντα...
Η εξοικείωση με τον κίνδυνο κάνει το γενναίο γενναιότερο αλλά λιγότερο τολμηρό.
Ο βετεράνος δεν ξεγελιέται απ' τις απατηλές αύρες της Χιλής.
Μέχρι να κάνεις τσιγάρο ξεσπάει η θύελλα.
Κάποια πλοία περνούσαν ακόμη κι εβδομάδες προσπαθώντας να στρίψουν αυτή τη λυσσασμένη γωνιά του κόσμου, κόντρα στον άνεμο...
Να το θυμάστε: πάντα υπάρχει ένα Κέιπ Χορν για όλους μας, στεριανούς και θαλασσινούς.
Νέοι, μην το ξεχνάτε κι ετοιμαστείτε να το παλαίψετε.
Κι εμείς, οι γκριζομάλληδες, ας φχαριστάμε το θεό που τη σκατζάραμε.
Κι εσείς, τυχεροί, που από κάποιο καπρίτσιο της μοίρας τα δικά σας Κέιπ Χορν ήταν ήρεμα σα τη λίμνη του Μαραθώνα, μην καυχηθείτε για το μυαλό ή τη μαγκιά σας!
Γιατί και το Θεό μπάρμπα να 'χατε, θα βουλιάζατε και θα παγαίνατε φούντο αν το 'θελε το Πνεύμα του Ακρωτηρίου...

Δευτέρα, Μαρτίου 26

Επιστροφή στις ρίζες: προσκυνηματική εκδρομή στη Βόρεια Ήπειρο...

Τα ξανάπαμε: η μακρινή μου καταγωγή είναι απ' τ' Αργυρόκαστρο, μην τα επαναλαμβάνουμε.
Ήρθε, λοιπόν, το πλήρωμα του χρόνου να επιστρέψω στις ρίζες.
Αύριο φεύγω για προσκυνηματική εκδρομή στη Βόρειο Ήπειρο!
Όχι με τουριστική διάθεση. Μου είναι εντελώς αχρείαστη...
Δεν θέλω να ΄χω καμιά σχέση με τους Έλληνες που το 1991 εκμεταλλεύτηκαν την κατάρρευση του αλβανικού κράτους και μπούκαραν με ιεραποστολικό φανατισμό και την αλαζονεία του νικητή κουβαλώντας χάντρες και καθρέφτες (και, ω ναι, "παναγίτσες") για τους ντόπιους ιθαγενείς...
Εμείς δεν πάμε να δώσουμε αλλά να πάρουμε.
Θα μοιραστούμε το ψωμοτύρι και την ντοματούλα των ανθρώπων του μόχθου, και μετά θα τους συνοδεύσουμε στα χωράφια τους.
Μαζί στο φτωχικό τραπέζι, μαζί και στο ταπεινό τσάπισμα...
Θ' ανεβούμε τα καλντερίμια τ' Αργυρόκαστρου ("Κάστρο" το λεν οι Τσάμηδες) τηρώντας αυστηρή σιωπή, τη "γλώσσα του μέλλοντος αιώνος" που λέει κι ο Αββάς Ισαάκ ο Σύρος.
Θ' ανηφορίσουμε και στο μοναστήρι της Αγιά-Τριάδας στην Πέπελη, προσπαθώντας ν' ακούσουμε την ησυχία, τηρώντας, αν μπορέσουμε, το τυπικό της μυστικής προσευχής...
Στο Κολικόντασι θα προσκυνήσουμε στο σημείο που κρέμασαν τον Κοσμά τον Αιτωλό, στις 24 Αυγούστου του 1779.
Και στους Βουλιαράτες θ' αφήσουμε ένα στεφάνι απ' αγριολούλουδα στο νεκροταφείο των Ελλήνων στρατιωτών του '40...
Και ποιος ξέρει;
Δίπλα σ' ένα "μπούνκερ", αυτά τα απαίσια πέτρινα πολυβολεία που φύτεψε παντού το καθεστώς Χότζα, μπορεί και να γνωρίσω τον έρωτα της ζωής μου!
Σαν το κορίτσι της φωτογραφίας, ας πούμε...

Σάββατο, Μαρτίου 24

Έχει μεγάλη φάση να διαβάζεις παλιές εφημερίδες...

Το 1932 είχαμε την τέταρτη χρεοκοπία της χώρας μας.
Ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος ακολουθεί την κλασική συνταγή: περιορισμός δημοσίων δαπανών, αύξηση φόρων, μέτρα λιτότητας, ρύθμιση δανείων με δανειστές...
Αλλά δεν αρκούν.
Τρέχει στο εξωτερικό μπας και εξασφαλίσει νέα δανεικά. Μάταιος κόπος. Τότε δεν υπήρχε και μηχανισμός στήριξης...
Το Μάιο παραιτείται για να διευκολύνει το σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας με το Λαϊκό (Δεξιό) κόμμα, το οποίο αρνείται και ζητά επίμονα εκλογές.
Την άλλη μέρα ο «Ριζοσπάστης» γράφει: «Ο πρωθυπουργός της ελληνικής κεφαλαιοκρατίας μίλησε στο σταύλο της οδού Σταδίου μπρος στα υποταχτικά του ανδράποδα»!
Όπου «σταύλος» ήταν η τότε Βουλή και «ανδράποδα» οι βουλευτές...
Η Δεξιά εφημερίδα «Εσπερινή» γράφει την ίδια μέρα: «Ο Βενιζέλος δεν ικανοποιήθη με το φάγωμα των βασιλέων... θέλει να φάγει και την Ελλάδα ολόκληρον και τους Έλληνας όλους. Ο παμφάγος πρωθυπουργός είναι, ως αποδεικνύεται, και ανθρωποφάγος»...
Η άλλη Δεξιά εφημερίδα, η «Ελληνική», γράφει για το Βενιζέλο: «... μας κατέστησε σκελετούς από την πείναν, την δυστυχίαν, την ανεργίαν και την αγωνίαν... απόψε πρέπει να ευρεθεί εις τας φυλακάς»!
Τελικά, σχηματίστηκε κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου, έναν πρωτοπόρο, για την εποχή του, σοσιαλιστή.
Όμως ο «Ριζοσπάστης» δεν του χαρίζεται: «Η νέα κυβέρνηση των μεγαλοκαρχαριών του πλούτου άρχισε να σκορπίζει άφθονες υποσχέσεις στις εργαζόμενες μάζες. Η αισχρή κωμωδία που έπαιζε επί τέσσερα χρόνια ο Βενιζέλος επαναλαμβάνεται από το διάδοχό του, νέο θατρίνο, πολιτικό αγύρτη και τσαρλατάνο Παπαναστάση»...
«Παπαναστάση» αποκαλούσαν ειρωνικά οι κομμουνιστές τον Παπαναστασίου, και «Παπαντρέα» τον (γέρο) Γεώργιο Παπαντρέου.
Πώς κάποιοι λένε σήμερα τον Παπαδήμο «Παπαδήμιο»; Έτσι ένα πράμα...

Πέμπτη, Μαρτίου 22

Αύριο 45ρίζω και θυμάμαι διάφορα... (Απ’ το Δημοτικό ήθελα να λαρυγγώσω τις σημαιοφόρες!) Διαβάστε και το υστερόγραφο!

Στις σχολικές παρελάσεις ήμουν ή του ύψους ή του βάθους!
Είτε θα με έβλεπες στην τελευταία σειρά, λόγω ύψους, είτε στην πρώτη, λόγω επιδόσεων, δίπλα στη σημαιοφόρο.
Σημαιοφόρος ήταν πάντα κορίτσι, κι αυτό ποτέ δεν το χώνεψα!
Ένας φίλος μου ψυχαναλυτής λέει πως σ’ αυτό οφείλεται ο μετέπειτα μισογυνισμός μου.
Εγώ, αντίθετα, με βρίσκω απολύτως φυσιολογικό!
Μόνο οι ομοφυλόφιλοι δεν θέλουν να λαρυγγώσουν τις γυναίκες.
Οι υπόλοιποι άντρες είμαστε προγραμματισμένοι να γουστάρουμε συγκεκριμένα πράγματα: το γλεντοκόπι, τα κωλαράκια, το μπουνίδι, τη μπάλα, τον πόλεμο και το βυζί της μάνα μας!
Τίποτ’ άλλο.
Στο στρατό δεν με έπαιρναν στις παρελάσεις!
Πάλι λόγω ύψους.
Ποτέ δεν κατάλαβα πώς η αντρεία σχετίζεται με το έξοχο παρουσιαστικό.
Οι καλύτεροι πολεμιστές του κόσμου, οι Νεπαλέζοι κομάντος του Βρετανικού Στρατού, μοιάζουν νάνοι μπροστά μου...
Σε στρατιωτική παρέλαση μόνο μια φορά συμμετείχα: στις 25 Μαρτίου 1996.
Δυο μήνες μετά τα Ίμια. Τότε που έπρεπε να εμψυχώσουμε και να εμψυχωθούμε...
Πέρασαν σχεδόν 17 χρόνια από κείνες τις κολασμένες νύχτες του Γενάρη.
Οπότε μπορούμε να πούμε μερικά πραγματάκια.
Ο ελληνικός στρατός είχε καταλάβει τις γύρω βραχονησίδες και τα Ανατολικά Ίμια. Κι άφησε αφύλαχτα τα Δυτικά.
Παράλογο; Ναι! Ανεξήγητο; Όχι!
Προφανώς έπρεπε κάτι να καταλάβουν κι οι Τούρκοι, να γίνει η σχετική τράμπα και να λήξει το θέμα αναίμακτα...
Η τουρκική επιχείρηση ήταν απλή και προβλέψιμη.
Η φρεγάτα Γιαβούζ στις 2 τα ξημερώματα κάνει ελιγμό, μας κλείνει την ορατότητα, κι απ’ την πίσω πλευρά κατεβάζει δυο λέμβους Ζόντιακ με 12 βατραχάνθρωπους. Σε λίγα λεπτά οι τύποι είχαν πιάσει τα Δυτικά Ίμια κι ανέβαζαν την τουρκική σημαία.
Την ίδια ώρα δυο τουρκικά ελικόπτερα Μπλακ Χοκ πετούσαν πάνω απ’ τα νησάκια για αντιπερισπασμό, έτοιμα να επέμβουν αν χρειαζόταν.
Τα δικά μας «Χιούι» δεν μπορούσαν να σηκωθούν γιατί είχε μποφόρια, ενώ τα Σινούκ είναι μπακατέλες και μπορεί να τα σημαδέψει και η τυφλή ελληνική δικαιοσύνη.
Άσε που οι Τούρκοι καταδρομείς ήταν μακράν ανώτεροι σε νυχτερινές επιχειρήσεις.
Φτάνει ως εδώ... τραγουδάκι.

Υ.Γ.: Ένας φίλος απ’ τα παλιά, μόλις διάβασε την ανάρτηση, με πήρε τηλέφωνο και μου θύμισε μια λεπτομέρεια: Ξέρετε πώς ξεπροβόδισε ένας ανώτερος αξιωματικός του Πολεμικού μας Ναυτικού τα παιδιά που κατέβηκαν στα Ανατολικά Ίμια; Με την περίφημη ελληναράδικη φράση: «Άντε λεβέντες μου, με τη βοήθεια του Χριστού να τους γ....... την Παναγία»!

Τρίτη, Μαρτίου 20

Οι γυναίκες της ζωής μας (Ζ’) ― Για τα βυζιά της Λούση μέχρι και καποέιρα χόρεψα!

Στα μπαρ που σύχναζα περίμενα να μου συμβούν τα πάντα.
Αλλά δεν συνέβαινε απολύτως τίποτα...
Τα πάντα αρχίζουν να συμβαίνουν όταν ξεχνάς πως τα περιμένεις.
Μόλις την πρωτόδα, τα μάτια μου καρφώθηκαν στα σοκολατιά φουσκωτά βυζιά της που πνίγονταν μέσα στο λαχανί μπλουζάκι της.
Μου φάνηκε πως εκλιπαρούσαν την προσοχή μου, κι έσπευσα ν’ ανταποκριθώ με μια στύση εντούρο.
Η Λούση υπέθεσε πως το «μήνυμά» μου την αφορούσε ολόκληρη.
Λάθος της!
Πάντως, ποτέ δεν με κατηγόρησε πως συνήψα «σύμβαση αποκλειστικής σχέσης» με τα βυζιά της, κατ’ αποκλεισμό του υπόλοιπου συνόλου...
Για δυο βδομάδες με φιλοξένησε στη σοφίτα της, σ’ ένα επταώροφο ερειπωμένο κτίριο στο Χάρλεμ.
Μετά την 110η Λεωφόρο στο μετρό ήμουν ο μόνος λευκός!
Όταν περπατούσα στους δρόμους του Χάρλεμ μίλαγα μόνος μου δυνατά κι έκανα πως χόρευα καποέιρα.
Ήταν ο μόνος τρόπος να με περάσουν για Βραζιλιάνο και να μην μου την πέσουν οι αράπακλες!
Η σοφίτα ήταν δεν ήταν δέκα τετραγωνικούλια.
Χωρίς ρεύμα και νερό!
Κοιμόμασταν σ’ ένα ράντζο που με το ζόρι χώραγε ένα άτομο!
Το δεξί χέρι μου κρεμόταν μονίμως στο πάτωμα, ώστε όταν έπεφτα να έχω τις λιγότερες απώλειες...
Αλλά μόλις τα μαγουλάκια μου ακούμπαγαν τις βυζάρες της, έριχνα τους ύπνους της αρκούδας!
Δεν με ενοχλούσε ούτε το πιστολίδι του δρόμου...
Στην εξώπορτα κάρφωσα με μια πινεζούλα ένα άδειο πακέτο τσιγάρων.
Δήθεν για γραμματοκιβώτιο.
Λες και ήξερε κανένας ποιοι ήμασταν και πού μέναμε...
Αλλά η Λούση ήταν λαρτζ τύπισσα.
Κάθε τόσο όλο και κάποιους πατριώτες της απ’ το Τρίνινταντ φιλοξενούσε.
Όλοι οι καλοί χωράγαμε...
Εγώ την κατάβρισκα!
Έπαιρνε σάρκα κι οστά μια απ’ τις νεανικές μου φαντασιώσεις:
Να είμαι άπορος καλλιτέχνης σε μια παγωμένη σοφίτα στο Παρίσι, να λιμοκτονώ και να τρέφομαι αποκλειστικά με σουπίτσες από χόρτα που θα μάζευα στο δάσος της Βουλόνης...

Κυριακή, Μαρτίου 18

Οι φιλοδοξίες μου εξαντλούνται στο «πίπα, κώλος και βυζί»!

Εδώ και καιρό, κάτι τύποι μού στέλνουν μεϊλάκια κάπως προκλητικά: «Τι έγινε Ασκαρδαμυκτί; Γιατί δεν ξανασχολίασες τα πολιτικά; Κατάπιες τη γλώσσα σου ρε λαμόγιο;». Και τα τοιαύτα...
Οπότε, κάτι πρέπει κι εγώ να απαντήσω. Έτσι δεν είναι;
Οι παλιοί μπλόγκερς θα θυμούνται πως παλιά στήριζα τον Γιώργο τον Παπανδρέου. Πίστευα πως ο άνθρωπος δεν είναι γρουσούζης, έχει καλό κάρμα και ξεφεύγει απ’ το βλαχαδερομπουχεσισμό του κλασικού Έλληνος πολιτικού.
Στις εσωκομματικές εκλογές του 2007 ήμουν με το Βαγγέλη το Βενιζέλο, για λόγους που βαριέμαι να αναλύσω.
Το 2010 στήριξα με πάθος το «Μνιμόνιο 1» γιατί απλά δεν γινόταν αλλιώς...
Στη συνέχεια, όμως, χάθηκε η μπάλα, τα ξέρετε, μην τα επαναλαμβάνω.
Κι ερχόμαστε στα προσωπικά.
Ουδέποτε στη ζωή μου ροκάνισα και το παραμικρό κονδυλάκι. Και ποτέ δεν είχα ούτε διεκδίκησα κανένα δημόσιο αξίωμα.

Μια φορά μόνο, στις νομαρχιακές εκλογές του 2010, κάποιοι (όχι εγώ) με πρότειναν για υποψήφιο στην ιδιαίτερη πατρίδα μου.
Το σκεπτικό τους ήταν το εξής: «Τον Άσκαρ θα τον ψηφίσουν οι πάντες. Οι μεν άντρες γιατί δεν τον βλέπουν ανταγωνιστικά και «μιλάει πολλές γλώσσες», οι δε γυναίκες γιατί τον θεωρούν ιδανικό γαμπρό για τις ίδιες ή για τις κόρες και τις εγγονές τους».
Η απάντησή μου ήταν αρνητική. Πρώτον, γιατί αν γούσταρα να λύνω τα προβλήματα των άλλων, θα γινόμουν, σε πρώτη φάση, διαχειριστής στην πολυκατοικία μου. Και, δεύτερον, δεν ξέρω να κλέβω, και την όποια φιλομάθεια μού έχει απομείνει προτιμώ να τη διοχετεύσω αλλού.
Όλ’ αυτά υπάρχουν σε επίσημα έγγραφα, με υπογραφές και σφραγίδες, και θα τα πάρω μαζί μου να τα δείξω στον Άγιο Πέτρο, μπας και με χώσει στον παράδεισο...
Συμπέρασμα: οι προσωπικές μου φιλοδοξίες ήταν ανέκαθεν άκρως περιορισμένες: κανένα κωλαράκι να χουφτώνω, καμιά ρογίτσα να δαγκώνω... μέχρι εκεί!
Άντε και καμιά πίπα, στις τουαλέτες των Έβερεστ του Αγίου Θωμά στο Γουδή.
(Ουπς... αυτό δεν έπρεπε να το αποκαλύψω... ευτυχώς δεν έχεις ίντερνετ!)


Σάββατο, Μαρτίου 17

Ο Άσκαρ ιεροκήρυκας! (ΚΒ’) ― Τι θα ωφεληθείς, άνθρωπε, ακόμα κι αν κερδίσεις όλο τον κόσμο;

Θα πρέπει να ξέρετε πως έχουν κι οι Κινέζοι το δικό τους Διογένη τον Κυνικό!
Ο Κινέζος, λοιπόν, Διογένης, είδε κάποτε έναν πάμπλουτο άνθρωπο που φορούσε μια χρυσοστόλιστη στολή.
«Σ’ ευχαριστώ πολύ!», του λέει.
«Γιατί μ’ ευχαριστείς;», τον ρωτάει ο πλούσιος.
«Για τα διαμάντια κι όλα τ’ άλλα που φοράς!»
«Ναι, αλλά δεν σου τα έδωσα, είναι ακόμα δικά μου»
«Γι’ αυτό ακριβώς σ’ ευχαριστώ», του λέει ο Κινέζος φιλόσοφος. «Διότι τα φοράς εσύ και τα βλέπω εγώ. Γιατί αυτά είναι μόνο να τα βλέπεις. Σ’ ευχαριστώ, λοιπόν, που κάνεις τον κόπο και τα φορτώνεσαι κι έχεις ταυτόχρονα την έγνοια να τα φυλάγεις και μάλιστα χωρίς να τα βλέπεις καν, έτσι που κρέμονται πάνω σου!»...
Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος αποκαλούσε τον πλούτο «δραπέτη και ανδροφόνο»!
«Δραπέτη» γιατί είναι άστατος, ρευστός και χάνεται εύκολα! Ένας πόλεμος, ένας σεισμός, μια οικονομική κρίση ... κι εκεί που σήμερα είσαι πλούσιος, αύριο γίνεσαι ζητιάνος!
Αλλά ο πλούτος είναι και «ανδροφόνος». Πόσοι άνθρωποι δεν σκότωσαν ή δεν σκοτώθηκαν στην προσπάθειά τους να πλουτίσουν;
Ο αρχαίος βασιλιάς του Ισραήλ, ο σοφός Σολομών, είχε πει λίγο πριν πεθάνει:
«Αναλογίστηκα όλα όσα έκανα στη ζωή μου, με τόσο πολλούς κόπους και μόχθους, και να τι κατάλαβα: τα πάντα ήταν μάταια και πηγή θλίψεων, και σε τίποτα δεν με ωφέλησαν πραγματικά»...

Παρασκευή, Μαρτίου 16

Μεγάλη μαλακία το φέισμπουκ!

Ρε παιδιά, έχω μια απορία:
Αν αυτός που ανακάλυψε το φέισμπουκ αξίζει 28 εκατομμύρια δολλάρια, εκείνος ο άγιος άνθρωπος που ανακάλυψε τον αυνανισμό, πόσα θα ’πρεπε να αξίζει;
Ολόκληρο το σύμπαν;

Τετάρτη, Μαρτίου 14

Ανάθεμα ... ανάθεμα ... ανάθεμα!

Σούπερ προεκλογικό γκάλοπ:
Τι κάνουν οι άντρες μετά το σεξ;
- Το 20% ανάβει τσιγάρο
- Το 10% γυρίζει πλευρό
- Το 70% γυρίζει σπίτι
Νομίζω πως η Εκκλησία θα έπρεπε να αναθεματίσει εμάς τα εγωκεντρικά και άσπλαχνα γουρούνια, που αφήνουμε τις γλαστρούλες ακαλλιέργητες!
Τοις αναξίοις ανδράσι ΑΝΑΘΕΜΑ!
Ανάθεμα... ανάθεμα... ανάθεμα!

Τρίτη, Μαρτίου 13

Οι γυναίκες της ζωής μας (ΣΤ’) ― Στις ξανθές «ο τελευταίος όροφος δεν κατοικείται»!

Η Ντίνα με αντιμετώπιζε πότε σαν αγκαλιά και πότε σαν παροχή υπηρεσιών.
Ώρες-ώρες μου συμπεριφερόταν σα να ήμουν ο δονητής της!
«Έλα καύλα μου, να με κάνεις να σβήσω... κάνε με να κλάψω», μου έλεγε.
«Υποχρέωσίς μου», απαντούσα από μέσα μου...
Τελικά, η καύλα μεταδίδεται σαν το χασμουρητό!
«Θέλω να σε νιώθω να χύνεις ξανά και ξανά και ξανά»
«Καμιά αντίρρηση», ξανασκεφτόμουν.
«Άλλοι με κάνουν να χύνω τρεις φορές στη σειρά, ξεσηκώνω τον τόπο με της φωνές μου... Αλλά εσύ καύλα μου με στέλνεις κανονικά! Δεν το χωράει το μυαλό μου!»
Ντινάκι, αυτό το τελευταίο μάλλον δεν έπρεπε να το πεις.
Μην επικαλείσαι πράγματα για την ύπαρξη των οποίων δεν είμαστε σίγουροι...

Δευτέρα, Μαρτίου 12

Οι γυναίκες της ζωής μας (Ε’) ― Πάμε για ένα «φτου κι απ’ την αρχή»;

Σας το ξανάπα: όταν πρωτόλθα στην Αθήνα, το Σεπτέμβρη του ’79, η πρώτη συνοικία που γνώρισα ήταν ο Βύρωνας.
Γράφτηκα, θυμάμαι, στην τρίτη τάξη του Πρώτου Γυμνασίου Βύρωνα, πίσω απ’ την Ανάληψη, το επονομαζόμενο τότε «κόκκινο σχολειό».
Στο Βύρωνα έκανα τους πρώτους μου φίλους, εκεί πρωτογνώρισα, ουσιαστικά, τη ζωή, στο παγκάκι της Αγιά-Τριάδας έδωσα και το πρώτο μου φιλί...
Με την Άννα πηγαίναμε στην ίδια τάξη αλλά σε διαφορετικά τμήματα. Εγώ ΚΝίτης κι εκείνη Ρήγισσα, απ’ τις λίγες τότε Ρήγισσες του Βύρωνα.
Στο μπακάλικο της γειτονιάς μου, οδός Κορυτσάς, μου άρεσε να χαζεύω μια ασπρόμαυρη φωτογραφία του πρώτου καταυλισμού προσφύγων του Βύρωνα.
Ήταν μια φτωχή και άθλια κατασκήνωση... αλλά ήταν η αρχαιολογία της πόλης μου.
Με τους κολλητούς δίναμε ραντεβού «στ’ αγαλματάκια» ή έξω από ’να παρακμιακό καφέ-μπαρ, πίσω απ’ τον Άι-Λάζαρο. Το μαγαζί αυτό ήταν το μεταφυσικό καταφύγιο παλιών κομμουνιστών του Βύρωνα, που ακόμα έψαχναν έναν χαμένο παράδεισο...
Πέμπτη απόγευμα, χτυπάει το σταθερό μου.
- Λέγετε παρακαλώ.
- Τον κ. Τ.
- Ο ίδιος!
- Χο χο, σε βρήκα!
- Ποια;
- Η Άννα!
- Ποια Άννα;
- Ρε βλάκα, η Άννα είμαι, η συμμαθήτριά σου στην τρίτη γυμνασίου. Αλτσχάιμερ έπαθες;
- Ωχ... Άννα, τι κάνεις;
- Μόλις γύρισα απ’ την Αγγλία. Ανακαινίζω το πατρικό μου στη Μεσολογγίου, σε θυμήθηκα, βρήκα το τηλέφωνό σου στον κατάλογο κι είπα να σε πάρω...
- Διάολε... τόσα χρόνια... κι ήσουν πάντα μια θύελλα...
- Και παραμένω! Πότε;
- Τι πότε;
- Σε είχα αφήσει πιο έξυπνο! Πότε και πού θα βρεθούμε!
- Εεεε... δηλαδή...
- Α καλάαααα... στις 4 το απόγευμα στο γνωστό παγκάκι στην Αγία Τριάδα! Μετά από 33 χρόνια γύρευε πόσο θα ’χεις πατσουρέψει! Αλλά θα σ’ αναγνωρίσω απ’ τις διαφορετικές κάλτσες που σίγουρα θα φοράς! Και πού ’σαι; Βάλε λινά παπούτσια. Θα πάμε μέχρι τη Ζωοδόχο Πηγή να παίξουμε κρυφτό! Να φέρω μαζί μου και τον Γιαννάκη; Έγινε 15 χρονών και πέταξε πολύ μπόι! Είναι άσος στο μπάσκετ. Το λέει η καρδούλα σου να παίξετε ένα μονό στις μπασκέτες πίσω απ’ τη Νίαρ Ιστ; Υπάρχουν ακόμα αυτές; ... Γιατί δε μιλάς; Δείλιασες μπροστά σ’ ένα δεκαπεντάχρονο ρε κοντοστούμπη; Γιατί το αποκλείω να ψήλωσες άλλο από τότε!
Η Άννα σπούδασε στην Αγγλία.
Βρήκε δουλειά στο Λονδίνο, εκεί παντρεύτηκε, γέννησε το Γιαννάκη, πέρυσι χώρισε, παράτησε τη δουλειά της και γύρισε στο Βύρωνα για ένα ... «φτου κι απ’ την αρχή»!


Κυριακή, Μαρτίου 11

Θάλη απ’ την Ερυθραία...

Ψωφόκρυο σήμερα το πρωί, κι αέρας δυνατός.
Αλλά σιγά μην κολλώσουμε.
Τα πόδια στους ώμους και σε καμιά ωρίτσα φτάσαμε στο εκκλησάκι τ’ Άι-Γιωργού στο Λυκαβηττό.
Στο δρόμο, για να πω και την αμαρτία μου, μ’ έβαλε ο διάολος να περηφανευτώ.
«Να υπάρχει κανείς άλλος στην Αθήνα, εκτός από μένα, που περπατάει με τέτοιον κωλόκαιρο μια ώρα για να εκκλησιαστεί;», αναρωτήθηκα...
Στο εκκλησάκι λίγος κόσμος κι η ατμόσφαιρα όπως πάντα κατανυκτική.
Κάποια στιγμή, κάνω έτσι, και βλέπω σε μια γωνίτσα μια μαυρούλα να προσεύχεται.
Δεν δίνω ιδιαίτερη σημασία.
Στο τέλος της λειτουργίας στρέφω τα μάτια μου προς το μέρος της ασυναίσθητα.
Τη βλέπω να πηγαίνει από εικόνα σε εικόνα, να γονατίζει, να σηκώνει ψηλά τα χέρια της, να προσεύχεται, να ξανασηκώνεται...
Ο παπάς είχε ήδη μοιράσει τ’ αντίδωρα κι άρχισε να ξεντύνεται στο ιερό.
Η μαυρούλα συνέχιζε τις προσευχές της.
Παίρνω θάρρος, την πλησιάζω και τη ρωτάω:
«Αντίδωρο πήρατε;»
Δεν ξαφνιάζεται.
«Δεν αξίζω αντίδωρο!», μου λέει, σε σπασμένα ελληνικά.
Κόβω στη μέση το δικό μου, και της το δίνω.
Βγάζει απ’ τη τσέπη της ένα πετσετάκι, το τυλίγει και το χώνει στην τσάντα της.
Βγαίνω απ’ την εκκλησία και την περιμένω απ’ έξω.
Κάποια στιγμή βγαίνει και με χαιρετάει εγκάρδια.
«Πού μένεις;», τη ρωτάω.
«Πεδίο του Άρεως»
«Πώς θα πας»
«Με τα πόδια!»
«Πάμε μαζί;»
«Πάμε»
Στο δρόμο η Θάλη μου είπε πώς ήταν η ζωή στην Ερυθραία, για τον πόλεμο, για το τι τράβηξε να φτάσει στην Ελλάδα πριν 7 χρόνια...
Δουλεύει όλη νύχτα κάπου στο Φάληρο. Τις Κυριακές έρχεται με το τραμ στο Σύνταγμα κι από κει ανεβαίνει με τα πόδια στο Λυκαβηττό. Και πάλι με τα πόδια γυρίζει σπίτι της κάπου στην πλατεία Βικτώριας...
Μιλήσαμε και για πνευματικά θέματα.
Δεν μου επιτρέπεται να πω περισσότερα.
Αλλά για ένα είμαι σίγουρος: αν στίψεις όλους τους Αθηναίους μαζί, δεν κάνεις μια Θάλη! Τόσο πιστό άνθρωπο δεν έχω ματασυναντήσει...
Κι εγώ πήρα ένα τεράστιο μάθημα: δεν πρόκειται να ξαναπερηφανευτώ...

Σάββατο, Μαρτίου 10

Τα τελευταία κρύα...

Κάποιοι από μας είμαστε εραστές του χειμώνα.
Μας αρέσουν οι συννεφιές, τα κρύα, οι βροχές, οι καταιγίδες, τα αστραποβρόντια...
Πίσω απ’ αυτή την αθώα λατρεία του κακού καιρού σίγουρα κάτι κρύβεται.
Ίσως η έλλειψη θαλπωρής, οικογενειακής εστίας, ανθρώπινης επαφής...
Η κακοκαιρία επιβάλλει την ανθρώπινη εγγύτητα, ευνοεί το χουχούλιασμα, το γούτσου-γούτσου, την κλεισούρα.
Και μην ξεχνάμε πως όσο πιο κακός είν’ ο καιρός έξω, τόσο πιο φλογερό γίνεται το πάθος μέσα!
Ο κακός καιρός είναι συνώνυμος του καλού έρωτα.
Η καλοκαιρία ευνοεί την ξετσιπωσιά, το ναρκισσισμό, την ξεπέτα...
Οι ιδρώτες, η αποχαύνωση, ο θόρυβος των κλιματιστικών, δεν συγκρίνονται με το τρίξιμο του τρεμάμενου παραθυρόφυλλου, που τινάζει τη λίμπιντο στα ουράνια...

Τετάρτη, Μαρτίου 7

Τον τελευταίο καιρό, τα καυγαδάκια μου με την Άθη δίνουν και παίρνουν...

Άθη, θέλω να σ’ έχω συνέχεια στην τσίτα!
Να με θεωρείς μονίμως «καταπληκτικό» και να με θαυμάζεις.
Αλλά εσύ είσαι σαν το γιοφύρι της Άρτας.
Ό,τι χτίζω τη μέρα, το γκρεμίζεις τη νύχτα!
Κι άντε ξανά-μανά να σε ξαναεντυπωσιάσω...
Σου τη δίνει που στο σπίτι φοράω παιδικές φορμίτσες με τα ρεβέρ λίγο κάτω απ’ το γόνατο.
Σου ’πε και η Κάντυ πως αυτό οι ψυχίατροι το λένε «αρνησιγηρία», και μου το χτυπάς συνέχεια!
Ρε δε πα να λες... εγώ πυτζάμες δεν πρόκειται να φορέσω...
Και θεωρείς πως οι παλιομοδίτικες φανέλες «Μινέρβα» που δεν αποχωρίζομαι, με κάνουν τόσο σέξι όσο ένα ξεπουπουλιασμένο κοτόπουλο!
Αλλά εκεί που γίνεσαι «Τούρκος» είναι όταν σε φωνάζω με λάθος όνομα!
- Πώς με είπες;
- Πώς σε είπα;
- Μαριλίτσα με είπες! Και δεν είναι η πρώτη φορά!
Σόρυ ρε Άθη, αλλά αυτή η πανούργα η Κρητικιά έχει κάνει κατάληψη στο υποσυνείδητό μου!
Έχει χωθεί βαθιά στο κεφάλι μου, και ξεπετάγεται με κάθε ευκαιρία...

Τρίτη, Μαρτίου 6

Ας σταματήσει, επιτέλους, αυτό το παραμυθάκι με τους «ήρωες του ’21»!

Δεν μας έφταναν τα Μνημόνια που πέφτουν στα κεφάλια μας σαν το χαλάζι, δεν μας φτάνουν οι κωλοτούμπες των πολιτικών μας, έχουμε και τους «αντιμνημονιακούς του καναπέ», που όλοι μέρα ανεβάζουν στο ίντερνετ σχόλια για τους «ήρωες του ’21», που δήθεν δεν σήκωναν μύγα στο σπαθί τους και που, αν ζούσαν σήμερα, θα έστελναν την τρόικα στα τσακίδια...
Να ’ταν όμως τόσο «ηρωικά» τα πράγματα την περίοδο της επανάστασης;
Για να δούμε...
Κατ’ αρχήν, και οι «ήρωες του ’21» ζήτησαν και πήραν, αφού φίλησαν «κατουρημένες ποδιές», κάμποσα δάνεια.
Και, καπάκι, υποθήκευσαν τις «εθνικές γαίες», δηλαδή το έδαφος της πατρίδας μας, και μάλιστα πριν καν το ελευθερώσουν!
Και τι τα έκαναν τα δάνεια, εκείνα τα καλόπαιδα;
Τα περισσότερα τα έφαγαν με τις κλίκες τους, άλλα τα χρησιμοποίησαν για τη χρηματοδότηση του μεταξύ τους εμφυλίου πολέμου, κι ελάχιστα δαπανήθηκαν στις ανάγκες του Αγώνα.
Τι να πρωτοθυμηθούμε αλήθεια;
Όταν τον Φλεβάρη του 1825 ο Ιμπραήμ αποβιβαζόταν στη Μεσσηνία, τι έκαναν οι Έλληνες;
Οι Ρουμελιώτες λεηλατούσαν την Πελοπόννησο (χειρότερα κι απ’ τους Τουρκαλβανούς), κι οι υπόλοιποι οπλαρχηγοί αρνιόταν να πολεμήσουν τον Μπραήμη πριν πέσει το παραδάκι της μισθοδοσίας...
Και, φυσικά, πληρώνονταν για 10.000 άντρες, ενώ είχαν μόνο 1.500 στρατιώτες!
Σας θυμίζει κάτι αυτό;
Για τις γεωργικές επιδοτήσεις ομιλώ φίλτατοι, που δηλώναμε στην Ε.Ε. βαμβακοχώραφα ίσα με δύο Ουκρανίες...
Και μη νομίζετε πως ο στρατός του Ιμπραήμ ήταν τίποτα φοβερό.
Με το μαστίγιο τους ανάγκαζαν να ριχτούν στις μάχες.
Εξαθλιωμένοι και πεινασμένοι ήταν κι αυτοί, γι’ αυτό και οι Μοραΐτες τους έλεγαν «στραβοαράπηδες»...
Και να κλείσω με την περίπτωση του Αντρέα Μιαούλη, του μεγάλου μπουρλοτιέρη.
Που στις 1 Αυγούστου 1831, αυτός, ο Αρχηγός του Στόλου, μπουρλώτιασε με τα ίδια του τα χέρια τον ελληνικό στόλο στον Πόρο, για να μην χρησιμοποιηθεί απ’ τις αντίπαλες πολιτικές φατρίες!
Είμαστε άτιμη φάρα τελικά...

Δευτέρα, Μαρτίου 5

Η προσευχή ενός πρώην ναυτικού...

Δεν αρμενίζουμε μάταια εμείς οι ναυτικοί.
Φεύγουμε απ’ τον τόπο μας για να ενωθούμε με την οικουμένη.
Και σ’ όλα μας τα ταξίδια έχουμε συντροφιά αυτούς τους γεροθαλασσοπόρους, τ’ αστέρια, συντρόφους και φίλους στο καράβι ― αρμενίζουν κι αυτά στο μπλε τ’ ουρανού, όπως εμείς στο γαλάζιο πέλαος...
Ας περιγελούν κάποιοι τ’ αργασμένα χέρια μας, τα κατραμωμένα μας νύχια ― έσφιξαν ποτέ πιο αληθινές παλάμες απ’ τις δικές μας;
Δως μου πάλι, Θεέ, τη ζωή του πλάνητα ― τη χαρά, τη μαγεία, την τρέλα της.
Άσε με να σε νιώσω ξανά γέρικε πόντε.
Άσε με να σε καβαλήσω άλλη μια φορά.
Βαρέθηκα τη σκόνη και την μπόχα των πόλεων.
Θέλω ν’ ακούω τους χτύπους του χαλαζιού στο κατάστρωμα, κι όχι τη συρτή περπατησία κουρασμένων ανθρώπων που σέρνουν τη βαρετή τους ύπαρξη απ’ την κούνια ως τον τάφο!
Θέλω να ρουθουνίσω το άρωμά σου θαλασσινή αύρα.
Και να χλιμιντρίσω σαν άτη στο ράντισμά σου...
Μην επιτρέψετε, θεοί της θάλασσας, να πέσει βαρύ χώμα στο κιβούρι μου.


Κυριακή, Μαρτίου 4

Ο Άσκαρ ετοιμάζει το «Μνημόνιο 3»!

Το 1288 στη Σκοτία εφαρμόστηκε ένας ωραίος νόμος.
Κάθε 29η Φεβρουαρίου, δηλαδή μια μέρα κάθε τέσσερα χρόνια, οι γυναίκες είχαν δικαίωμα να κάνουν πρόταση γάμου σε κάποιον άντρα, κι αν εκείνος αρνιόταν θα έπρεπε να τους δώσει ένα μεγάλο ποσό για αποζημίωση!
Αρχίζει να μου καλαρέσει η ιδέα, και σκέφτομαι να την προτείνω στην τρόικα να τη συμπεριλάβει στο Μνημόνιο 3!
Το φαντάζεστε; Πλάκα θα ’χει!
Εκείνη τη μέρα εμείς θα τρέχουμε να κρυφτούμε και οι γυναίκες θα μας κυνηγάνε να μας πάρουν ή το σκαλπ ή το πορτοφόλι...

Σάββατο, Μαρτίου 3

Ο Άσκαρ ιεροκήρυκας! (ΚΑ’) - Τα σκουριασμένα μυαλά...

Μόλις ο Φίλιππος γνώρισε τον Ιησού, πάει σφαίρα στον κολλητό του το Ναθαναήλ και του λέει: «Τρέχα, βρήκαμε το Μεσσία, αυτόν που ανήγγειλαν ο Μωυσής και οι Προφήτες. Είναι ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ!».
Μπράβο στο Φίλιππο! Έτσι κάνουν οι καλοί φίλοι. Όταν βρουν κάτι πολύτιμο δεν το κρατάνε για τον εαυτό τους...
Ο Ναθαναήλ, όμως, συμπεριφέρεται λίγο σαν Έλληνας: κουτοπόνηρος αντιδραστικός, στενόμυαλος, προκατειλημμένος.
«Αποκλείεται!», λέει, «δεν είναι δυνατόν να βγει κάτι καλό απ’ τη Ναζαρέτ»...
Οι αμαθείς κι ακαλλιέργητοι άνθρωποι έτσι ακριβώς αντιδρούν.
Με γενικεύσεις κι αφορισμούς!
Ο Χριστός, όμως, του τη φύλαγε. Και τον έσφαξε με το γάντι!
Μόλις τον είδε, του είπε: «Βρε καλώς το το παιδί! Πρώτη φορά στη ζωή μου βλέπω έναν τόσο γνήσιο, άδολο και καλοπροαίρετο Ισραηλίτη»...
Κατά τη γνώμη μου, η απάντηση του Ιησού ήταν καθαρά ειρωνική-ελεγκτική.
Και συνάμα, μια πρόκληση σε όλους μας: να σπάσουμε τα δεσμά των προκαταλήψεων, ν’ αρνηθούμε την ασφάλεια των ιδεοληψιών μας, και ν’ ανοιχτούμε στο πέλαγος του προβληματισμού.
Υ.Γ.: Επειδή η Σαρακοστή δεν βγαίνει μόνο με νηστεία και προσευχή, ας κάνουμε μια μικρή στάση στην Κύπρο για ψυχαγωγία...

Πέμπτη, Μαρτίου 1

Εμπρός καλά μου κυαλάκια!

Αυτό ήταν!
Ένα «τσαφ», και τα πάντα μαύρισαν.
Κάηκαν λυχνίες, οθόνες, τα πάντα όλα!
Πάει η πολυαγαπημένη μου τηλεορασούλα.
Πόσα ματσάκια δεν είδα σ’ αυτή, πόσα δελτία ειδήσεων, πόσα ντοκιμαντέρ για την αναπαραγωγή της βίδρας...
Φυσικά, δεν έχω μία για ν’ αγοράσω καινούργια.
Ευτυχώς που ’χω κρατήσει ένα ζευγάρι κλεμμένα κυάλια απ’ το στρατό.
Σε λίγο, που θ’ ανοίξει ο καιρός, θα βγάλει πάλι η γειτόνισσα την τηλεορασούλα της στο απέναντι μπαλκονάκι.
Κι έτσι θα δω κι εγώ καμιά ταινιούλα...